Τα «γεράκια» κατάπιαν τα «περιστέρια» στην Φρανκφούρτη

1 year ago 70

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σφίγγει κι άλλο τη νομισματική πολιτική στην ευρωζώνη με την προσδοκία να επαναφέρει τον πληθωρισμό στο 2%: Αύξησε τα βασικά της επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης. Σε μια ασυνήθιστη κίνηση μάλιστα, το Διοικητικό Συμβούλιο προεξόφλησε και την απόφαση που θα λάβει στη συνεδρίαση της 16ης Μαρτίου: αύξηση άλλες 50 μονάδες.

«Και τους επόμενους μήνες, η ΕΚΤ σχεδιάζει να αυξήσει «σημαντικά τα επιτόκια με σταθερό ρυθμό», όπως είπε η πρόεδρος Κριστίν Λαγκάρντ, στη συνέντευξη Τύπου. Για να μην αφήσει περιθώρια παρερμηνειών, προειδοποίησε μάλιστα ότι «έχουμε ακόμη πολύ δρόμο μπροστά μας να καλύψουμε».

Με τη νέα αύξηση, τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κυμαίνονται πλέον σε εύρος μεταξύ 2,5% και 3,25%- δηλαδή σε ένα επίπεδο που δεν έχει παρατηρηθεί εδώ και σχεδόν 15 χρόνια, από τον Νοέμβριο του 2008.

Η ΕΚΤ δεν έδειξε σημάδια χαλάρωσης. Αφού αύξησε για πρώτη φορά τα επιτόκια τον περασμένο Ιούλιο κατά 50 μονάδες βάσης, στη συνέχεια προχώρησε δύο φορές στη σειρά σε άνοδο κατά 75 μονάδες βάσης πριν από την τέταρτη αύξηση τον περασμένο Δεκέμβριο κατά 50 μονάδες βάσης. Για να ακολουθήσει η πέμπτη συνεχόμενη αύξηση μέσα σε μόλις μισό χρόνο.

Η ΕΚΤ, δεν επηρεάστηκε μάλιστα  από τη σχετική άμβλυνση στην νομισματική πολιτική της Fed -η οποία τώρα εκτιμά ότι η διαδικασία αποπληθωρισμού έχει ξεκινήσει στην άλλη ακτή του Ατλαντικού. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να ακολουθήσει σκληρή πορεία, παρά τα πιο πρόσφατα στοιχεία, τα οποία υποδηλώνουν ότι ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη υποχωρεί για τρίτο συνεχόμενο μήνα, χάρη στο χαμηλότερο ενεργειακό κόστος. «Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει την πορεία των σημαντικών αυξήσεων με σταθερό ρυθμό στα επιτόκια και θα τα διατηρήσει σε αρκετά περιοριστικά επίπεδα για να εξασφαλίσει την έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα», αναφέρεται στην ανακοίνωση.

«Τα γεράκια της ΕΚΤ–οι υποστηρικτές της νομισματικής ορθοδοξίας- είχαν αξιώσει δέσμευση προς αυτή την κατεύθυνση και κέρδισαν το στοίχημα», γράφει η ισπανική El Pais. «Τα γεράκια κέρδισαν τα περιστέρια   που είχαν εκφράσει φόβους ότι η επιθετική πολιτική της Ευρωτράπεζας θα υπονόμευε την ανάπτυξη και θα πυροδοτούσε τα ασφάλιστρα κινδύνου των χωρών. Η Κριστίν Λαγκάρντ, που βρέθηκε στο στρατόπεδο των «γερακιών», είπε μάλιστα-απαντώντας σε σχετική ερώτηση- ότι το κλίμα στη συνεδρίαση ήταν «καλό» και οι μόνες ενστάσεις που διατυπώθηκαν ήταν για την επικοινωνία της απόφασης.

Τα μαθήματα του 2011

Αναμφίβολα, η Ευρώπη αντιστάθηκε στις εντάσεις που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία, αποφεύγοντας την ύφεση με άνοδο 0,1% το τελευταίο τρίμηνο του έτους. Οι αποδόσεις των ομολόγων επίσης, αυξήθηκαν σε διαχειρίσιμα ποσοστά για τις περισσότερες κυβερνήσεις. Αυτή η εξέλιξη έδωσε στα «γεράκια» του Βερολίνου και της Χάγης περισσότερα περιθώρια να επιβάλουν τις θέσεις τους στο Διοικητικό Συμβούλιο: Η Γερμανίδα Ιζαμπέλ Σνάμπελ που πιέζε συνεχώς για την ανάγκη συνέχισης της νομισματικής σύσφιξης, μαζί με τον πρόεδρο της Bundebank Γιόακιμ Νάγκελ και τον Ολλανδό κεντρικό τραπεζίτη Κλάας Κνοτ, κατόρθωσαν να επιβάλουν τη γραμμή τους. Οσο και αν τα «περιστέρια» όπως ο Φάμπιο Πανέτα , ο Γιάννης Στουρνάρας και ο Ιταλός κεντρικός τραπεζίτης Ιγνάσιο Βίσκο εξέφρασαν τις αντιρρήσεις τους, ζητώντας μια πιο ευέλικτη νομισματική συμπεριφορά.

Ιζαμπέλ Σνάμπελ

Τα «περιστέρια», για να στηρίξουν τη θέση τους, λέγεται ότι υπενθύμισαν που οδήγησε η αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ το καλοκαίρι του 2011. Ο τότε επικεφαλής της ΕΚΤ, Ζαν-Κλοντ Τρισέ αγνόησε τις αγορές, άρχισε τη νομισματική σύσφιξη και η κρίση εξερράγη. Ακολούθησαν χρόνια σκληρής ύφεσης σε μεγάλο μέρος της Ευρωζώνης και ο διάδοχος του Τρισέ, Μάριο Ντράγκι αναγκάστηκε να επέμβει με άνευ προηγουμένου νομισματικά κίνητρα για να προσπαθήσει να σβήσει τη φωτιά.

Συστάσεις στις κυβερνήσεις

Η Λαγκάρντ δικαιολόγησε τις αυξήσεις των επιτοκίων, τονίζοντας ότι η νομισματική πολιτική απαιτεί χρόνο για να έχει σαφείς επιπτώσεις στην οικονομία. 

Ωστόσο, οι συνέπειες του πιο ακριβού χρήματος δεν θα αργήσουν να φανούν: Η πρόσβαση των επιχειρήσεων σε πιστώσεις θα δυσκολεύσει και τα στεγαστικά δάνεια γίνονται πιο ακριβά λόγω της ανόδου του Euribor. Η οικονομολόγος Χάικε Λένερ , η οποία ειδικεύεται στη νομισματική πολιτική, θεωρεί  ότι θα ακολουθήσει μια φάση που τα επιτόκια στην ευρωζώνη θα παραμείνουν σε υψηλό επίπεδο. «Είναι ρεαλιστικό ότι η ΕΚΤ θα παραμείνει σε περιοριστικό επίπεδο για έξι ή εννέα μήνες», τονίζει. Άσχημα λοιπόν τα νέα για τους δανειολήπτες. Εάν έχουν δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο ή αν κάποιοι σχεδιάζουν  μια αγορά με χρηματοδότηση, ,σύντομα θα πρέπει να σκάψουν  πιο βαθιά στην τσέπη τους. Το πρόβλημα όμως είναι ότι το αποτέλεσμα που επιθυμεί η ΕΚΤ είναι δύσκολο να επιτευχθεί  γιατί τα χρήματα που πρέπει τώρα να δαπανηθούν σε υψηλότερες δόσεις δανείων, δεν είναι πλέον διαθέσιμα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Οσο για τις τραπεζικές καταθέσεις; Εξακολουθούν να μην αντικατοπτρίζουν την άνοδο των επιτοκίων παρά τις αυξήσεις ρεκόρ στα κέρδη που επιδεικνύουν οι τράπεζες αυτές τις εβδομάδες. Η πρόεδρος της ΕΚΤ προχώρησε μάλιστα και σε συστάσεις προς τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης για την άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής: «Παρατηρούμε πολύ προσεκτικά την εξέλιξη των μισθών,  λέει η Λαγκάρντ. Αυτός είναι ένας «πολύ σημαντικός παράγοντας». Οι μισθοί θα αποτελέσουν σημαντική κινητήρια δύναμη του πληθωρισμού τους επόμενους μήνες. Είναι σημαντικό οι διαπραγματεύσεις για τους μισθούς να λαμβάνουν επίσης υπόψη τον τρόπο με τον οποίο θα συνεχίσει να αναπτύσσεται ο πληθωρισμός».

Η πρόεδρος της ΕΚΤ κάλεσε μάλιστα τις κυβερνήσεις να περιορίσουν τα μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων , αν υποχωρήσουν οι ενεργειακές πιέσεις.

«Τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης της οικονομίας και των επιχειρήσεων πρέπει να είναι παροδικά και στοχευμένα. Χρειάζεται να υπάρξει σταδιακή υποχώρηση των μέτρων καθώς αυτά μπορούν να διατηρήσουν υψηλά τον πληθωρισμό» πρόσθεσε χαρακτηριστικά.

Όταν η Ευρώπη γέννησε το ενιαίο της νόμισμα και την κεντρική της τράπεζα, την 1η Ιανουαρίου 1999, αποφάσισε ότι τα επιτόκια θα διαμορφώνονταν στο 3%. Οι 20 πλέον χώρες της ευρωζώνης βλέπουν να επιστρέφουν στο ίδιο ποσοστό 24 χρόνια αργότερα.

Read Original