Φλοίσβος: “Πάρκο Ναυτικής Παράδοσης με επταώροφο κτίριο που θα φτάνει τα 22 μέτρα”

1 year ago 70

Δείτε τι αναφέρουν ο Νίκος Μπελαβίλας και ο Θοδωρής Δρίτσας, για το Πάρκο Ναυτικής Παράδοσης στην περιοχή του Φλοίσβου, με την επωνυμία: «ΟΔΥΣΣΕΑΣ: Οι Έλληνες και η θάλασσα»:

“Ένα ναυτικό λούνα-πάρκ αντί για διεθνές ναυτικό μουσείο.

Στον Φαληρικό Όρμο αποφασίστηκε να κατασκευαστεί το «Πάρκο Ναυτικής Παράδοσης». Δεν θα είναι ακριβώς ναυτικό μουσείο αλλά κάτι σαν ψυχαγωγικό πάρκο με ιστορικά πλοία όπου το «Αβέρωφ» ή η τριήρης «Ολυμπιάς» θα παίζουν τον ρόλο της κερδοφόρας εμπορικής ατραξιόν. Συν τοις άλλοις με άγνωστα κριτήρια – το θρυλικό αντιτορπιλικό «Βέλος» αποκλείστηκε αλλά το πειραιώτικο εμπορικό «Liberty» του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου θα απομακρυνθεί από τον φυσικό του χώρο το λιμάνι του Πειραιά για να μεταφερθεί εκεί. Το πάρκο αυτό, με ένα θεόρατο κτίριο ύψους επτά ορόφων (!!!), μπαρ, ουζερί και ταβέρνες θα το χειριστεί ιδιώτης δωρητής, θα το κατασκευάσει και θα έχει και καθοριστικό ρόλο στο μελλοντικό διοικητικό συμβούλιο του φορέα. Το δε Υπουργείο Πολιτισμού αγνοείται. Δεν συμμετέχει ούτε στον σχεδιασμό, ούτε στη διοίκηση παρότι το πάρκο θα φιλοξενεί πλοία-μνημεία.

Η απόφαση για τη δημιουργία ενός θαλάσσιου μουσείου στο Δέλτα Φαλήρου ξεκινά από το Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος και το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού πριν σχεδόν τριάντα χρόνια. Επιβεβαιώθηκε με δύο σχεδιασμούς και σχετικές μελέτες το 2004 και το 2017 και σε αυτό συμφωνούσαμε όλοι όσοι συμμετείχαμε στους μητροπολιτικούς σχεδιασμούς της Αθήνας και του Πειραιά. Ουδείς όμως εννοούσε ότι τελικά αντί για ένα διεθνούς εμβέλειας ναυτικό μουσείο, παράρτημα και συνέχεια του Ναυτικού Μουσείου Ελλάδος τελικά θα φτιάξουμε ένα ιδιωτικό λούνα-πάρκ με διακόσμηση και παιχνιδότοπους τα ιερά και τα όσια της ελληνικής ναυτιλίας. Η πρόταση του Ναυτικού Μουσείου αγνοήθηκε και τελικά η απόφαση ελήφθη χωρίς ουσιαστική συζήτηση, χωρίς προετοιμασία από την κυβερνητική πλειοψηφία.

Μπορούμε να ονειρευτούμε ένα διεθνές ναυτικό μουσείο της ελληνικής ναυτιλίας, με πλωτά εκθέματα τα εμπορικά και πολεμικά πλοία-μνημεία μας. Μπορούμε να φανταστούμε ένα δίκτυο χώρων που θα ξεκινάει από το Σιλό Σιτηρών του ΟΛΠ και το Μουσείο Εναλίων Αρχαιοτήτων με το φορτηγό «Liberty», τους γερανούς του μεταπολεμικού λιμανιού, τις ναυπηγικές δεξαμενές «Βασιλειάδη» δίπλα του. Που θα περνάει από τον αρχαίο ναύσταθμο της Ζέας, το Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος και το Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά – με όλο τον αρχαίο Πειραιά στα εκθέματά του αλλά και την Επανάσταση του ’21 στη θάλασσα και το οποίο θα φθάνει στο Δέλτα στο μεγάλο πλωτό μουσείο με το θωρηκτό «Αβέρωφ» και το υποβρύχιο «Πρωτεύς» των μεγάλων πολέμων, το ιστιοφόρο «Ευγένιος Ευγενίδης», το καλωδιόπλοιο του ΟΤΕ «Θαλής», το «Βέλος» της αντιδικτατορικής αντίστασης και την ανακατασκευασμένη τριήρη «Ολυμπιάς». Μία διαδρομή τριών σημείων επισκέψιμη. Ένα απλωμένο στην ακτογραμμή ενιαίο ναυτικό μουσείο αντάξιο της θαλασσινής ιστορίας μας. Με ορίζοντα να φτάσει κάποτε στον Τύμβο των Σαλαμινομάχων και τη θάλασσα της Ναυμαχίας της Σαλαμίνας. Αυτή είναι η αρχαία ακτογραμμή, ό,τι γέννησε τον Πειραιά και την Αθήνα των 3.000 χρόνων. Από το πρώτο λιμάνι της αθηναϊκής δημοκρατίας στο Δέλτα Φαλήρου, στους ναυστάθμους των κλασικών χρόνων στη Ζέα και το Μικρολίμανο, στο μεγάλο κεντρικό λιμάνι της βιομηχανικής επανάστασης του 19ου αιώνα και του Μεσοπολέμου ως την Κυνόσουρα και τον αρχαίο λιμένα Αμπελακίων των Περσικών Πολέμων.

Η υπόθεση της ναυτοσύνης και της παράδοσής της είναι κομμάτι της ταυτότητας του Πειραιά. Είναι θέμα από το οποίο δεν μπορεί να είναι απούσα η αρχαιολογική υπηρεσία ούτε βέβαια το ιστορικό Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος. Είναι αδιανόητο τη ναυτική ιστορία να τη χειρίζονται ερασιτέχνες «δωρητές» ή δωρητές με αδιαφανείς όρους και με μία κυβέρνηση η οποία δεν έχει πλέον ούτε την ικανότητα ούτε την αξιοπιστία να κάνει έστω και μία σοβαρή δουλειά. Ας φύγουν με το καλό να δούμε τι θα κάνουμε με όλα αυτά τα εξαιρετικά σημαντικά θέματα για την πόλη μας. Για την επαφή μικρών και μεγάλων με την Ιστορία, για τους επισκέπτες Έλληνες και ξένους της Αθήνας και του Πειραιά, για την αναβίωση όλης της παραλίας του Σαρωνικού με όρους επιστημονικής γνώσης, βιωσιμότητας και αξιοπρέπειας απέναντι στη μνήμη και στο περιβάλλον”

Δείτε την παρέμβαση του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ στην Α΄ Πειραιά, Θοδωρή Δρίτσα, κατά τη συζήτηση του ν/σ του υπ. Εθνικής Άμυνας  για τη δημιουργία Πάρκου Ναυτικής Παράδοσης και την κύρωση της σύμβασης δωρεάς μεταξύ της ‘«Κύκλωψ» και του Δημοσίου:

 «Αυτό το νομοσχέδιο μας δίχασε με έναν ειδικό τρόπο στην επιτροπή. Κυρίως μας δίχασε γιατί στάθηκε αδύνατον να συνεννοηθούμε για τη νοηματοδότηση σαφών ελληνικών λέξεων. Γιατί δεν είναι τυχαίο. Ήρθε ξαφνικά. Ετοιμάστηκε επί δύο χρόνια χωρίς να το ξέρει κανένας μας. Είπε και ο κ. Χατζηδάκης, το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού, ο πρώην Υφυπουργός ο κ. Στεφανής, εν συνεχεία ο διάδοχός του ο κ. Χαρδαλιάς, ο δήμαρχος Παλαιού Φαλήρου, ο ίδιος ο κ. Χατζηδάκης και η αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία «Κύκλωψ», που ο Πρόεδρός της είναι ο δωρητής του ποσού των 35 εκατομμυρίων. Κανείς άλλος δεν έμαθε, ούτε η Βουλή, ούτε τα κόμματα, ούτε η τοπική κοινωνία, ούτε το Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδας, ούτε οι Βουλευτές, κανείς. Και ήρθε πακέτο -γιατί είναι σύμβαση που έχει υπογραφεί- χωρίς καμία δυνατότητα αλλαγής, προσθήκης, βελτίωσης, αντιμετώπισης. Είναι ένα κλειστό κείμενο, το οποίο ή έπρεπε να το δεχθεί κανείς ή έπρεπε να το απορρίψει».

Και ο Θοδ. Δρίτσας επισήμανε:

«Και εκεί δεν ήταν τυχαίο. Στις 22.00΄ η ώρα το βράδυ η επιτροπή κατέληξε με σφιχτές επιλογές στην πρόσκληση ακρόασης φορέων για να έρθουν την άλλη μέρα 10.00΄ το πρωί για ένα νομοσχέδιο που δεν το είχαν υπόψη τους. Το αποτέλεσμα ποιο ήταν; Με άμεσο –γιατί και με άμεσο τρόπο έγινε- ή με έμμεσο τρόπο αποκλείστηκε ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας, το ΤΕΕ, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, η Σχολή Αρχιτεκτόνων, το Εργαστήριο Αστικού Περιβάλλοντος, ο Δήμαρχος Πειραιά και ο Σύνδεσμος Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών της δικτατορίας αναφορικά με το «Βέλος» στο οποίο αναφέρθηκε και ο εισηγητής της Πλειοψηφίας, ο αγαπητός συνάδελφος κ. Χατζηδάκης.

Και αυτό είναι ακριβώς στοιχείο του τι λογική έχει αυτή η επιλογή και αυτό που ετοιμάστηκε. Επαίρεται ο κ. Χατζηδάκης γιατί είναι για εκείνον έργο ζωής. Το σέβομαι, αλλά έχουμε μια άλλη άποψη.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, το Πάρκο Ναυτικής Παράδοσης στο Παλαιό Φάληρο είναι μια πράγματι παλιά ιστορία που μέχρι σήμερα έχει περάσει διάφορες φάσεις. Το 1989 ο τότε Πρωθυπουργός Τζαννετάκης, ανώτατος αξιωματικός του Ναυτικού, εξήγγειλε τη μεταφορά του χώρου στο Γενικό Επιτελείο Ναυτικού, με σκοπό τη δημιουργία παραρτήματος του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδας, το οποίο λειτουργεί στον Πειραιά από το 1964.

Με τα χρόνια και με σειρά αποφάσεων ελλιμενίστηκαν στον φυσικό λιμένα της περιοχής αρχικά το ιστορικό πλοίο «Θωρηκτό Αβέρωφ», μετά το «Βέλος» της εξέγερσης του Ναυτικού εναντίον της δικτατορίας, ο «Θαλής», το πρώτο καλωδιακό πλοίο, το «Ευγένιος Ευγενίδης», ιστιοφόρο που εκπαιδεύονταν οι αξιωματικοί του Λιμενικού, το «Ευαγγελίστρια», το παραδοσιακό αιγαιοπελαγίτικο καΐκι που έδρασε στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η γνωστή τριήρης «Ολυμπιάς» και άλλα.

Η περιοχή ονομάστηκε Πάρκο Ναυτικής Παράδοσης και όλα τα πλοία ήταν και είναι πλωτά μουσεία, επισκέψιμα και όντως ιδιαίτερα δημοφιλή, όλα αυτά που προανέφερα και το «Αβέρωφ» και το «Βέλος» και όλα. Είναι μουσεία. Η λιμενική εγκατάσταση με αυτή τη χρήση ως δημόσιο πλωτό ναυτικό μουσείο σκαφών και η ευρύτερη έκταση χωροθετήθηκε αρχικά το 2004 από το διάταγμα των ακτών του Σαρωνικού με σύμφωνη γνώμη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και του Οργανισμού Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας. Επικαιροποιήθηκε δε ως πρόταση στη μελέτη του εργαστηρίου αστικού περιβάλλοντος του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου το 2016 για λογαριασμό της ΕΤΑΔ.

Πριν από τρία χρόνια περίπου επί Νέας Δημοκρατίας εκδιώχθηκε το «Βέλος» από το Παλαιό Φάληρο, που εκεί ήταν ο φυσικός του χώρος, σε συνδυασμό με τη γειτνίαση με τον ναύσταθμο Σαλαμίνας για την επαρκή συντήρησή του και μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου και εκεί είναι επισκέψιμο και δημοφιλές και εμείς τουλάχιστον δεν έχουμε ως προς αυτό αντίρρηση για κάποια χρόνια. Όμως η αιτία της απομάκρυνσής του είναι σκοπιμότητες ισχυρών παραγόντων, που καθορίζουν επιλογές του ελληνικού κράτους ως μη όφειλαν και με τις οποίες βέβαια καθόλου δεν συμφωνούμε και εναντιωνόμαστε.

Πριν δύο χρόνια περίπου ο πρώην Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας Στρατηγός Στεφανής, συνυπέγραψε συμφωνητικό συνεργασίας με Έλληνα εφοπλιστή και κάτοικο Παλαιού Φαλήρου και δημότη Δράμας, ο οποίος ως Πρόεδρος της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας «Κύκλωψ» που εδρεύει στη Δράμα, αποφάσισε να δωρίσει στο ελληνικό δημόσιο 35 εκατομμύρια ευρώ όχι σε χρήμα, αλλά σε έργο με την προϋπόθεση η «Κύκλωψ»να αναλάβει αποκλειστικά την οικοδόμηση του πάρκου στο χερσαίο χώρο και τη συνολική ανάπλαση και διαμόρφωση και του θαλάσσιου και του χερσαίου χώρου σε ενιαίο σύνολο.

Μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του έργου η κυριότητα -αμφιβόλου ακρίβειας εν προκειμένω έννοια, γιατί υπάρχουν πολλά «παράθυρα»- του πάρκου μεταφέρεται στο δημόσιο μέσω της ίδρυσης του οργανισμού με την επωνυμία «Οδυσσέας, οι Έλληνες και η Θάλασσα», Ανώνυμη Εταιρεία. Πρόκειται για νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που δεν ανήκει όμως στη Γενική Κυβέρνηση. Θα είναι ανώνυμη εταιρεία και θα διοικείται από επταμελές συμβούλιο, δύο από το ΥΠΕΘΑ, από το ΓΕΝ δηλαδή, έναν από το Υπουργείο Ναυτιλίας, έναν από το Υπουργείο Οικονομικών και τρεις από την «Κύκλωψ», που ενδεχομένως το ένα θα είναι από την Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών».

Στο σημείο αυτό ο Δ. Χατζηδάκης παρενέβη λέγοντας «όχι «ενδεχομένως», θα είναι», με τον Θοδ. Δρίτσα να προσθέτει:

«Εντάξει, δεν το λέει το κείμενο. Εγώ μιλώ για τη σύμβαση. Είναι και αυτό μια διαφορά μας, κύριε συνάδελφε. Μιλάμε με δεδομένα αναντίρρητα, όχι με προθέσεις. Αυτό μετά από πέντε χρόνια μπορεί να μου πει κάποιος «δεν το είπαμε». Εν πάση περιπτώσει, έτσι έχουν τα πράγματα.

Και θα είναι τρεις από την «Κύκλωψ» χωρίς καν συμμετοχή ειδικών επιστημόνων ή εκπροσώπων της αυτοδιοίκησης, εν προκειμένω του Παλαιού Φαλήρου.

Ο πρωθυπουργός Τζαννετάκης είχε εξαγγείλει μουσείο. Τα ιστορικά σκάφη είναι πλωτά μουσεία. Η συζήτηση για το Πάρκο Ναυτικής Παράδοσης επί είκοσι χρόνια τουλάχιστον είχε αναφορά στη δημιουργία νέου ναυτικού μουσείου, που θα ολοκληρώσει και θα επεκτείνει το υπάρχον Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδας.

Τόσο ο Υφυπουργός κ. Χαρδαλιάς όσο και ο εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας στην πρώτη συνεδρίαση της Επιτροπής μιλούσαν και για μουσείο, για να είμαι πιο επιεικής. Μετά ίσως συνειδητοποίησαν την αντίφαση και άρχισαν να παίρνουν πίσω αυτόν τον πρώτο ορισμό και κλείνοντας εχθές, στην τελευταία συνεδρίαση της Επιτροπής, ο κύριος Υφυπουργός μάς δήλωσε ότι δεν είναι μουσείο. Θα δούμε παρακάτω γιατί δεν είναι μουσείο και πράγματι έτσι όπως το σχεδιάζουν δεν είναι μουσείο.

Η Ελλάδα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η αρχαιότερη ναυτική χώρα στον κόσμο μαζί με τη Φοινίκη, που δεν υπάρχει σήμερα ως χώρα, με τον μεγαλύτερο σύγχρονο εμπορικό στόλο, με τεράστια ναυτική πολεμική ιστορία, χώρα ναυτικών και ναυτοσύνης, νησιωτών ναυτικών, αλλά και πολλών ακόμα και από τη χερσαία περιοχή, ναυτικοί της ηπειρωτικής Ελλάδας, διαθέτει επί της ουσίας μόνο το Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδας, που στεγάζεται στον Πειραιά, στη Μαρίνα Ζέας, στο Πασαλιμάνι δηλαδή, δίπλα στα ίχνη του αρχαίου ναυστάθμου και της εγκατάστασης των νεωσοίκων του 5ου π.Χ. αιώνα, αλλά σε χώρο μικρό και ανεπαρκή για το σύνολο των σπουδαίων εκθεμάτων που διαθέτει, της ακόμα πιο σπουδαίας ναυτικής βιβλιοθήκης του και των εκδόσεων, ερευνών και εκδηλώσεων που πραγματοποιεί.

Συνεχίζω αναφερόμενος στο Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδας. Στεγάζεται δίπλα στα ίχνη του αρχαίου ναυστάθμου και στις εγκαταστάσεις του νεωσοίκων του 5ου π.Χ. αιώνα στη Μαρίνα Ζέας στο Πασαλιμάνι, αλλά σε χώρο μικρό και ανεπαρκή για το σύνολο των σπουδαίων εκθεμάτων που διαθέτει, τις ακόμα πιο σπουδαίας ναυτικής βιβλιοθήκης του και των εκδόσεων, ερευνών και εκδηλώσεων που πραγματοποιεί. Υπάρχει και συντηρείται τόσες δεκαετίες και κρατάει γερά μόνο χάρη στην εθελοντική δουλειά εμπνευσμένων ανθρώπων που εργάζονται μέχρις εξόντωσης με πρώτη και καλύτερη, να με συγχωρείτε, την πρόεδρο του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδας, την κυρία Αναστασία Αναγνωστοπούλου- Παλούμπη.

Χρόνια τώρα η διοίκησή του, η Δημοτική αρχή Πειραιά και η πειραϊκή κοινωνία ζητούν την αναβάθμιση του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδας και ενόψει των πολυσυζητημένων σχεδίων για το Παλαιό Φάληρο ζητούν την παραμονή του Ναυτικού Μουσείου στον Πειραιά, αλλά και τη σύνδεσή του και συλλειτουργία του με το Πάρκο Ναυτικής Παράδοσης στο Παλαιό Φάληρο ως ενιαίο μουσείο.

Αυτά τα ξέρουν οι πάντες, στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, στο Γενικό Επιτελείο Ναυτικού, στο Υπουργείο Ναυτιλίας, στο ναυτικό και εφοπλιστικό κόσμο. Και όμως οι συνεννοήσεις αρχικά του κ Στεφανή και στη συνέχεια του κ. Χαρδαλιά με την «Κύκλωψ» έγιναν απολύτως εν κρυπτώ, όπως προείπα. Μόνο τη στιγμή που κατατέθηκε το σχέδιο νόμου με υπογεγραμμένα οριστικά και αμετάκλητα τη σύμβαση και τα παραρτήματά της, ώστε να γίνει νόμος του κράτους, έρχεται σήμερα στην Ολομέλεια με συνοπτική διαδικασία. Κανείς δεν ήξερε τίποτα, από κανέναν δεν ζητήθηκε γνώμη.

Επομένως, το μείζον και κύριο είναι ότι μια μεγάλη ευκαιρία -υπαρκτή, υπερώριμη και με την προσφορά της δωρεάς δυνατή- αναβάθμισης του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, δηλαδή τη σύνδεσή του με το Πάρκο Ναυτικής Παράδοσης, χάνεται στο όνομα μιας δήθεν αναπτυξιακής επένδυσης εμπορικού χαρακτήρα -έτσι είναι σε μεγάλο βαθμό- με φόντο τη ναυτική παράδοση.

Το Πάρκο Ναυτικής Παράδοσης που θα κτιστεί είναι τελικά ένας πολυχώρος πολλαπλών χρήσεων, ένα θα το έλεγα -όχι απολύτως γιατί καταρχήν υπάρχουν τα πλωτά μουσεία και αυτά θα είναι, το ελπίζω, και το εύχομαι, και είμαι βέβαιος, το ατού του χώρου- περισσότερο ψυχαγωγικό πάρκο, όπου τα λίγα εκθέματα θα λειτουργούν όχι ως ιερά κειμήλια της ναυτικής μας ιστορίας και ως μουσειακά τεκμήρια ενός μεγάλου διεθνούς εμβέλειας ναυτικού μουσείου, συνέχειας της παράδοσης του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδας -συνέχεια και αναβάθμιση- αλλά ως ψυχαγωγικές εκδηλώσεις, άλλες με ποιότητα, άλλες χωρίς ποιότητα, άλλες με αναφορά στη ναυτιλία και στη ναυτοσύνη, άλλες άσχετες με αυτή.

Αν εξαιρέσει κανείς βεβαίως τα σκάφη από τα οποία μένουν μόνο το Αβέρωφ και η αρχαία τριήρης με την προσθήκη μετά από εργασίες υποδοχής του υποβρυχίου «Πρωτέας» και του ιστορικού εμπορικού πλοίου Liberty, που ελλιμενίζεται χρόνια τώρα στο Λιμάνι του Πειραιά επίσης ως μουσείο, ο πολυχώρος που θα κτιστεί περιλαμβάνει εκθεσιακό κέντρο -δεν ξέρουμε τι θα εκτίθεται-, συνεδριακό κέντρο και κέντρο εκδηλώσεων απροσδιόριστου είδους.

Ρώτησα χθες αν μπορεί να είναι ανεκτό να διατίθενται οι αίθουσες αυτές και για εκδηλώσεις γάμων, βαφτίσια και άλλα για λόγους ενίσχυσης οικονομικής. Τι να κάνουμε; Ρεαλισμός. Τι είδαμε αυτές τις μέρες στο Μουσείο της Ακρόπολης; Την Τσικνοπέμπτη –πού;- στο Μουσείο της Ακρόπολης.

Περιλαμβάνει κέντρο εκδηλώσεων λοιπόν απροσδιόριστου είδους, κέντρο αναψυχής και περιπάτου, καταστήματα εστίασης, εστιατόριο, ουζερί, καφετέρια, βιβλιοθήκη -καλό αυτό- χωρίς όμως να αναφέρεται πουθενά ότι υπάρχει κάποια συλλογή βιβλίων ή κάτι τις τελοσπάντων ή αν υφίστανται βιβλία. Επίσης περιλαμβάνει κέντρο ψηφιακής ενημέρωσης αορίστως, προσομοίωση μικρού καρνάγιου στον παράλιο χώρο, εγκατάσταση για εκπαίδευση στο σπορ καταδύσεων, υπόγειο πάρκινγκ με εκατόν τριάντα θέσεις τουλάχιστον και πεζογέφυρες, βεράντες σε ένα τοπίο εξαιρετικό, προνομιούχο για κάθε περιπατητή με φόντο τον Σαρωνικό και την ευρύτερη περιοχή.

Πού είναι τα χιλιάδες ναυτικά εκθέματα της θαλασσινής μας ιστορίας, που στοιβάζονται σε αποθήκες ή σαπίζουν ανά την Ελλάδα, οι προθήκες, οι μουσειακές εκθέσεις, οι βιβλιοθήκες, τα ερευνητικά εργαστήρια και τα εργαστήρια συντήρησης, ό,τι χρειάζεται το Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος και ό,τι απαιτεί ένα σύγχρονο διεθνές ναυτικό μουσείο;

Πρόκειται για πολυχώρο, που σαφώς απευθύνεται τουλάχιστον κατά το ήμισυ, για να είμαι επιεικής, σε καταναλωτές για αναψυχή σε ένα όντως, όπως είπα, προνομιακό φυσικό περιβάλλον με εξαίρετη θέα. Η ναυτική παράδοση και πολύ περισσότερο το Μουσείο γίνεται πρόσχημα για μια εμπορευματοποίηση, από την οποία προφανώς εξαιρούμε -το λέω και πάλι- τα πλωτά μουσεία.

Να σημειώσουμε τέλος ότι δεν υπάρχουν άλλα εκθέματα πλην των πλωτών μουσείων ούτε προβλέπεται να αναζητηθούν. Δεν αναφέρεται με κάποιο σαφή τρόπο έρευνα και στον όλο σχεδιασμό απουσιάζει εντελώς το Υπουργείο Πολιτισμού, το κατά τον αρχαιολογικό νόμο μοναδικό Υπουργείο αρμόδιο για οποιοδήποτε τύπου μουσείο ανά την επικράτεια.

Τελειώνω σύντομα με τεχνικά, οικονομικά, περιβαλλοντικά, αρχαιολογικά και διαχειριστικά ζητήματα. Από την ίδια την ήδη υπογεγραμμένη σύμβαση που γίνεται νόμος προβλέπεται αναλυτικά σημαντική αύξηση συντελεστή δόμησης και ύψους κτίσματος και επέκταση στον αιγιαλό και στην παραλία. Το δε ύψος θα φτάνει σε ορισμένα σημεία μέχρι και είκοσι δύο μέτρα. Έχουμε καραμπινάτη υπερδόμηση άνευ λόγου δίπλα στη θάλασσα. Για όλο το έργο και για τον εξοπλισμό του προβλέπεται πλήρης απαλλαγή από όλα τα είδη φορολογίας συμπεριλαμβανομένου και του ΦΠΑ, ενώ παραμένει ασαφές και χωρίς να περιγράφεται το καθεστώς λειτουργίας των καθαρά εμπορικών χρήσεων που προαναφέρθηκαν, όπως εστιατόρια, πάρκινγκ κλπ.

Επίσης πουθενά δεν προβλέπεται στη σύμβαση -θα ήθελα εδώ, κύριε Χατζηδάκη, να με προσέξετε ακριβώς γιατί είστε αυτοδιοικητικός- καταβολή δημοτικών τελών στον Δήμο Παλαιού Φαλήρου. Προκύπτει ότι αυτές οι χρήσεις θα ανατίθενται σε επιχειρηματίες είτε για το πάρκινγκ είτε για τα εστιατόρια, αλλά πουθενά δεν προβλέπονται διαγωνισμοί και είναι βέβαιο ότι θα έχουμε απευθείας αναθέσεις από τον κατά τα άλλα κρατικό οργανισμό προς κάποιους ιδιώτες προφανώς επιλογής. Τέλος, δεν απαντήθηκε αν το Πάρκο θα έχει εισιτήριο. Ρωτήσαμε, αλλά εισπράξαμε σιωπή.

Κατά το πρότυπο του Ελληνικού δεν προβλέπεται αρχαιολογική μελέτη παρά μόνο αν βρεθούν αρχαιολογικά ευρήματα. Τότε θα κληθεί η Αρχαιολογική Υπηρεσία. Κι όμως βρισκόμαστε στο σημείο όπου υπήρχε ο πρώτος αρχαίος λιμένας της Αθήνας πριν οικοδομηθούν οι πειραϊκοί λιμένες. Οι ανασκαφές και τα εκπληκτικά κατάλοιπα των Δεσμωτών του Φαλήρου στο διπλανό συγκρότημα Σταύρος Νιάρχος δείχνουν ότι θα έχουμε πιθανόν ανάλογες εξελίξεις. Το γνωρίζουν οι δωρητές ή θα αρχίσει πάλι η γνωστή αντιεπιστημονική και ανιστόρητη γκρίνια ότι μας καθυστερεί η Αρχαιολογική Υπηρεσία;

Επίσης, η στρατηγική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, η ΣΜΠΕ, που προβλέπεται στη σύμβαση, έπεται, τοποθετείται χρονικά μετά την ψήφιση του νόμου, αφού δηλαδή ο νόμος οριοθετεί και την κάθε λεπτομέρεια και νομοθετεί τους όρους κατασκευής του έργου, τα ύψη, τον συντελεστή δόμησης, αυτά δηλαδή που καθορίζουν σε κάθε έργο την περιβαλλοντική επίπτωση. Αφού δεν μπορούν να αναιρεθούν αυτά, γιατί είναι νόμος του κράτους, τι θα έρθει να κάνει η στρατηγική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων; Και αν είναι αρνητική, θα καταργήσει τον νόμο;

Τώρα, για τη διαχείριση, όταν παραδοθεί το έργο έχουμε τη γνωστή σύνθεση, που αναφέρθηκα σε αυτό, του διοικητικού συμβουλίου, την πλήρη απουσία ειδικών επιστημόνων, αρχαιολόγων εναλίων αρχαιοτήτων, ιστορικών κλπ.

Υπάρχει ένα σημείωμα που μας παρουσιάστηκε βάσει του οποίου το Πάρκο θα έχει ετήσια έξοδα 3.000.000 ευρώ και ετήσια έσοδα 2,5 εκατομμύρια ευρώ. Το υπόλοιπο, των 500.000 ευρώ περίπου, θα το καταβάλλει το Ελληνικό Δημόσιο. Αυτή η μελέτη δεν μας παρουσιάστηκε ποτέ, αλλά ούτε και η έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, που επισυνάπτεται στο σχέδιο νόμου φωτίζει τα πράγματα. Το αντίθετο μάλιστα.

Θέλω πριν κλείσω να καταθέσω στα Πρακτικά το υπόμνημα του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδας, το οποίο συμπληρώνει με πολύ καλύτερο τρόπο όσα είπα, και έναν πίνακα διαχρονικό, που δείχνει την εξέλιξη μέχρι και την τωρινή ρύθμιση των χρήσεων των όρων δόμησης. Είναι πολύ ενδεικτικός.

Θέλω να κάνω αναφορά στην συγκλονιστική και σαφέστατη έκθεση επί του νομοσχεδίου αυτού της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής, η οποία σας λέει, κύριε Υπουργέ, -και δεν ξέρω, δεν θα το λάβετε υπ’ όψη;- ότι: «Σε κάθε κατηγορία χρήσεων επιτρέπονται μόνον οι εκεί αναφερόμενες χρήσεις. Συνάγεται ότι με την ισχύουσα νομοθεσία καθιερούται το σύστημα της τυποποιήσεως των κατηγοριών χρήσεων γης. Κατά το σύστημα αυτό, η διενεργούσα τον πολεοδομικό σχεδιασμό διοίκηση δεν είναι ελευθέρα να αναμιγνύει στις χρήσεις γης νοθεύουσα τις ορισθείσες διά του διατάγματος κατηγορίες, αλλά οφείλει να επιλέγει για κάθε περιοχή μία κατηγορία χρήσεων με το περιεχόμενο το οποίο ορίζουν οι ως άνω διατάξεις» κλπ κλπ. Λέει και πολλά άλλα πάρα πολύ σημαντικά, τα οποία θέτουν και από αυτήν την επιστημονική άποψη την ανάγκη να παγώσει αυτό το νομοσχέδιο, να πάει πίσω, να επανεξεταστεί και να έρθει με πραγματικούς όρους.

Η πρόταση μας είναι ξεκάθαρη: Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδας με ένα μεγάλο παράρτημα διεθνών μουσειακών προδιαγραφών στο Φάληρο, με συγκέντρωση όρων περισσότερων σταθερών και πλωτών εκθεμάτων -είναι δυνατόν-, προστατευόμενα ρητά από τον αρχαιολογικό νόμο, υπό τον απόλυτο έλεγχο των δύο αρμοδίων κρατικών φορέων, του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού και του Υπουργείου Πολιτισμού. Ένα μουσείο συνέχεια του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδας, της Ζέας, στα πρότυπα των μεγάλων ναυτικών μουσείων των ναυτικών χωρών και πρωτευουσών-λιμανιών της Ευρώπης, του Λονδίνου, του Ρότερνταμ, της Βαρκελώνης και άλλων. Όχι σε μία δήθεν ιστορική, στην πραγματικότητα εμπορική –μη με παρερμηνεύσετε- κατά το ήμισυ «Ντίσνεϊλαντ» που θα παριστάνει το μουσείο χωρίς να είναι.»

Read Original