Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων προχωρά από το επόμενο έτος στην υιοθέτηση απόφασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, βάσει της οποίας θα ζητεί από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να αποστέλλουν πληροφορίες για διασυνοριακές πληρωμές που εκκινούν από κράτη-μέλη, όπως επίσης και για τον δικαιούχο αυτών των διασυνοριακών πληρωμών.
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι η εν λόγω κίνηση κρίνεται αναγκαία από το οικονομικό επιτελείο, καθώς η Ελλάδα, παρά τα σημαντικά βήματα που έχουν γίνει στην καταπολέμηση της απάτης στο σκέλος του ΦΠΑ, βρίσκεται ψηλά στη λίστα των χωρών της Ε.Ε. με τις μεγαλύτερες απώλειες από τον εν λόγω φόρο, αφού κάθε δευτερόλεπτο χάνει 100 ευρώ και σε ετήσια βάση περισσότερα από 5 δισ. ευρώ.
Στο πλαίσιο αυτό και η χώρα μας, όπως προβλέπει η σχετική ευρωπαϊκή απόφαση, θα αντλεί πληροφορίες από τα τραπεζικά συστήματα, οι οποίες, μάλιστα, θα συγκεντρώνονται κεντρικά σε μια ευρωπαϊκή βάση δεδομένων, το Κεντρικό Ηλεκτρονικό Σύστημα πληροφοριών για τις Πληρωμές (Central Electronic System of Payments information – CESOP), όπου θα αποθηκεύονται, θα συγχωνεύονται και θα διασταυρώνονται με δεδομένα από άλλες ευρωπαϊκές βάσεις δεδομένων.
Όλες, δε, οι πληροφορίες που θα αποθηκεύονται στο CESOP θα τίθενται στη συνέχεια στη διάθεση των εμπειρογνωμόνων των φορολογικών διοικήσεων των κρατών-μελών που ασχολούνται με την καταπολέμηση της απάτης στον ΦΠΑ, μέσω ενός δικτύου που ονομάζεται EUROFISC.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι νέοι κανόνες θα αρχίσουν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2024 και η πρώτη αποστολή δεδομένων πληρωμών από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών προς την ΑΑΔΕ θα γίνει μέχρι τις 30 Απριλίου 2024 και θα αφορά το πρώτο τρίμηνο του 2024.
Επισημαίνεται ότι ο σκοπός του νέου αυτού μέτρου είναι να δώσει στις φορολογικές αρχές των κρατών-μελών τα κατάλληλα εργαλεία για τον εντοπισμό πιθανής απάτης στον ΦΠΑ, στο ηλεκτρονικό εμπόριο, από πωλητές/προμηθευτές που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος-μέλος ή σε τρίτη χώρα.
Με το νέο πλαίσιο που δημιουργείται, η Ε.Ε. αλλά και η χώρα μας ευελπιστούν ότι θα περιορίσουν τις απώλειες από τον ΦΠΑ, δίνοντας φυσικά ιδιαίτερη έμφαση και στις απάτες τύπου carousel, οι οποίες είναι πολύπλοκες και δύσκολα ανιχνεύσιμες, καθώς καλύπτονται πίσω από πραγματικές συναλλαγές.
Είναι γνωστό, άλλωστε, όπως προκύπτει και από το όνομα της απάτης carousel, ότι εγκληματικά δίκτυα και απατεώνες στήνουν μια σειρά από συναλλαγές -με την εκκίνηση να αποτελεί μια ενδοκοινοτική συναλλαγή-, μέσα από τις οποίες ανακτάται παράνομα ΦΠΑ. Επειδή απαιτείται μεγάλος αριθμός συναλλαγών για να χαθεί ο φόρος, η εμπειρία έχει δείξει ότι οι απατεώνες χρησιμοποιούν προϊόντα μικρά σε όγκο, αλλά μεγάλης αξίας, όπως κινητά, επεξεργαστές υπολογιστών και κοσμήματα.
Η μεγαλύτερη, μάλιστα, δυσκολία στον εντοπισμό και τη στοιχειοθέτηση των υποθέσεων είναι ότι οι περισσότεροι από τους εμπλεκόμενους δεν έχουν ιδέα ότι μετέχουν σε απάτη, καθώς είναι αξιοσημείωτο ότι μπορεί να υπάρξουν ακόμη και 100 ενδιάμεσες συναλλαγές, με την πλειονότητα των εμπλεκομένων να μη γνωρίζουν ότι χρησιμοποιήθηκαν ως «απομονωτές» για να χαθούν τα ίχνη των πραγματικών δραστών.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι οι επιτήδειοι που διαπράττουν απάτη τύπου carousel εκμεταλλεύονται το σύστημα ενδοκοινοτικών συναλλαγών, αφού με βάση τη φορολογική νομοθεσία της Ε.Ε. στις ενδοκοινοτικές εμπορικές συναλλαγές δεν επιβάλλεται ΦΠΑ, γεγονός που λειτουργεί ως εφαλτήριο για την απάτη.