Με νέες εκτιμήσεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας θα προχωρήσει το υπουργείο Οικονομικών στην κατάθεση του Προγράμματος Σταθερότητας για την περίοδο 2023-2026 στην Κομισιόν έως το τέλος του μήνα.
Το σενάριο βάσης για το 2023 θα προβλέπει υψηλότερη ανάπτυξη, μικρότερη ανεργία, χαμηλότερο πληθωρισμό. Αν και η εκτίμηση που έχει εγγραφεί στον προϋπολογισμό του 2023 για το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος φέτος δεν αλλάζει, παραμένει στο 0,7% του ΑΕΠ, ο υπουργός Οικονομικών κ. Χρήστος Σταϊκούρας δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να φτάσει στο 1% του ΑΕΠ.
Με βάση τις τελευταίες προβλέψεις του οικονομικού επιτελείου, φέτος :
- ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι υψηλότερος, στο 2,3% από 1,8% που προβλέπεται στον προϋπολογισμό του 2023
- η ανεργία θα υποχωρήσει κάτω από το 12% έναντι 12,6% που ήταν η αρχική πρόβλεψη
- ο πληθωρισμός θα κυμανθεί στο 4,5% από 5%
- το χρέος θα φτάσει στο 161% του ΑΕΠ από 159,3% που έχει εγγραφεί στο φετινό προϋπολογισμό.
Το κείμενο δεν αναμένεται να περιλαμβάνει πολλές λεπτομέρειες γύρω από την άσκηση οικονομικής πολιτικής καθώς έχουν ήδη προκηρυχθεί οι εκλογές για τις 21 Μαΐου κι άρα αποτελεί ένα ζήτημα το οποίο θα χρειαστεί να διαχειριστεί η επόμενη κυβέρνηση.
Μία εικόνα για τους στόχους στο σκέλος των πλεονασμάτων για το 2024 θα έχουν τα κράτη-μέλη το Μάιο, οπότε και η Κομισιόν θα δώσει κατευθύνσεις σε κάθε χώρα ξεχωριστά. Βασική επιδίωξη της Αθήνας είναι το πρωτογενές πλεόνασμα για το επόμενο έτος, δηλαδή το 2024, να κυμανθεί στα επίπεδα του 2% από 0,7% που είναι η φετινή εκτίμηση.
Παράλληλα, σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται η διαπραγμάτευση για την αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων. Μία συζήτηση αρκετά ευαίσθητη η οποία από ότι φαίνεται να χρειαστεί κάποιους μήνες μέχρι οι χώρες –μέλη της Ε.Ε. να καταλήξουν σε συμφωνία. Ήδη ο πρόεδρος του Eurogroup κ. Πασκάλ Ντόναχιου μιλώντας στην ΕΡΤ, προχώρησε στην εκτίμηση ότι προς το τέλος του έτους θα μπορούσε να υπάρξει συμφωνία. Ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών δεν έχει κρύψει την ανησυχία του για το ενδεχόμενο να μην υπάρχει συμφωνία έως τότε καθώς όπως τόνισε στην ΕΡΤ «υπάρχουν χώρες στην Ευρώπη οι οποίες θέλουν να πάμε σε καθυστερήσεις έτσι ώστε από το 2024 να εφαρμοστούν οι προηγούμενοι κανόνες». Όπως διευκρίνισε μάλιστα αρκετές χώρες, και η Ελλάδα, επιδιώκουν να υπάρξει λύση η οποία να έχει στοιχεία ρεαλισμού ως προς τους δημοσιονομικούς στόχους που θα τεθούν.
Μέχρι τότε όμως ήδη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη δώσει στα κράτη-μέλη κάποιες βασικές κατευθύνσεις για το επόμενο έτος, με σημαντικότερη την απενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής από το 2024 ενώ τα περιθώρια για πρόσθετα μέτρα στήριξης θα είναι πολύ στενότερα. Παράλληλα, παύει να υπάρχει απόλυτη ελευθερία στην κατάρτιση του προϋπολογισμού. Με βάση τις συστάσεις της Κομισιόν, «μέχρι να τεθεί σε λειτουργία ένα νέο δημοσιονομικό πλαίσιο και λόγω της νέας μεταπανδημικής πραγματικότητας, δεν είναι σκόπιμο να επιστρέψουμε στην αποκλειστική εφαρμογή των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης που ίσχυαν πριν από την ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής το 2020».
Στα σχέδια των κρατών θα πρέπει να υπάρξει σαφής αναφορά για τις εξελίξεις των τιμών στην ενέργεια και τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των μέτρων στήριξης, μέσα από τη σταδιακή κατάργησή τους. Ειδικά για τις υπερχρεωμένες χώρες, ο δείκτης χρέους, θα πρέπει να κινείται πτωτικά ή να παραμένει σε «συνετό επίπεδο» με το δημοσιονομικό έλλειμμα να είναι μικρότερο από την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα. Επίσης οι στόχοι θα πρέπει να ποσοτικοποιούνται και να διαφοροποιούνται ανάλογα με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το δημόσιο χρέος κάθε κράτους-μέλους αλλά και να υπάρχει συγκεκριμένος στόχος για τις καθαρές πρωτογενείς δαπάνες.
Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στις δημόσιες επενδύσεις, με βάση τις συστάσεις που έχει συντάξει για κάθε χώρα, όπως και στη διασφάλιση αποτελεσματικής χρήσης των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης, με έμφαση στην πράσινη και στην ψηφιακή μετάβαση.