Οταν μιλάμε για τη διαφθορά, τείνουμε να εστιάζουμε υπερβολικά στα πρόσωπα, υποστηρίζει ο καθηγητής Διεθνών Πολιτικών Επιστημών στο University College London, Μπράιαν Κλάας, και να υποτιμούμε τον ρόλο που παίζουν τα συστήματα στα οποία ανθεί, ή δεν ανθεί, η διαφθορά. Αν θέλουμε πραγματικά να την καταπολεμήσουμε δεν θα πρέπει να περιμένουμε έναν Μεσσία, ούτε την εύνοια της τύχης. Πρέπει να το απαιτήσουν πρωτίστως οι πολίτες, λέει ο 37χρονος πολιτικός επιστήμονας, και προτείνει μερικές πολύ συγκεκριμένες λύσεις.
– Διαβάζοντας το βιβλίο σας «Corruptible, Who gets power and how it changes us», μου δημιουργήθηκε έντονα η επιθυμία να το κάνω δώρο σε ανθρώπους που παίρνουν σημαντικές αποφάσεις. Τι σας οδήγησε στο γράψιμό του;
– Την εποχή που έκανα επιτόπια έρευνα για το διδακτορικό μου, βρέθηκα σ’ ένα δωμάτιο με πραγματικά άθλιους, αλλά πολύ επιδραστικούς ανθρώπους. Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα άρχισα να συνειδητοποιώ ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν φυσιολογικοί. Και δεν εννοώ ότι ήταν όλοι κατεστραμμένοι –μολονότι αρκετοί από αυτούς ήταν– αλλά ότι υπήρχε εκεί ένα συγκεκριμένο είδος ανθρώπου, το οποίο κατέληγε συχνότερα σε θέσεις εξουσίας. Πρόκειται για έναν ανθρωπολογικό τύπο που είναι πιο διψασμένος για εξουσία, που σκέφτεται πιο στρατηγικά, που είναι συχνά πιο εγωιστής. Ως τότε συνήθως ασχολούμασταν περισσότερο με το τι κάνει η εξουσία στους ανθρώπους, κι εστιάζαμε περισσότερο στο ότι η εξουσία διαφθείρει. Οταν κάποιος μαθαίνει ότι είμαι πολιτικός επιστήμονας, με ρωτά συνήθως γιατί είναι όλα τόσο χάλια και γιατί έχουμε τόσο απαίσιους ανθρώπους στο τιμόνι. Κανείς ποτέ δεν μου είπε ότι η πολιτική λειτουργεί τέλεια. Θέλησα λοιπόν να απαντήσω στο ερώτημα αυτό, «γιατί έχουμε τους λάθος ηγέτες;», γιατί εντυπωσιάζει και μένα τον ίδιο: γιατί καταχρώνται οι άνθρωποι την εξουσία τους, τι τους συμβαίνει και συμπεριφέρονται με τόσο άσχημους τρόπους;
– Είναι ενδιαφέρον ότι η διαφθορά υφίσταται σε όλες τις ιεραρχικές δομές. Μοιάζει αναπόφευκτη. «Ενα διεφθαρμένο σύστημα», γράφετε, «θα έλκει διεφθαρμένους ανθρώπους, κι ένα ειλικρινές σύστημα θα έλκει ειλικρινείς ανθρώπους».
– Τα τελευταία είκοσι χρόνια, αρκετοί υποστηρίζουν ότι το πρόβλημα της εξουσίας είναι η ιεραρχία, και προτείνουν να πάμε σε επίπεδα συστήματα, όπου όλοι είναι ίσοι. Αυτό όμως δεν μπορεί να λειτουργήσει πέρα από έναν συγκεκριμένο αριθμό ανθρώπων. Δεν είναι δυνατό να έχεις αποτελεσματική διοίκηση της κοινωνίας όταν όλοι λειτουργούν με ίσο τρόπο. Χρειάζεσαι, κατά τη γνώμη μου, κάποιο είδος αρχής. Στο δικό μου μυαλό, αυτού του είδους η λύση είναι προϊόν ουτοπικής σκέψης. Δεν είναι ρεαλιστική. Το πραγματικό ερώτημα είναι πώς καταλήγεις με τον σωστό άνθρωπο στην κορυφή της ιεραρχίας. Κι εδώ έρχεται το σύστημα. Τα διεφθαρμένα συστήματα μπορούν να μεταρρυθμιστούν. Εβδομήντα χρόνια πριν, η Σιγκαπούρη ήταν ένα απ’ τα πιο διεφθαρμένα μέρη του παγκόσμιου εμπορίου, και σήμερα είναι μία από τις λιγότερο διεφθαρμένες χώρες στον πλανήτη. Ηταν όμως μια μάλλον τυχερή χώρα, η οποία απέκτησε έναν ηγέτη που είχε όραμα, και ήταν αφοσιωμένος ενάντια στη διαφθορά. Πιστεύω ότι αντί να περιμένουμε την τύχη, πρέπει να συγκεντρώσουμε περισσότερη ενέργεια στον σχεδιασμό συστημάτων που θα κάνουν δυσκολότερη τη διαφθορά. Αυτό θα δημιουργήσει έναν ενάρετο κύκλο, γιατί η επόμενη γενιά δεν θα βλέπει πλέον τη συμμετοχή στο πολιτικό σύστημα ως μέσο πλουτισμού. Βλέπουμε στις ειδήσεις ιστορίες κατάχρησης εξουσίας, οι οποίες τελειώνουν όλες με την απόλυση του καταχραστή. Το θέμα κλείνει εκεί, χωρίς να ακολουθήσει η ερώτηση: «γιατί επέτρεψε το σύστημα να συμβεί κάτι τέτοιο; Τι μεταρρυθμίσεις έγιναν για να αλλάξει;». Για να λειτουργήσει καλύτερα η κοινωνία, πρέπει να αρχίσουμε να μιλάμε για τα συστήματα, κι όχι μόνο για τα άτομα.
Επιλέγουμε ηγεσίες με παράλογα κριτήρια, χωρίς να ζυγίζουμε τα συν και τα πλην των πολιτικών που προτείνονται.
– Τι λένε τα δεδομένα για την κατάληψη θέσεων εξουσίας από νάρκισσους και ψυχοπαθείς;
– Τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας λένε ότι οι άνθρωποι με τη σκοτεινή τριάδα, με τη μακιαβελική και ναρκισσιστική προσωπικότητα του ψυχοπαθούς, τείνουν να κατέχουν περισσότερες θέσεις εξουσίας, εν μέρει γιατί οι ίδιοι θέλουν περισσότερο την εξουσία, και εν μέρει γιατί είναι καλύτεροι στον αγώνα της διεκδίκησής της. Σκέφτονται στρατηγικά και προγραμματίζουν την ανέλιξή τους, ώστε να ασκούν εξουσία πάνω σε ανθρώπους. Τα δεδομένα επίσης είναι κατηγορηματικά: όχι, οι ψυχοπαθείς δεν είναι καλύτεροι στην άσκηση εξουσίας. Πρέπει όμως να κάνουμε μια διάκριση. Ο λειτουργικός ψυχοπαθής έχει κάποιο επίπεδο αυτοελέγχου, και μπορεί να καταλαγιάζει την ψυχοπάθειά του όταν τον βολεύει, τουλάχιστον μπροστά στους άλλους. Οι ειδικοί λένε ότι οι δυσλειτουργικοί ή οι αποτυχημένοι ψυχοπαθείς βρίσκονται στη φυλακή. Καταλήγουν μανιακοί δολοφόνοι, είναι κακοποιητικοί και βίαιοι. Οι λειτουργικοί ψυχοπαθείς απ’ την άλλη, είναι οι άνθρωποι που βλέπουμε στην πολιτική και στις επιχειρήσεις. Για να εξηγούμαστε, η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων στην εξουσία δεν είναι ψυχοπαθείς. Ωστόσο, διάφορες έρευνες έχουν βρει ότι βλέπουμε από 4 έως 100 φορές περισσότερους ψυχοπαθείς σε θέσεις εξουσίας παρά στο γενικό κοινό. Ο Κέβιν Ντάτον, ερευνητής στην Οξφόρδη, έχει γράψει το βιβλίο «Η σοφία των ψυχοπαθών», στο οποίο υποστηρίζει ότι πολλές φορές η ψυχοπάθεια μπορεί να είναι αποτελεσματική. Επικαλείται το επάγγελμα του χειρουργού ή του ανθρώπου που ρίχνει βόμβες. Οι άνθρωποι αυτοί είναι εντυπωσιακά απρόσβλητοι από στρεσογόνες και δύσκολες συναισθηματικά καταστάσεις. Αλλά και πάλι. Αν σας έλεγε ο χειρουργός σας ότι είναι ψυχοπαθής θα συμφωνούσατε να πάρετε γενική αναισθησία και να αφεθείτε στα χέρια του; Μπορεί να είναι πολύ καλός στη δουλειά του, αλλά δεν μπορείς να τον εμπιστευτείς, γιατί δεν έχει νορμάλ ανθρώπινα συναισθήματα.
– Γιατί δίνουμε συχνά εξουσία σε λάθος ανθρώπους;
– Αυτό είναι το κομμάτι του βιβλίου που μ’ έκανε να νιώθω κάπως άβολα, γιατί κατηγορεί εμάς τους πολίτες. Εννοώ ότι σε όλους αρέσει να λένε ότι οι ηλίθιοι έχουν την εξουσία και γι’ αυτό καταστρέφουν τις ζωές μας, αλλά η άβολη αλήθεια είναι ότι στις δημοκρατίες, εμείς τους τοποθετούμε σ’ αυτές τις θέσεις. Οι πολίτες ψήφισαν τον Τραμπ. Μια πιθανή αιτία είναι ότι μας αρέσουν οι απλές απαντήσεις στις περίπλοκες ερωτήσεις. Και το είδος των ανθρώπων που παρέχουν απλές λύσεις σε περίπλοκα προβλήματα είναι βασικά δημαγωγοί και δυνατοί άνδρες οι οποίοι μας λένε ότι είναι σε θέση να εξαφανίσουν όλα τα προβλήματά μας ως διά μαγείας. Υπάρχει επίσης και κάτι άλλο, μια εξελικτική ανωμαλία, η οποία κάνει τους εγκεφάλους μας να προτιμούν σε περιόδους κρίσεων τους ογκώδεις άνδρες. Το πιστοποιούν τα επιστημονικά δεδομένα της ψυχολογίας. Σε φάσεις εθνικών κρίσεων, οι άνδρες που έχουν μεγάλο παράστημα κερδίζουν ευκολότερα την εξουσία συγκριτικά με άλλους. Το ξέρω, είναι εντελώς παράλογο, αλλά λειτουργεί. Θυμηθείτε τις φωτογραφίες του Βλαντιμίρ Πούτιν, να είναι ημίγυμνος πάνω στο άλογο, να κάνει σκοποβολή. Πιστεύω ότι επενδύει πάνω ακριβώς σ’ αυτή τη νοοτροπία. Θέλει να εμφανίζεται στον ρωσικό λαό ως ο δυνατός άνδρας που θα σώσει τη Ρωσία. Πρέπει λοιπόν να είμαστε πολύ προσεκτικοί με τις μεσσιανικές φιγούρες, να ενεργοποιούμε τους ορθολογικούς εγκεφάλους μας.
– Το πιο σημαντικό, κατά τη γνώμη μου, είναι το τελευταίο μέρος του βιβλίου σας, όπου εστιάζετε στους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι θα παίρνουν την εξουσία αδιάφθοροι άνθρωποι.
– Στο βιβλίο προτείνω δέκα διαφορετικές λύσεις για να επιτευχθεί αυτό. Μία από τις προτάσεις μου είναι πολύ απλή και ονομάζεται «εναλλαγή». Εναλλάσσοντας τους ανθρώπους στις θέσεις εξουσίας, κάνεις δυσκολότερη τη συνέργεια σε πράξεις διαφθοράς. Αν έχεις σ’ ένα αστυνομικό τμήμα δέκα ανθρώπους που δουλεύουν μαζί επί 20 χρόνια, είναι πιο πιθανό να συνεργήσουν στη διαφθορά. Επίσης, πιστεύω ότι πρέπει να παρακολουθούμε πιο στενά όσους βρίσκονται στην κορυφή. Συνηθίζουμε να κοιτάζουμε συνέχεια τι κάνουν οι εργαζόμενοι, με τα ανοιχτά γραφεία, και να μην παρατηρούμε τι κάνουν οι διευθύνοντες σύμβουλοι, και γενικά όσοι βρίσκονται στην κορυφή, πίσω απ’ τις κλειστές πόρτες. Τρίτον, πρέπει να αξιολογούμε καλύτερα τους υποψήφιους για θέσεις εξουσίας. Είναι ευκολότερο και πολύ πιο αποτελεσματικό να βάλεις τους σωστούς ανθρώπους στην εξουσία από το να προσπαθήσεις να αλλάξεις τους κακοποιητικούς.