Ο S&P 500 σημείωσε μεν οριακή άνοδο στη σημερινή συνεδρίαση της Wall Street, όμως εξακολουθεί να έχει την χειρότερη εβδομάδα σε διάρκεια δύο μηνών.
Ο δείκτης ενισχύθηκε 0,2%, κλείνοντας στις 4.090,46 μονάδες, όπως και ο Dow Jones που σημείωσε άνοδο 0,5% ή κατά 169,39 μονάδες στις 33.869,27 μονάδες. Αντίθετα, ο Nasdaq έκλεισε με πτώση 0,61% κλείνοντας στις 11.718,12 μονάδες.
Ο δείκτης Russell 1000 για τις μετοχές ανάπτυξης, ο οποίος περιλαμβάνει κάποια ονόματα εταιρειών μεγάλης κεφαλαιοποίησης καταγράφει κέρδη 0,33%.
Σε εβδομαδιαία βάση ωστόσο και οι τρεις δείκτες κατέγραψαν πτώση. Με απώλειες 1,1% ο S&P 500 σημείωσε την πρώτη εβδομαδιαία πτώση σε διάρκεια τριών εβδομάδων, ενώ ο Nasdaq κατέγραψε πτώση 2,41% – πρόκειται για τις μεγαλύτερες ημερήσιες απώλειες του δείκτη από το Δεκέμβριο του 2022. Όσο για τον Dow κατέγραψε απώλειες 0,2%.
Από τους επιμέρους κλάδους, αυτός της ενέργειας ενισχύθηκε κοντά 4% μετά την απόφαση της Ρωσίας να μειώσει την παραγωγή πετρελαίου της κατά 500.000 βαρέλια, ενώ ο κλάδος επιλεγμένων καταναλωτικών αγαθών υποχώρησε 1,22%.
Οι επενδυτές προσπαθούν αυτή τη στιγμή να μαντέψουν τις επόμενες κινήσεις της Φέντεραλ Ριζέρβ και σε αυτό θα βοηθήσουν και τα στοιχεία για τον πληθωρισμό Ιανουαρίου που ανακοινώνονται στις ΗΠΑ την επόμενη Τρίτη.
«Οι ενδείξεις είναι αντικρουόμενες και γι΄αυτό ακριβώς υπάρχει μεταβλητότητα. Δεν υπάρχει κάτι σαφές από τους κορυφαίους δείκτες ικανό να προσφέρει εμπιστοσύνη. Και οι αγορές το σιχαίνονται αυτό», αναφέρει ο Σάνα Σίσελ, ιδρυτής της Banrion Capital Management.
Aπό τις μετοχές ξεχώρισε αρνητικά η Lyft, που έκανε βουτιά άνω του 35%, από τη στιγμή που η εταιρεία υπηρεσιών διαμοιρασμού ανακοίνωσε απογοητευτικά αποτελέσματα τέταρτου τριμήνου. Επίσης, η Expedia «είδε» τις μετοχές της να υποχωρούν περισσότερο από 9% από τη στιγμή που τα κέρδη και τα έσοδα ήταν κατώτερα των προσδοκιών.
Με το 70% των εισηγμένων στο δείκτη S&P 500 επιχειρήσεων να έχουν ανακοινώσει αποτελέσματα τριμήνου, περίπου τα τρία-τέταρτα έχουν ανακοινώσει κέρδη και έσοδα καλύτερα των προβλέψεων. Πρόκειται ωστόσο μικρότερο ποσοστό από τον τριετή ιστορικό μέσο όρο του 79%, σύμφωνα με το The Earnings Scout.