Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προσέφερε στον Βλαντιμίρ Πούτιν μερικές αναζωογονητικές οικονομικές ειδήσεις. Ο Ρώσος πρόεδρος θα πρέπει τώρα να παρουσιάσει την υπόθεση στη δική του κυβέρνηση, η οποία, ωστόσο, δεν συμμερίζεται την αισιοδοξία του ΔΝΤ.
Ο διεθνής οργανισμός εκτίμησε πρόσφατα ότι η Ρωσία θα αποφύγει την ύφεση το 2023 και θα έχει ανάπτυξη με ρυθμό 0,3%, μετά τη συρρίκνωση κατά 2,2% το 2022.
Αυτό ισοδυναμεί με μια οιονεί στασιμότητα, αλλά εξακολουθεί να φαίνεται πολύ θετικό γεγονός. Με μια πρώτη ματιά, η τελευταία πρόβλεψη του Ταμείου είναι ένας λόγος ελπίδας για μια οικονομία που έχει πληγεί από το κόστος της εισβολής στην Ουκρανία και τις σχετικές κυρώσεις.
Και παρόλο που οι παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές δεν φαίνονται τόσο τρομακτικές όσο πριν από λίγους μήνες, η επί τα βελτίω αναθεώρηση στην περίπτωση της Ρωσίας είναι σημαντική.
Τον Οκτώβριο είχε προβλέψει το ΔΝΤ το ΑΕΠ της χώρας να συρρικνώνεται κατά 2,3% φέτος. Το ΔΝΤ, βέβαια, δεν έχει αναφέρει λεπτομερώς το σκεπτικό επί του οποίου βασίζονται οι δικές του αισιόδοξες προοπτικές για τη Ρωσία.
Οι Ρώσοι οικονομολόγοι, που ρωτήθηκαν αυτόν τον μήνα από την κεντρική τράπεζα της χώρας, εξακολουθούν να αναμένουν το ΑΕΠ να μειωθεί κατά 1,5% φέτος.
Και το υπουργείο Οικονομίας εξακολουθεί να προβλέπει ότι η παραγωγή θα συρρικνωθεί κατά 0,8%, σύμφωνα με τη ρωσική ανεξάρτητη έκδοση The Bell.
Βέβαια, το κλειδί για την αισιοδοξία του ΔΝΤ μπορεί να είναι οι υποθέσεις του για τις τιμές του πετρελαίου και οι επιπτώσεις των πρόσφατων απαγορεύσεων και ανώτατων ορίων των τιμών από την Ευρωπαϊκή Ενωση και την ομάδα των επτά μεγαλύτερων βιομηχανικών χωρών. Τα μέτρα δεν θα επηρεάσουν «σημαντικά» τις εξαγωγές πετρελαίου της Ρωσίας, όπως αναφέρει το Ταμείο.
Αυτό είναι ένα θέμα έντονης συζήτησης μεταξύ των οικονομολόγων, καθώς οι τιμές του πετρελαίου παραμένουν κάτω από το ανώτατο όριο που έχει ορίσει η ομάδα των επτά.
Πολλά θα εξαρτηθούν από την εξέλιξη των τιμών του πετρελαίου φέτος. Οι εξαγωγές του και εκείνες του φυσικού αερίου ανήλθαν σε περίπου 15% του ΑΕΠ της Ρωσίας το 2021 και οι σχετικοί φόροι χρηματοδοτούν περισσότερο από το 40% του κρατικού προϋπολογισμού.
Το Urals, το ρωσικό αργό, διαπραγματεύεται περίπου στα 56 δολάρια το βαρέλι. Η υποχώρηση στην τιμή του πετρελαίου τύπου Brent, που θεωρείται σημείο αναφοράς, είναι τώρα στο 33%, έναντι του 7% πριν από τον πόλεμο.
Αυτό είναι ένα σημάδι ότι οι κυρώσεις είχαν κάποιο αντίκτυπο, ενώ παράλληλα δημιουργεί περαιτέρω αμφιβολίες για την αισιοδοξία του ΔΝΤ.
Τον Οκτώβριο, η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας προέβλεψε ότι η εγχώρια οικονομία θα συρρικνωθεί μεταξύ 1,5% και 4% φέτος.
Αυτό προϋπέθετε μια τιμή 70 δολαρίων το βαρέλι για το ρωσικό αργό, τον ίδιο αριθμό που χρησιμοποίησε η κυβέρνηση για τον δημοσιονομικό της σχεδιασμό.
Τέσσερις μήνες αργότερα η παγκόσμια οικονομία έχει καλύτερες προοπτικές και η Ρωσία μπορεί να είναι πιο ανθεκτική από το αναμενόμενο. Εντούτοις, μόνο ένα σοβαρό ράλι της τιμής του πετρελαίου, κάτι απίθανο στο πλαίσιο της «αποδυναμωμένης ανάπτυξης» της παγκόσμιας οικονομίας, θα μπορούσε να δικαιολογήσει τη θεώρηση της ρωσικής οικονομίας μέσα από ένα πρίσμα αισιοδοξίας.