Το κλίμα ήταν εγκάρδιο και συγκινητικό χθες το μεσημέρι σε μια ξεχωριστή τελετή ορκωμοσίας που έλαβε χώρα στην Τράπεζα της Ελλάδος. Επρόκειτο για την τιμητική πολιτογράφηση του διακεκριμένου Σκωτσέζου ελληνιστή Ρόντρικ Μπίτον, λαμπρού ιστορικού και κατόχου της ιστορικής έδρας Κοραή στο Κινγκς Κόλετζ από το 1988 έως και το 2018. Θα αναρωτηθεί κανείς πώς και επελέγη αυτός ο χώρος για να γίνει η ορκωμοσία του. Ο λόγος είναι ότι ανάμεσα στον Γιάννη Στουρνάρα και τον Βρετανό υπάρχει πολυετής φιλία.
Μάλιστα, η πρόταση για την τιμητική πολιτογράφηση του τελευταίου υποβλήθηκε από τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, στην οποία ανταποκρίθηκε άμεσα η κυβέρνηση μέσω του υπουργού Εσωτερικών Μάκη Βορίδη και του αρμόδιου γενικού γραμματέα Αθανασίου Μπαλέρμπα, ο οποίος και έκανε την ορκωμοσία. Την τελετή τίμησε με την παρουσία του ο πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων Κωνσταντίνος Τασούλας. Τον πρόεδρο της ελληνικής κυβέρνησης εκπροσώπησε ο γενικός γραμματέας Ανώτατης Εκπαίδευσης, Οδυσσέας Ιωάννης Ζώρας.
Μία παλιά γνωριμία
«Υποδεχόμαστε με χαρά, και επίσημα πλέον, στους κόλπους μας έναν μεγάλο Ελληνα, τον Ρόντρικ Μπίτον. Η τιμητική πολιτογράφησή του αποτελεί απλώς την τυπική επισφράγιση μιας σχέσης ζωής με τα ελληνικά γράμματα και τον ελληνικό πολιτισμό», είπε με ενθουσιασμό χθες ο Γιάννης Στουρνάρας. Εξήγησε πως ο άνθρωπος που τους σύστησε ήταν ο παλιός πρέσβης της Βρετανίας στην Ελλάδα, ο Τζον Κίτμερ, επίσης βαθύς γνώστης της Ιστορίας, της γλώσσας και της λογοτεχνίας μας. Η φιλία τους αναπτύχθηκε σε μια δύσκολη συγκυρία.
Ηταν η φάση που ο Μπίτον έδωσε μάχη με νύχια και με δόντια για να διατηρηθεί στη ζωή η έδρα και τα κατάφερε έχοντας την υποστήριξη της ΤτΕ, ιδιωτών και φορέων. Αυτό είναι μόνον ένα από τα επιτεύγματά του που απλώνονται βέβαια στη μελέτη, τη συγγραφή, τη διδασκαλία, την πολιτιστική διπλωματία.
Σύγχρονος φιλελληνισμός
«Ο Μπίτον» –υπογράμμισε ο Γιάννης Στουρνάρας στην προσφώνησή του– «ανήκει στην παράδοση του νεότερου και σύγχρονου φιλελληνισμού, που εγκαινίασαν μεταπολεμικά συγγραφείς όπως ο Χένρι Μίλερ, ο Πάτρικ Λι Φέρμορ, ο Λόρενς Ντάρελ, ο Κέβιν Αντριους, ο Εντμουντ Κίλι, ο Φίλιπ Σέραρντ κ.ά. Αυτός ο φιλελληνισμός, σε αντίθεση με τον παραδοσιακό –που επικεντρωνόταν αποκλειστικά στην αρχαιοελληνική κληρονομιά– έλκεται από τον μεσαιωνικό και νεότερο ελληνικό πολιτισμό.
Επικεντρώνεται στη γλώσσα ως βασικό στοιχείο της συνέχειας του ελληνισμού και κύριο συστατικό της ελληνικής ταυτότητας. Οπως δηλώνει στην εισαγωγή στο τελευταίο του βιβλίο “Οι Ελληνες. Μια Παγκόσμια Ιστορία”, “ως Ελληνες νοούνται όσοι μιλούν ελληνικά”. Με βάση αυτόν τον ορισμό, ο καθηγητής, Ταξιάρχης του Τάγματος της Τιμής της Ελληνικής Δημοκρατίας από το 2019, είναι ήδη Ελληνας. Η Ελλάδα είναι πατρίδα του, με την ίδια έννοια που ο Τόμας Μαν είχε πει “πατρίδα μου είναι η γερμανική γλώσσα”».