Το Πάσχα στην Κάρπαθο είναι μια διαδρομή από την απόλυτη μυσταγωγία στη διονυσιακή χαρά, σε ένα περιβάλλον με διάχυτα αρώματα. Στην Όλυμπο Καρπάθου, ωστόσο, το πένθος γίνεται εκτός από συλλογική υπόθεση και απόλυτα προσωπική, αφού ο καθένας και η καθεμία θρηνούν τους δικούς τους νεκρούς μαζί με τον Χριστό τη Μεγάλη Παρασκευή.
Τη Mεγάλη Εβδομάδα δεν υπάρχει σοκάκι και πλατεία στα κάτω (νότια) ή στα πάνω (βόρεια) χωριά της Καρπάθου που να μην ευωδιάζει αρώματα. Οι ξυλόφουρνοι έχουν ανάψει με κλαδιά κινομαλάς (φασκόμηλου), σχίνου ή πεύκου, για να ψηθούν τα σταυροκούλουρα (ή γαλατένα στη νότια Κάρπαθο) και τα λαμπροκούλουρα, που προσφέρονται σε κάθε σπίτι από την Ανάσταση και για 40 μέρες μέχρι την Ανάληψη.
Τη Μεγάλη Παρασκευή όμως στην Όλυμπο, το Θείο Δράμα γίνεται ανθρώπινο· σε αυτόν τον άγονο, αλλά τόσο γοητευτικό τόπο μοναδικής ομορφιάς, όπου ο χρόνος μοιάζει παγωμένος.
Οι πιστοί δεν ακολουθούν τυπικά τον Επιτάφιο, με τον συμβολισμό που φέρει. Γιατί ο δικός τους Επιτάφιος δεν μεταφέρει μόνο τον Χριστό, αλλά και τις φωτογραφίες των νεκρών της κοινότητας – όσων «έφυγαν» τη χρονιά που πέρασε. Συχνά οι φωτογραφίες συνοδεύονται από μαντινάδες, άλλωστε στο νησί δεν υπάρχει χαρά ή λύπη που να μη συνοδεύεται από την παράδοση της μαντινάδας. Μαθαίνουμε από παιδιά να εκφραζόμαστε έμμετρα, ποιητικά, και να το μοιραζόμαστε. Οι γυναίκες βγάζουν τα μαντίλια και θρηνούν. Το χωριό πενθεί τους δικούς του ανθρώπους δίπλα στον Χριστό. Μετά το μεσημέρι της Αποκαθήλωσης, όλοι μαζί βιώνουν το συλλογικό πένθος.
Μετά την Ανάσταση, το κοινό αίσθημα περνάει από την οδύνη στην ελπίδα, τη λύτρωση και τη διονυσιακή μουσική, για να κορυφωθεί τη Λαμπρή Τρίτη με την περιφορά των εικόνων που μεταφέρουν το αναστάσιμο μήνυμα, τη δέηση για την ανομβρία, την πομπή στο νεκροταφείο του χωριού και το «θρόνιασμα» ή «ύψωμα» των εικόνων στην εκκλησία. Η τελετή καταλήγει σε χορό όπου συμμετέχουν και οι νέες του χωριού, στολισμένες με την καρπαθίτικη φορεσιά (καβάι) και τα χρυσά φλουριά στον λαιμό. Είναι τα ίδια κορίτσια που λίγο νωρίτερα έβλεπες να κάθονται αμίλητα στα σκαλιά της εκκλησίας, σαν μέρος χορικού αρχαίας τραγωδίας.
Έχει προηγηθεί το πασχαλινό τραπέζι με το παραδοσιακό οφτό, κατσίκι ή αρνί γεμιστό με πλιγούρι, συκωτάκια και μπαχαρικά, ανάμεσα στα οποία δεσπόζει η κανέλα.
Τη Λαμπρή Εβδομάδα τα χωριά λούζονται ξανά στ’ αρώματα, οι φούρνοι ξανανάβουν. Συχνά υπνωτισμένη, ακολουθώ τη μυρωδιά να δω ποια φουρνίζει σήμερα τούρτες (τρίγωνα με ζύμη τσουρεκιού και γεμισμένα με μυζήθρα πασπαλισμένη με κανέλα και κοπανισμένο γαρίφαλο). Από ποιον φούρνο βγήκαν ήδη οι κούκνουκες –τα κουλούρια με το έντονο άρωμα κανέλας, τυλιγμένα γύρω από ένα βαμμένο πασχαλινό αυγό–, που στην Όλυμπο τα ονομάζουν πούλλους και τα οποία έχουν συχνά το σχήμα φιδιών και μυστήριων πλασμάτων. Εκεί, στην Όλυμπο, αν δεν υπάρχει μεγάλο πένθος, θα πετύχετε και καθιστά γλέντια στα καφενεία. Εκεί θα νιώσετε ξεκάθαρα πως το έθιμο δεν είναι μια τυπική αναπαράσταση. Είναι ένα συλλογικό βίωμα, βουτιά, λύτρωση, συμφιλίωση κι ελπίδα.
* Η Φωτεινή Λαμπρίδη είναι δημοσιογράφος και στιχουργός, με καταγωγή από την Κάρπαθο.