Οι ιδιότητες των τριγώνων έχουν απασχολήσει τους σοφούς από αρχαιοτάτων χρόνων. Σπανίως όμως έχει εφαρμοστεί το πυθαγόρειο θεώρημα στην πολιτική. Μια από αυτές τις απόπειρες θα είναι η κοινή εκδήλωση τριών πρωθυπουργών, δύο πρώην και ενός νυν, στο Ζάππειο. Εφαρμόζοντας το θεώρημα στο νεοδημοκρατικό τρίγωνο, μπορούμε να πούμε ότι το τετράγωνο της πλευράς Μητσοτάκη ισούται με το άθροισμα του τετραγώνου της πλευράς Καραμανλή και του τετραγώνου της πλευράς Σαμαρά. Και καθώς οι τρεις γωνίες κάθε τριγώνου αθροίζουν 180 μοίρες, οι τρεις κορυφές του τριγώνου συγκεντρώνουν πολιτική επιρροή 180 μοιρών – από τις παρυφές της Κεντροαριστεράς έως τα δεξιά σύνορα της Κεντροδεξιάς.
Κάπως έτσι φαίνεται ότι σκέφτηκαν οι «σοφοί» της προεκλογικής εκστρατείας της Ν.Δ., ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονται οι: Γιάννης Μπρατάκος, Ακης Σκέρτσος, Θωμάς Βαρβιτσιώτης, Σταύρος Παπασταύρου, Θοδωρής Λιβάνιος και Δημήτρης Τσιόδρας. Σε μια από τις συσκέψεις τους προ δύο εβδομάδων έπεσε στο τραπέζι αυτή η μάλλον τολμηρή ιδέα: να μιλήσουν οι Μητσοτάκης, Σαμαράς και Καραμανλής σε μια κοινή εκδήλωση. Η πρόταση συζητήθηκε ξανά σε δεύτερη σύσκεψη στην οποία συμμετείχε ο πρωθυπουργός, ο οποίος αντιλήφθηκε αμέσως το πολιτικό όφελος από μια τέτοια πρωτοβουλία. Το δύσκολο ήταν να πειστούν ο Κώστας Καραμανλής και ο Αντώνης Σαμαράς.
Οσο κι αν η αφορμή βρέθηκε εύκολα και ήταν η 43η επέτειος της ένταξης της χώρας στην ΕΟΚ, οι δύο πρώην πρωθυπουργοί δεν μπορούν να θεωρούνται δεδομένοι και δεν ήταν βέβαιο ότι θα απαντούσαν και οι δύο καταφατικά, πολύ περισσότερο όταν είναι σχετικά πρόσφατες οι δηλώσεις τους με τις οποίες κράτησαν αποστάσεις από την κυβέρνηση με αφορμή το ζήτημα των υποκλοπών. Ακριβώς γι’ αυτό η απόσπαση της συγκατάθεσής τους δεν μπορούσε να ανατεθεί σε απεσταλμένους. Μπορεί ένα μήνυμα στον καγκελάριο Σολτς ή στον πρόεδρο Μακρόν να είναι θεμιτό να μεταφερθεί μέσω ενός «κονσιλιέρε», αλλά η επικοινωνία με τους πρώην πρωθυπουργούς της Ν.Δ. είναι πολύ πιο λεπτή υπόθεση, που ο Μητσοτάκης ήξερε ότι έπρεπε να αναλάβει ο ίδιος για να αποφευχθούν διπλωματικά επεισόδια.
Επτά χρόνια τακτ
Ο Μητσοτάκης έχει διαχειριστεί με σεβασμό τους προκατόχους του από το 2016, όταν διαδέχθηκε τον Σαμαρά στην ηγεσία της Ν.Δ., φροντίζοντας να έχει μαζί τους τακτικές επαφές και καλές προσωπικές σχέσεις. Παρά ταύτα δεν τους έχει προσφέρει όλα όσα θα ήθελαν. Οι δύο πρώην πρωθυπουργοί δεν έχουν στήσει αντάρτικα απέναντι στην κυβέρνηση, αλλά δεν έχουν λείψει αυτή την τετραετία τα παράπονα και οι πικρίες τους για τη στάση του πρωθυπουργού απέναντι στους ίδιους και στο έργο τους. Πώς κατάφερε λοιπόν να τους πείσει να τον στηρίξουν ανεπιφύλακτα εξασφαλίζοντας έτσι ένα ηχηρό μήνυμα συσπείρωσης της Κεντροδεξιάς σε μια εκδήλωση που θα πραγματοποιηθεί μόλις 12 ημέρες πριν από τις εκλογές;
Η προσωπική σχέση του Μητσοτάκη με τον Σαμαρά, παρά το γεγονός ότι έχουν σαφείς ιδεολογικές διαφορές, είναι πιο εύκολη, πιο αβίαστη συγκριτικά με τη σχέση του πρωθυπουργού με τον Καραμανλή. Ο Σαμαράς, απόφοιτος του Χάρβαρντ, γνώρισε τον υιό Μητσοτάκη την εποχή που ήταν πρωτοκλασάτος υπουργός του πατέρα του και ο Κυριάκος φοιτητής στο Χάρβαρντ. Οι σχέσεις του Σαμαρά με την οικογένεια Μητσοτάκη πέρασαν από σαράντα κύματα μετά το 1993, αλλά ο Κυριάκος απέφυγε να επενδύσει στο αντισαμαρικό μένος. Αντιθέτως, όταν αποφάσισε να κάνει μια συμβολική κίνηση λελογισμένου απογαλακτισμού από την οικογένεια, παρέμεινε στη Ν.Δ. έπειτα από τη διαγραφή της Ντόρας Μπακογιάννη το 2010 – κι αυτό μέτρησε για τον Σαμαρά. Κι ενώ στην εποχή Καραμανλή, που προηγήθηκε, η Ντόρα έγινε υπουργός Εξωτερικών (2006-2009) με τον Κυριάκο να παραμένει απλός βουλευτής, στην εποχή Σαμαρά ο Κυριάκος επελέγη από τον τότε πρωθυπουργό για να γίνει ο φέρων το σκήπτρο της οικογένειας στο υπουργικό συμβούλιο (αναλαμβάνοντας το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης από το 2012 έως το 2015).
Στην οριακή εκλογή αρχηγού του 2016 ο Σαμαράς έριξε όλο το βάρος του υπέρ του Μητσοτάκη και όταν ψηφίστηκε η συμφωνία των Πρεσπών το 2018 ήταν ο Σαμαράς εκείνος που πήγε στα συλλαλητήρια για να κρατήσει όρθια την πατριωτική συνιστώσα ενός κόμματος που απέρριψε τη συμφωνία αλλά θα αποδεχόταν το περιεχόμενό της όταν θα ερχόταν στην κυβέρνηση. Η πολιτική ανταμοιβή για όλα αυτά, που θα μπορούσε να ήταν η Προεδρία της Δημοκρατίας ή η θέση επιτρόπου στην Ε.Ε., δεν ήλθε, ενώ στην κυβέρνηση Μητσοτάκη καταλογίζεται ότι δεν κυνήγησε «μέχρι τέλους» ένα από τα τελευταία «κόλπα» του ΣΥΡΙΖΑ, την περιβόητη σκευωρία της Novartis, στην οποία οι «τσιπραίοι» ενέπλεξαν και τον Σαμαρά.
Ο Σαμαράς λέει στους συνομιλητές του ότι τον συγκινεί η προοπτική της εκδήλωσης στο Ζάππειο. Ηταν εκεί το 1979, στην τελετή ένταξης στην ΕΟΚ, σε ηλικία μόλις 29 ετών.
Παρ’ όλα αυτά ο Σαμαράς δεν έμεινε όμηρος της δυσαρέσκειάς του. Ο Μητσοτάκης τού τηλεφώνησε και αυτός απάντησε αμέσως «ναι» στην πρόταση για το Ζάππειο. Αλλωστε τον τελευταίο καιρό οι δυο τους συζητούν πολλά πράγματα. Ενα από αυτά είναι η κεντρική εκδήλωση της Ν.Δ. στην Καλαμάτα, λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές, για την οποία θα πραγματοποιηθεί κινητοποίηση σε όλη την Πελοπόννησο και στην οποία θα μιλήσει ο Σαμαράς. Ενα άλλο ζήτημα είναι η απόφαση να υποστηρίξει η Ν.Δ. τον πρώην υφυπουργό Εξωτερικών Κώστα Βλάση για την Περιφέρεια Πελοποννήσου εγκαταλείποντας τον νυν περιφερειάρχη Παναγιώτη Νίκα, ο οποίος κατηγορείται ότι «συρίζισε» επειδή υιοθέτησε κάποιες θέσεις της αντιπολίτευσης τα τελευταία χρόνια.
Ο Σαμαράς δεν παραλείπει να λέει στους συνομιλητές του ότι τον συγκινεί ιδιαίτερα η προοπτική της εκδήλωσης στο Ζάππειο. Υπενθυμίζει ότι το 1979, στην τελετή ένταξης στην ΕΟΚ που έγινε στον ίδιο χώρο, παρευρίσκονταν όλοι οι βουλευτές της Ν.Δ., ανάμεσα στους οποίους και ο ίδιος, που τότε ήταν μόλις 29 ετών. Από εκείνη την κοινοβουλευτική ομάδα οι μόνοι βουλευτές που παραμένουν στη Βουλή είναι ο Σαμαράς και ο Γιάννης Τραγάκης. Και μόνο γι’ αυτό δεν θα μπορούσε να αρνηθεί την πρόταση να μιλήσει – και θα πει αρκετά και για τη δική του συμβολή στην παραμονή της χώρας στην Ευρώπη όταν στην «πάνω και κάτω πλατεία» έπαιζαν το μέλλον στα ζάρια όλοι εκείνοι που σήμερα ονειρεύονται για δεύτερη φορά καταλήψεις της εξουσίας με «κυβερνήσεις ανοχής».
Για να το πούμε ευθέως, ο Σαμαράς θεωρεί καθήκον του να συμβάλει ώστε να παραμείνει ο Τσίπρας εκτός οποιασδήποτε κυβέρνησης. Δεν χρειαζόταν δηλαδή να ακούσει τους επαίνους του πρωθυπουργού για το έργο του για να πει το «ναι», όπως έγινε στις 21 Απριλίου στην Καλαμάτα, όταν ο Μητσοτάκης εξήρε το έργο τής τότε κυβέρνησης και την προσωπικότητα του επικεφαλής της, κάτι που ασφαλώς τον ικανοποίησε. Μάλιστα οι τιμές και τα εγκώμια πληθαίνουν εσχάτως για τον Σαμαρά. Αμέσως μετά τις εκλογές ταξιδεύει στη Βοστώνη, όπου στις 25 Μαΐου θα βραβευθεί από το Χάρβαρντ ως ένας από τους πέντε διακεκριμένους αποφοίτους του, ο μοναδικός από την Ευρώπη.
Το βάρος της Ιστορίας
Ο Κώστας Καραμανλής μπορεί να αστειεύεται εύκολα και να χαρίζει πλατιά χαμόγελα στον Μητσοτάκη δημοσίως, αλλά δεν διατηρεί μαζί του την ίδια φιλική σχέση που έχει ο Σαμαράς. Η σχέση Μητσοτάκη – Καραμανλή μπορεί να επηρεάζεται από τη γενικότερη αποστασιοποίηση που αισθάνεται ο πρώην πρωθυπουργός απέναντι στην πολιτική, κάτι που τον οδήγησε να ανακοινώσει τον Φεβρουάριο ότι αποχωρεί από το Κοινοβούλιο. Ο Καραμανλής έχει εκφράσει την ενόχλησή του για την υπόθεση των υποκλοπών και ήδη από το καλοκαίρι προέβη σε σκληρές δηλώσεις όταν μίλησε στην Κρήτη, στο μνημόσυνο του Γιάννη Κεφαλογιάννη. Η πραγματική αιτία όμως της απόστασης ανάμεσα στους δύο πολιτικούς είναι η αίσθηση που υπάρχει στους καραμανλικούς ότι ο Μητσοτάκης δεν έχει υποστηρίξει σχεδόν καθόλου την περίοδο Καραμανλή, αφήνοντας να συντηρείται η εντύπωση ότι μπορεί να συμφωνεί με όσους υποστηρίζουν ότι ο Καραμανλής ευθύνεται για τη διολίσθηση στα μνημόνια. Αλλωστε η απόφαση του Μητσοτάκη να απόσχει από την ψηφοφορία για την εκλογή του Προκόπη Παυλόπουλου στην Προεδρία της Δημοκρατίας το 2015 έχει ερμηνευτεί ως μια εύγλωττη κριτική απέναντι στην πενταετία Καραμανλή συνολικά.
Οταν ο Κώστας Καραμανλής έλαβε το τηλεφώνημα του Μητσοτάκη για την εκδήλωση στο Ζάππειο μάλλον αιφνιδιάστηκε. Σύμφωνα με τους συνομιλητές του, δεν αισθάνθηκε κάποιου είδους ενθουσιασμό στην προοπτική άλλης μιας ευρωπαϊκής φιέστας, αλλά αντιλήφθηκε προφανώς ότι λόγω της ιστορίας του δεν μπορεί να είναι απών από τον προεκλογικό αγώνα. Αλλωστε όταν δήλωσε ότι αποχωρεί από τη Βουλή τόνισε ότι θα υποστηρίξει την προεκλογική προσπάθεια. Ηδη βρισκόταν στα σκαριά μια κοινή εμφάνιση με τον πρωθυπουργό στη Θεσσαλονίκη. Απέφυγε πάντως να απαντήσει αμέσως στον Μητσοτάκη για το Ζάππειο και ζήτησε λίγο χρόνο για να δει το πρόγραμμά του. Την επόμενη ημέρα τού τηλεφώνησε και τον ενημέρωσε ότι θα συμμετάσχει. Η ομιλία του δεν προβλέπεται να είναι διθυραμβική για το έργο της κυβέρνησης. Θα περιέχει χρησμούς, αλλά ασφαλώς θα υποστηρίξει καθαρά τη Νέα Δημοκρατία χωρίς αμφισημίες.
Τελετουργικά εγκώμια
Δύσκολη άσκηση τριγωνομετρίας αναμένεται να είναι και η ομιλία του πρωθυπουργού. Σκοπός της εκδήλωσης είναι να αναδειχθεί ότι η Ν.Δ., με όλες τις ηγεσίες της, βρίσκεται στη σωστή πλευρά της Ιστορίας και σε όλες τις εποχές έχει εγγυηθεί και έχει υπερασπιστεί την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, εξασφαλίζοντας ασφάλεια και ευημερία για τη χώρα και την κοινωνία. Ο Μητσοτάκης όμως θα πρέπει μάλλον να πει μια καλή κουβέντα παραπάνω για την περίοδο Καραμανλή, «ισοφαρίζοντας» τα εγκώμια που απλόχερα προσφέρει στον Σαμαρά. Οι συνομιλητές του πρωθυπουργού μεταδίδουν ότι αυτό ασφαλώς θα γίνει, όχι μόνο γιατί η περίοδος 2004-2009 συνδέεται με προσπάθειες για τη μεταρρύθμιση του κράτους, αλλά και γιατί ο Καραμανλής μίλησε προεκλογικά για τη δυσχερή θέση στην οποία είχε περιέλθει η οικονομία, γι’ αυτό και κατέβηκε σε εκλογές με πρόγραμμα λιτότητας ανταποκρινόμενος στη σοβαρότητα της συγκυρίας. Κάπως έτσι η άσκηση τριγωνομετρίας αναμένεται να επιλυθεί στο Ζάππειο, έτσι ώστε οι τρεις πρωθυπουργοί της Ν.Δ. να περάσουν με καλό βαθμό τις εξετάσεις για την ενότητα ενόψει της λαϊκής ετυμηγορίας.
Η επικοινωνία
Η ιδέα να μιλήσουν οι Μητσοτάκης, Σαμαράς και Καραμανλής σε μια κοινή εκδήλωση έπεσε στο τραπέζι προ δύο εβδομάδων σε μία από τις συσκέψεις της ομάδας «σοφών» της Ν.Δ. που «τρέχει» την προεκλογική καμπάνια. Η πρόταση συζητήθηκε ξανά σε δεύτερη σύσκεψη στην οποία συμμετείχε
ο πρωθυπουργός, ο οποίος αντιλήφθηκε αμέσως το πολιτικό όφελος από μια τέτοια πρωτοβουλία και ανέλαβε να επικοινωνήσει ο ίδιος με τους δύο πρώην πρωθυπουργούς για να τους πείσει να αποδεχθούν την πρόσκληση.