Το έμφραγμα στην εφοδιαστική αλυσίδα, η αύξηση του κόστους αλλά και η ανησυχία για τους γεωπολιτικούς κινδύνους εξωθούν ευρωπαϊκές και αμερικανικές εταιρείες να αναθεωρήσουν τις επενδύσεις τους στην Κίνα. Για τις αμερικανικές εταιρείες ισχυρός παράγοντας είναι η κλιμακούμενη ένταση στις εμπορικές σχέσεις του Πεκίνου με την Ουάσιγκτον, ενώ για τις ευρωπαϊκές η στενή σχέση της Κίνας με τη Ρωσία εντείνει τον προβληματισμό που προκάλεσε το έμφραγμα στην εφοδιαστική αλυσίδα. Ετσι, πολλές ευρωπαϊκές βιομηχανίες μόδας περιορίζουν δραστικά την εξάρτησή τους από τα εργοστάσια της Κίνας και μεταφέρουν την παραγωγή τους σε χώρες εντός Ευρώπης ή γειτονικές στην Ευρώπη. Ανάμεσά τους η χώρα που φαίνεται να επωφελείται προς το παρόν είναι κατά κύριο λόγο η Τουρκία, που έχει ήδη προσελκύσει πολλές δυτικές φίρμες, προφανώς και εξαιτίας της τελωνειακής ένωσης που τη συνδέει με την Ε.Ε. Αποτελεί, έτσι, δημοφιλή προορισμό ευρωπαϊκών βιομηχανιών και ήδη έχουν εκεί μονάδες τους οι Hugo Boss, Adidas, Nike και Zara.
Οπως αναφέρει σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times, η σουηδογερμανική βιομηχανία μόδας Marc O’ Polo έχει μεταφέρει μονάδες παραγωγής της στην Τουρκία και την Πορτογαλία από το 2021. Μιλώντας στη βρετανική εφημερίδα, ο διευθύνων σύμβουλός της, Ντίτερ Χόλτζερ, τόνισε πως στόχος της ήταν «να αποφύγουμε τους κινδύνους στην εφοδιαστική μας αλυσίδα και να την καταστήσουμε πιο βιώσιμη». Προσέθεσε, άλλωστε, πως πολλές βιομηχανίες κάνουν το ίδιο. Αλλες μεγάλες φίρμες μόδας, όπως η Mango και η Dr Martens είτε έχουν ήδη μεταφέρει είτε σχεδιάζουν να μεταφέρουν αλλού μονάδες τους από την Κίνα ή και γενικότερα από τη νοτιοανατολική Ασία. Και όπως τόνισε ο διευθύνων σύμβουλος της Dr Martens, Κένι Γουίλσον, «το ζητούμενο είναι να μειωθεί η εξάρτησή μας από την Κίνα». Από το 2018, οπότε ανέλαβε επικεφαλής της εν λόγω βιομηχανίας παπουτσιών, ο Γουίλσον έχει μεταφέρει το 55% της συνολικής παραγωγής της έξω από την Κίνα.
Μιλώντας στο αμερικανικό δίκτυο CNBC ο Ρίτσαρντ Μάρτιν, γενικός διευθυντής της IMA Asia, εξέφρασε τη συλλογιστική των ευρωπαϊκών βιομηχανιών, τονίζοντας ότι «χάσαμε τις πωλήσεις ρούχων στη Ρωσία, καθώς αναγκαστήκαμε να κλείσουμε τις επιχειρήσεις μας και να φύγουμε, αλλά θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο και στην Κίνα, οπότε ας προσπαθήσουμε να αμβλύνουμε τις επιπτώσεις».
Πολλές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις μεταφέρουν την παραγωγή τους σε χώρες εντός Ευρώπης ή γειτονικές στην Ευρώπη.
Ενδεικτική και η πρόσφατη δήλωση του Τόνι Ρούιζ, διευθύνοντος συμβούλου της Mango, ότι σκέπτεται να προμηθεύεται λιγότερα από την Κίνα, «αλλά θα επαγρυπνούμε και θα παρακολουθούμε πώς εξελίσσονται τα πράγματα». Προσέθεσε, επίσης ότι η βιομηχανία του «εξετάζει σε ποιο βαθμό θα μπορούσε να επιστρέψει στην περιοχή μας όλη αυτή η υπεργολαβία, όλη αυτή η παραγωγή που έχει μεταφερθεί ανά τον κόσμο και έχει αναπτυχθεί εδώ και πολλά χρόνια στην παγκόσμια αγορά».
Οπως τονίζει ο Ρίτσαρντ Μάρτιν, «το πρόβλημα είναι οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, καθώς οι αμερικανικές επιχειρήσεις είναι πολύ πιο προσεκτικές από την εποχή που η κυβέρνηση Ντόναλντ Τραμπ εγκαινίασε τον εμπορικό πόλεμο». Η τάση επιταχύνθηκε, πάντως, με την πανδημία και το έμφραγμα που αυτή προκάλεσε στην εφοδιαστική αλυσίδα, οδηγώντας στα ύψη το κόστος της μεταφοράς, όπως άλλωστε και οι μεγάλες καθυστερήσεις που σημειώθηκαν όταν άρχισαν να αρρωσταίνουν ή και να υποχρεώνονται σε απομόνωση οι εργαζόμενοι στα εργοστάσια της Ασίας». Σύμβουλος της βιομηχανίας ανέφερε μάλιστα πως μια εταιρεία λιανικής που ειδικεύεται στο είδος, είχε παραγγείλει από την προηγούμενη σεζόν εξάρτυση και ρούχα του σκι, που κατέφθασαν το καλοκαίρι του 2022. Ο Τοντ Ζιμς, αντιπρόεδρος της FourKites, πλατφόρμας πληροφοριών για θέματα της εφοδιαστικής αλυσίδας, σχολιάζει μάλιστα πως «για πολλούς ανήκουν πλέον στο παρελθόν οι εποχές που η μεταποίηση γινόταν μόνο στην Κίνα και μεταφερόταν αλλού».
Πέραν των γεωπολιτικών κινδύνων, πάντως, συνηγορούν και παράγοντες αμιγώς οικονομικής φύσης, καθώς τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα έχουν αυξήσει σημαντικά το κόστος της μεταφοράς έτοιμων προϊόντων. Παράλληλα μειώνονται τα κίνητρα που είχαν παλαιότερα οι βιομηχανίες για να παράγουν στην Κίνα: το κόστος της παραγωγής έχει αυξηθεί σημαντικά στο εργοστάσιο του κόσμου, όπως έχει χαρακτηριστεί η Κίνα, ακολουθώντας τις εξελίξεις των μισθών. Σύμφωνα με στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας της Κίνας, ο μέσος μισθός σε μια βιομηχανία διπλασιάστηκε στο διάστημα από το 2013 μέχρι το 2021 και από 6.689 δολ. πλησιάζει πλέον τα 14.000 δολ. Η διαδικασία απεξάρτησης από την Κίνα θα είναι, πάντως, αργή. Μέχρι στιγμής η Κίνα και το Βιετνάμ, όπως και άλλες χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας, αντιπροσωπεύουν τη μερίδα του λέοντος στις εξαγωγές ειδών κλωστοϋφαντουργίας. Πάνω από το 50% των προμηθειών που αγοράζει η μεγαλύτερη βιομηχανία λιανικών πωλήσεων ειδών ένδυσης, η Inditex, παρέμεναν στην Ασία το 2021 και έχουν σημειώσει ελάχιστη μείωση σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2018.