Ο Νίκος Παπαδογιάννης κλίνει το γόνυ για ένα τελευταίο ρέκβιεμ στους τέσσερις αγαπημένους φίλους που έσβησαν μέσα στο επάρατο 2022.
Ο Αλέξανδρος ήταν αθλητής. Μεγάλος αθλητής, Ολυμπιονίκης. Ακόμα μεγαλύτερος άνθρωπος: προοδευτικός, γενναιόδωρος, ευγενής, καλλιεργημένος, αλτρουιστής, προσηνής, όμορφος, οξυδερκής. Ολυμπιονίκης της ζωής, από εκείνους που φαίνονταν άτρωτοι. Ο Αλέξανδρος δεν ήταν άτρωτος, αλλά κοινός θνητός. Και ας μη του φαινόταν. Η βαρύτατη ασθένεια τον χτύπησε στα 40 του και τον πήρε μακριά μας, αδυσώπητη, δύο χρόνια αργότερα. Ο θάνατος του Αλέξανδρου είχε την ίδια αξιοπρέπεια της ζωής που έζησε και δεν έζησε. Το κατευόδιό του αφιερώθηκε στα μικρά παιδιά. «Εάν σωθεί έστω ένα, τότε χαλάλι οι κλωτσιές που έφαγα στο κεφάλι», έγραψε εκείνος, από το κρεβάτι του πόνου. Πολύ βαρύ το χώμα που τον σκέπασε τη μαύρη Παρασκευή 14 Οκτωβρίου, πολύ.
Ο Γιώργος αγαπούσε τον αθλητισμό και τους υπηρέτες του. Με τη ζωή και το έργο του, έδωσε καλό όνομα στη λέξη «μάνατζερ». Στην κηδεία του, ήρθαν όλοι. Ο Γιώργος ήταν ξένοιαστος, χαρούμενος, αισιόδοξος, χαμογελαστός, καλόκαρδος, εργατικός, αγαπησιάρης, υγιής. Δεν πήγαινε ποτέ σε μέρη όπου ο κόσμος κάπνιζε. Πήγαινε πάντοτε στις συναυλίες του Μπρους Σπρίνγκστην, ακόμα και επιβάτης σε ένα σαράβαλο στην άκρη της Ευρώπης. Δεν τον ένοιαζε που κοιμόταν στο τσιμέντο. Ήταν ο πιο αγνός άνθρωπος που γνώρισα ποτέ. Η ανίατη ασθένεια του έφαγε τα σωθικά τους τελευταίους 18 μήνες και του κούρσεψε το κορμί το Δεκαπενταύγουστο, στα 50 του χρόνια. Φωνάζαμε ο ένας τον άλλον: «Blood Brother». Αδέλφια από άλλους γονείς, με το ίδιο αίμα.
Η Κατερίνα ήταν φως. Ήλιος που έλαμπε για τους ανθρώπους δίπλα της. Ένα μόνιμο πλατύ χαμόγελο που σε έκανε να ξεχνάς ότι έδινε μια άνιση μάχη. Γυναικάρα δυο μέτρα που στο διάβα της σάρωνε τα πάντα. Ήταν όμως πάνω απ όλα φάρος ηρεμίας για τον καλό της και καλό μας Ηλία και απάνεμο λιμάνι για τον μονάκριβο της Βασίλη. Για αυτούς έδωσε τη μάχη σε αυτούς άφησε βαριά παρακαταθήκη τη λάμψη και το γέλιο της όταν θα κολυμπάνε στα νερά των Παξων και θα τη σκέφτονται. «Νιώσαμε τον πόνο του μαύρου», έγραψαν καληνυχτίζοντάς την με συγκίνηση οι συνάδελφοί της. Ο Ηλίας και ο γιος τους ο Βασίλης την ξεπροβόδισαν, στα 54 της, φορώντας το λευκό πουκάμισο της αισιοδοξίας.
Ο Χρήστος ήταν μαχητής. Ένας άνθρωπος του μόχθου με ανοιχτό μυαλό. Πολυτεχνίτης σαν τον πατέρα του και ας μην έμαθε καμία τέχνη. Αγαπούσε τη μουσική και ας μην ήξερε νότες. Λάτρευε την οικογένεια του και πολέμησε για αυτή και ας κατακρίθηκε για τις επιλογές του. Πάλεψε τίμια με το θεριό και έκρυψε τον πόνο του για να μην πονάνε και οι άλλοι. Εργαζόταν αγόγγυστα μέχρι την τελευταία στιγμή, δίπλα στον καλό μου φίλο, Γιάννη. Και τώρα γαληνεύει εκεί που συνήθιζε να απομονώνεται και να συνομιλεί με τον εαυτό του. Στη θάλασσα του, να χορεύει πάνω στο φτερό του καρχαρία. Βούτηξε στα άπατα νερά στις 23 Σεπτεμβρίου, μόλις στα 55 του χρόνια.
Ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης, ο Γιώργος Δημητρόπουλος, η Κατερίνα Δερβίση και ο Χρήστος Βρουλάκης ήταν τα αθώα θύματα του τρίσεκτου 2022, μίας επάρατης χρονιάς που δεν θα λείψει σε κανέναν , τώρα που θα φύγει ανεπιστρεπτί. Οι δικοί μου άνθρωποι, που βιάστηκαν να φύγουν. Όλοι τόσο ξεχωριστοί, όλοι τόσο ίδιοι, όταν τους έβαλε η μοίρα σημάδι.
Θα ζουν για πάντα στην καρδιά μου, αλλά δεν μου φτάνει αυτό, γαμώτο. Κοντά μου θα τους ήθελα. Κοντά στις οικογένειές τους. Δυνατούς και όρθιους. Στα γήπεδα, στις συναυλίες, στο γραφείο, στο λιμάνι. Στη ζωή και στην κοινωνία. Μακάρι να βγουν και άλλοι από το ίδιο καλούπι, με πρώτα τα παιδιά τους. Καλό ταξίδι και καλή αντάμωση, αγαπημένοι μου φίλοι. Προσεύχομαι να σας περιμένει φως. Κάποιου είδους παράδεισος.
Λίγο πριν φύγει το 2022, δέχθηκα ένα απροσδόκητο τηλεφώνημα. Από ένα σταθερό τηλέφωνο, που ξεκινούσε από 210-2510 . Νέα Φιλαδέλφεια, σκέφτηκα. Αλλά ποιος καλεί από σταθερό, τη σήμερον ημέρα; Από την άλλη άκρη της γραμμής, άκουσα τη φωνή μίας γηραιάς αλλά θαλερής κυρίας. «Αλεξάνδρου λέγομαι», μου είπε, με την ευγένεια μίας άλλης εποχής. «Έστω καθυστερημένα, θέλησα να σας ευχαριστήσω για όσα γράψατε για τον σύζυγό μου. Σας ευχαριστώ θερμά. Καλό σας βράδυ». Ο Ζαχαρίας Αλεξάνδρου, επί χρόνια πρόεδρος της ΕΟΚ, αποχαιρέτησε αυτόν τον μάταιο κόσμο, πλήρης ημερών εκείνος, στις 1 Απριλίου, σε ηλικία 97 ετών. Το τηλεφώνημα της χήρας του ήταν μία θαμπή αχτίδα φωτός μέσα στο αφόρητο έρεβος των ημερών. Μου ζέστανε την ψυχή. «Εγώ σας ευχαριστώ», της είπα.