Θα αντέξει η Ευρώπη;

1 year ago 71

Η Ε.Ε. επέδειξε εντυπωσιακή ενότητα στη στήριξη της Ουκρανίας και στην επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία μετά την εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου. Στα μέσα Δεκεμβρίου οι «27» υιοθέτησαν το ένατο πακέτο περιοριστικών μέτρων κατά της Μόσχας. Λίγες ημέρες νωρίτερα συμφώνησαν σε νομοθετική πρόταση για την παροχή δανείων συνολικού ύψους 18 δισ. ευρώ προς την Ουκρανία για τη στήριξη της οικονομίας της το 2023. Στις αρχές Δεκεμβρίου κατέληξαν σε κοινή θέση για πλαφόν στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου, επιτρέποντας την επιβολή του από κοινού με το G7 και την Αυστραλία.

Θα αντέξει η Ευρώπη;-1

Το τίμημα του πολέμου και των επιλογών αυτών ήταν βαρύ για την Ενωση. Οι κυρώσεις και τα ρωσικά αντίποινα, με σημαντικότερα τη δραστική περιστολή της παροχής αερίου, είχαν ως αποτέλεσμα το ΑΕΠ της ευρωπαϊκής οικονομίας να αναμένεται να συρρικνωθεί στο δ΄ τρίμηνο του 2022. Η πρόγνωση για το 2023 κινείται στα όρια της ύφεσης: 0,3%, βάσει των φθινοπωρινών προβλέψεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Ο πληθωρισμός, ως αποτέλεσμα ειδικά της εκτόξευσης των τιμών της ενέργειας, θα κυμανθεί φέτος στο 9,3% στην Ε.Ε. και στο 8,5% στην Ευρωζώνη, επίπεδα που αποτελούν ιστορικά υψηλά, ενώ θα παραμείνει αυξημένος και το 2023 (7% στην Ε.Ε., 6,1% στην Ευρωζώνη). Η διαφαινόμενη αποτροπή των πιο αρνητικών σεναρίων σχετικά με την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης κατά τον φετινό χειμώνα αποτελεί πηγή ανακούφισης, αλλά δεν κατευνάζει τους φόβους για το επόμενο έτος. Η παράταση της οικονομικής δυσπραγίας εξαιτίας του πολέμου ισχυροποιεί τις ευρωσκεπτικιστικές φωνές που, προφασιζόμενες τις ανάγκες των πιο οικονομικά ευάλωτων στρωμάτων, τάσσονται υπέρ της άρσης των κυρώσεων και της άσκησης πίεσης στο Κίεβο για τερματισμό των εχθροπραξιών.

Θα αντέξει η Ευρώπη;-2

Τι θα κρίνει τη στάση της Ευρώπης το νέο έτος; Θα παραμείνει σθεναρή σύμμαχος της Ουκρανίας, περιορίζοντας την οικονομική ζημία του πολέμου και τις πολιτικές επιπτώσεις της; Ή θα επικρατήσουν η κόπωση, ο φόβος του λαϊκισμού και το μυωπικό οικονομικό συμφέρον, οδηγώντας σε πιέσεις προς το Κίεβο να εμπλακεί πρόωρα σε διπλωματικές διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό των εχθροπραξιών;

«Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα διαρκέσει σχεδόν σίγουρα έως και το δεύτερο εξάμηνο του 2023», λέει στην «Κ» ο Γιάκομπ Κίρκεγκααρντ, senior fellow του German Marshall Fund of the United States στις Βρυξέλλες. «Ωστόσο η Ουκρανία είναι πολύ πιθανό σταδιακά να επικρατήσει, καθώς η Ρωσία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μια οικονομία 20 φορές μεγαλύτερη – και η δυτική στήριξη [προς το Κίεβο] δείχνει στέρεη. Συνεπώς δεν θεωρώ ότι μια πιθανή ύφεση το 2023 στην Ε.Ε. θα ενισχύσει το λεγόμενο “στρατόπεδο της ειρήνης”. Ολοι διάκεινται θετικά απέναντι σε κάποιον που κερδίζει – και η Ουκρανία θα μοιάζει όλο και περισσότερο με νικήτρια το 2023». Η στήριξη για τους Ουκρανούς, προσθέτει ο Δανός αναλυτής, θα ενισχυθεί περαιτέρω εξαιτίας του «τρομοκρατικού τρόπου διεξαγωγής του πολέμου από τη Μόσχα», με τον ανηλεή βομβαρδισμό των υποδομών της Ουκρανίας εν μέσω χειμώνα.

«Η κοινή θέση μεταξύ των υποστηρικτών της Ουκρανίας –ότι η ουκρανική κυβέρνηση είναι αυτή που θα αποφασίσει πότε θα ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις με τον Πούτιν– παραμένει πολύ ισχυρή», αναφέρει από την πλευρά της η Ντανιέλα Σβάρτσερ, εκτελεστική διευθύντρια των Open Society Foundations για την Ευρώπη και την Κεντρική Ασία. Η Σβάρτσερ τονίζει πάντως ότι το Παρίσι και το Βερολίνο πρέπει να συντονίσουν στενά τις πρωτοβουλίες τους με τις χώρες της Ε.Ε. που συνορεύουν με τη Ρωσία, «διαφορετικά το ρήγμα μεταξύ τους θα βαθύνει».

Κυρώσεις και βοήθεια

Οι περισσότεροι Ευρωπαίοι ηγέτες έπαθαν σοκ τα ξημερώματα της 24ης Φεβρουαρίου όταν συνειδητοποίησαν ότι οι αμερικανικές προειδοποιήσεις ήταν ακριβείς και ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν είχε διατάξει ευρείας κλίμακας εισβολή στην Ουκρανία. Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που έλαβε χώρα εκείνη την ημέρα, η αρχική αντίδραση ήταν μάλλον χλιαρή. Η καταλυτική εμφάνιση (με ψηφιακή σύνδεση) του Βολοντίμιρ Ζελένσκι εκείνο το βράδυ ενώπιον των Ευρωπαίων ηγετών, η ηρωική αντίσταση των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων και η κατακραυγή στα ευρωπαϊκά ΜΜΕ οδήγησαν σε ραγδαία κλιμάκωση.

Η Ε.Ε. έκτοτε έχει γράψει Ιστορία. Πότε στο παρελθόν δεν επέβαλε τόσο ευρείες και σφοδρές κυρώσεις, που περιλαμβάνουν πλέον την απαγόρευση εισαγωγής ρωσικού πετρελαίου και άνθρακα, την επιβολή πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο, το «πάγωμα» των περιουσιακών στοιχείων της ρωσικής τράπεζας που βρίσκονται σε χώρες της Ενωσης (και σε άλλα μέλη του G7), τον αποκλεισμό του μεγαλύτερου μέρους του ρωσικού τραπεζικού συστήματος από το σύστημα πληρωμών SWIFT, την απαγόρευση εξαγωγών μιας ευρύτατης γκάμας προϊόντων υψηλής τεχνολογίας στη Ρωσία κ.ά. Επιπλέον, από το 2014 έως σήμερα έχουν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα σε 1.386 άτομα και 171 οργανισμούς και εταιρείες.

Δεν ήταν μια εύκολη διαδικασία. Κάθε νέος γύρος διαπραγματεύσεων γινόταν ολοένα και πιο δύσκολος, καθώς τα οφέλη των περαιτέρω μέτρων μειώνονταν και το κόστος του οικονομικού πολέμου με τη Μόσχα αυξανόταν. Ολες οι χώρες επιχείρησαν να θωρακίσουν κλάδους και προϊόντα με ειδικό βάρος για την οικονομία τους: η Ελλάδα τη ναυτιλία, το Βέλγιο τα διαμάντια, η Γαλλία και άλλες χώρες το ρωσικό ουράνιο που έχουν ανάγκη τα πυρηνικά τους εργοστάσια. Οι συμβιβασμοί, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, εξυπηρετούσαν το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον της επιβολής του μέγιστου κόστους στον Πούτιν, ελαχιστοποιώντας τις συνέπειες για τις οικονομίες των κρατών-μελών.

Σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο του Δεκεμβρίου, το 71% των Ευρωπαίων τάσσεται υπέρ των κυρώσεων κατά της Ρωσίας και το 70% υπέρ της βοήθειας προς την Ουκρανία.

Μία χώρα ήταν η οφθαλμοφανής εξαίρεση. Η Ουγγαρία του Βίκτορ Ορμπαν έχει επιδοθεί σε εκστρατεία διαρκείας κατά των κυρώσεων. Το Μάιο ήταν ο βασικός παράγοντας καθυστέρησης και παρ’ ολίγον εκτροχιασμού του έκτου πακέτου, κυρίως με τη θέση της κατά της απαγόρευσης εισαγωγής ρωσικού πετρελαίου στην Ε.Ε. Ο κ. Ορμπαν χαρακτήρισε το συγκεκριμένο μέτρο «πυρηνική βόμβα» κατά της ουγγρικής οικονομίας, ενώ τον Σεπτέμβριο απεφάνθη ότι η πολιτική των κυρώσεων συνολικά γύρισε μπούμερανγκ κατά της Ε.Ε.

Η Ενωση προχώρησε και σε άλλες κινήσεις άνευ προηγουμένου. Στις 4 Μαρτίου ενεργοποίησε για πρώτη φορά την Οδηγία Προσωρινής Προστασίας, που παρέχει σε όλους τους Ουκρανούς πρόσφυγες που φθάνουν σε ευρωπαϊκό έδαφος δικαιώματα διαμονής, εργασίας, πρόσβασης στο σύστημα εκπαίδευσης και σε υπηρεσίες υγείας και πρόνοιας. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν για ένα έτος, με τη δυνατότητα παράτασης έως τα τρία έτη. Ενέκρινε επίσης για πρώτη φορά τη χρηματοδότηση στρατιωτικής βοήθειας με κοινοτικούς πόρους. Οι έξι δόσεις αποζημιώσεων στα κράτη-μέλη από το European Peace Facility για την παροχή οπλισμού στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις αθροίζουν πλέον 3,1 δισ. ευρώ.

Παρά τις επιμέρους διαφωνίες και τις οικονομικές συνέπειες, η πολιτική της Ε.Ε. απέναντι στον πόλεμο μοιάζει να έχει τη στήριξη της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης.

Σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο του Δεκεμβρίου, το 82% των Ευρωπαίων θεωρεί ότι πρέπει να συνεχιστεί η προσπάθεια απεξάρτησης της Ε.Ε. από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα. Το 71% τάσσεται υπέρ των οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας και το 70% υπέρ της χρηματοδοτικής βοήθειας προς την Ουκρανία. Το 82% εγκρίνει την υποδοχή Ουκρανών προσφύγων στην Ευρώπη.

Ενεργειακή ανασφάλεια

Στο μέτωπο της ενέργειας, ορισμένοι αναλυτές προειδοποιούν ότι ο κίνδυνος των μπλακ άουτ δεν έχει παρέλθει, ειδικά αν ο χειμώνας αποδειχθεί ασυνήθιστα σφοδρός. Παράλληλα, η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (IEA) προειδοποίησε στα μέσα Δεκεμβρίου ότι η Ε.Ε. κινδυνεύει του χρόνου να αντιμετωπίσει ελλείψεις αερίου αν η Ρωσία περιορίσει ακόμα περισσότερο τις εξαγωγές της και η κινεζική ζήτηση ανακάμψει από τα χαμηλά επίπεδα στα οποία την είχε οδηγήσει η πολιτική zero COVID.

Ο Κίρκεγκααρντ αμφιβάλλει. «Η αγορά αυτή τη στιγμή εκτιμά ότι η κατάσταση με τις προμήθειες αερίου της Ε.Ε. δεν θα επιδεινωθεί μέσα στο 2023», σημειώνει. «Αυτό σημαίνει ότι ο πληθωρισμός που τροφοδοτείται από τις τιμές της ενέργειας στην Ευρωζώνη θα μηδενιστεί έως το τέλος του β΄ τριμήνου του νέου έτους, γεγονός που θα έπρεπε να κάνει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αναστείλει τις αυξήσεις στα επιτόκια».

«Το πιο κρίσιμο για την ενεργειακή ασφάλεια της Ενωσης», τονίζει, «είναι να διατηρηθεί η σημαντική περιστολή της ζήτησης – που κυμαίνεται σε μέσο επίπεδο 20% στην Ε.Ε. «Αν αυτό γίνει –όπως αναμένουν οι αγορές–, η κατάσταση με τις ενεργειακές προμήθειες της Ε.Ε. θα βελτιωθεί, μεταξύ άλλων λόγω της σταδιακής επανόδου της παραγωγής των γαλλικών πυρηνικών εργοστασίων και –κάτι πιο αβέβαιο εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής– της επιστροφής σε φυσιολογικά επίπεδα παραγωγής των υδροηλεκτρικών εργοστασίων της Νότιας Ευρώπης».

Από την πλευρά του ο Γκέοργκ Ζάκμαν, ειδικός σε θέματα ενέργειας του Ινστιτούτου Bruegel, εμφανίζεται καθησυχαστικός για τον φετινό χειμώνα, αρκεί να μην είναι ιδιαίτερα βαρύς. Για το 2023 αναφέρει ότι παρά τον κίνδυνο ακόμα και μηδενισμού των ροών από τη Ρωσία, η κατασκευή νέων τερματικών σταθμών LNG, οι πολιτικές εξοικονόμησης και οι νέες επενδύσεις στην ηλιακή ενέργεια θα βοηθήσουν σημαντικά. «Θα είναι ανήφορος – αλλά μπορούμε να τα καταφέρουμε», τονίζει.

Μεσοπρόθεσμα, οι προτεραιότητες, σύμφωνα με τον Γερμανό αναλυτή, πρέπει να είναι η επιτάχυνση της εισαγωγής νέων μονάδων ΑΠΕ στο σύστημα, η μείωση της ζήτησης για αέριο «με τρόπο φιλικό προς την οικονομική ανάπτυξη» και η υιοθέτηση πολιτικών ελέγχου της τιμής του, όπως η κοινή προμήθεια από Ευρωπαίους αγοραστές.

Ο ρόλος του µεταναστευτικού

Η ισχύς του λαϊκιστικού παράγοντα αναµένεται να ενισχυθεί από τη νέα εισροή προσφύγων που αναµένεται από την Ουκρανία εξαιτίας των ανηλεών βοµβαρδισµών των υποδοµών της χώρας εν µέσω χειµώνα από τη Ρωσία. Η νέα έξαρση των αφίξεων από την Ουκρανία συµπίπτει µε τα υψηλότερα επίπεδα αφίξεων από τη Βόρεια Αφρική, τη Μέση Ανατολή και την Ασία από τις ταραχώδεις ηµέρες της µεταναστευτικής κρίσης του 2015-2016.
Αυτή η αύξηση των παράτυπων εισροών έχει ήδη οδηγήσει σε ενισχυµένες πιέσεις για πιο αυστηρά µέτρα φύλαξης των ευρωπαϊκών συνόρων. Εχει επίσης αναζωπυρώσει τις εντάσεις µεταξύ των χωρών υποδοχής του ευρωπαϊκού Νότου και των υπόλοιπων κρατών-µελών σχετικά µε το διαχρονικά ακανθώδες ζήτηµα του επιµερισµού των βαρών φιλοξενίας και επεξεργασίας των αιτηµάτων ασύλου όσων καταφθάνουν στην Ε.Ε. Οι σχετικές προτάσεις (Νέο Σύµφωνο) της Κοµισιόν γι’ αυτό το θέµα, που χρονολογούνται από τον Σεπτέµβριο του 2020, δεν έχουν ακόµα υιοθετηθεί από τους «27».

Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr

Read Original