Η μακροζωία, δηλαδή ο συνδυασμός περισσότερων χρόνων επιβίωσης με την καλύτερη ποιότητα ζωής, είναι το ζητούμενο της σύγχρονης, βιοϊατρικής, επιστημονικής έρευνας. Για τη διασφάλιση της μακροζωίας, η συνέργεια του περιβάλλοντος, του τρόπου ζωής και του γενετικού υλικού διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο. Η φυσιολογική ομοιόσταση (δηλαδή η διατήρηση σταθερής κατάστασης) ενός οργανισμού απορρυθμίζεται κατά τη διάρκεια της γήρανσης, ως αποτέλεσμα της δυσλειτουργίας των κυτταρικών διεργασιών, συμπεριλαμβανομένου του γενετικού υλικού. Ελαττώματα στις κυτταρικές διαδικασίες μετατροπής του γενετικού υλικού στο τελικό προϊόν, δηλαδή την πρωτεΐνη, μπορεί να αποτελέσουν τη βάση για την εμφάνιση ασθένειας.
Ωστόσο, οι μοριακοί μηχανισμοί που οδηγούν στην απώλεια της μεταγραφικής πιστότητας δεν έχουν διευκρινιστεί, και αυτό έγινε προσπάθεια να διευκρινιστεί στην πρόσφατη δημοσίευση της έγκριτης διεθνούς επιστημονικής επιθεώρησης Nature. Το ένζυμο RNA πολυμεράση II φαίνεται να διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία αυτή. Οι ερευνητές βρήκαν ότι η μέση ταχύτητα επιμήκυνσης της μεταγραφής του γενετικού υλικού, που αντιστοιχεί με την ταχύτητα του ενζύμου RNA πολυμεράση II, αυξήθηκε με την αύξηση της ηλικίας. Επιπρόσθετα, πραγματοποιήθηκαν δύο παρεμβάσεις οι οποίες παρέτειναν τη διάρκεια του κύκλου ζωής. Τόσο η θερμιδική μείωση της καθημερινής διατροφικής πρόσληψης όσο και περίπλοκες ορμονικές διαφοροποιήσεις αντέστρεψαν τις περισσότερες από τις αλλαγές στη διαδικασία της μεταγραφής που σχετίζονται με τη γήρανση.
Συμπερασματικά, η μελέτη έδειξε ότι η αύξηση της ηλικίας σχετίζεται με την αύξηση της ταχύτητας του ενζύμου RNA πολυμεράση II και την επακόλουθη αύξηση της ταχύτητας της επιμήκυνσης της μεταγραφής του DNA σε RNA. Επιπλέον, η μείωση της ταχύτητας της RNA πολυμεράσης II οδηγεί σε επέκταση του κύκλου ζωής, δηλαδή αυξημένο προσδόκιμο ζωής. Τα ευρήματα της μελέτης κρίνονται ιδιαίτερα σημαντικά καθώς αποκαλύπτουν θεμελιώδεις μοριακούς μηχανισμούς που διέπουν τη γήρανση και περιγράφουν πιθανές παρεμβάσεις για την επιμήκυνση της διάρκειας ζωής, και αποτελούν τη βάση για τη διερεύνηση πιθανών προληπτικών μέτρων για τη μακροζωία. Με τη βοήθεια τέτοιων ερευνητικών επιπέδων σε επίπεδο βασικής ανάλυσης, μπορούμε να κατανοούμε πλέον πώς παρεμβάσεις όπως η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, η υγιεινή διατροφή ή η αποφυγή του καπνίσματος μπορούν να οδηγήσουν σε όλο και πιο αργοπορημένη εμφάνιση των χρόνιων μη μεταδοτικών νοσημάτων που εμφανίζονται κατά τη γήρανση, όπως ο καρκίνος, τα καρδιαγγειακά νοσήματα ή η άνοια. Παράλληλα, φαίνεται ότι όλο και πιο εξελιγμένες γενετικές εξετάσεις με πολυγονιδιακό έλεγχο θα βοηθούν τον άνθρωπο να κάνει τις καταλληλότερες επιλογές για να δια-σφαλίσει τη μακροζωία του.
* Η κ. Θεοδώρα Ψαλτοπούλου είναι παθολόγος, καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ.