Το Castello di Rivoli, ένα εξαιρετικά ανακαινισμένο παλάτι στην κορυφή του λόφου Ρίβολι με θέα την πιεμοντέζικη πεδιάδα μέχρι το Τορίνο, φιλοξενεί στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, που στεγάζει, την περιοδική έκθεση «Καλλιτέχνες σε καιρό πολέμου» (Artisti in guerra).
Πρόκειται για μια ομαδική εικαστική έκθεση που διακρίνεται για κάτι πλέον σπάνιο: Ο τίτλος της δεν είναι πρόφαση. Οι καλλιτέχνες –του παρελθόντος και του παρόντος, εξαιρετικοί όλοι και καλοδιαλεγμένοι– έχουν όντως λόγο να συνυπάρχουν στον ίδιο χώρο. Τα έργα συνδιαλέγονται μεταξύ τους και με τη σύγχρονη ιστορία ακολουθώντας μια θαρραλέα επιμελητική αφήγηση που προκύπτει από έρευνα και γνώσεις. Ο προβληματισμός πάνω στην έννοια του πολέμου έχει δημιουργήσει μια τόσο ουσιαστική έκθεση σύγχρονης τέχνης, ώστε κανείς από εμάς τους επισκέπτες δεν έμεινε ανεπηρέαστος ή απροβλημάτιστος, παρά την ομορφιά του παλατιού.
Ολοι οι δημιουργοί που παρουσιάζονται εδώ βίωσαν ή βιώνουν στη ζωή τους τον πόλεμο. Η δουλειά τους έχει ανθρωπιά, ανησυχία, ενσυναίσθηση, αλλά επίσης πολυπλοκότητα. H ιστορικός τέχνης και επιμελήτρια του Castello di Rivoli Μαριάνα Βετσέλιο με την Ιταλοαμερικανίδα συγγραφέα, ιστορικό τέχνης και επιμελήτρια Κάρολιν Κριστόφ-Μπακάρτζιεφ κατέλαβαν τον τελευταίο όροφο του μουσείου συγκεντρώνοντας περισσότερα από 140 έργα 30 καλλιτεχνών, από τον Φρανσίσκο Γκόγια έως τον Σαλβαδόρ Νταλί, τον Πάμπλο Πικάσο, τη Λι Μίλερ, τον Σλοβένο Αντον Ζόραν Μούσιτς και τον Ιταλό Αλμπέρτο Μπούρι, τους Βιετναμέζους ζωγράφους που ανασύρουν με τα σχέδιά τους τη λήθη ενός πολέμου που γνωρίζουμε κυρίως από την πλευρά των Δυτικών, τον σύγχρονο Αφγανό συγγραφέα και καλλιτέχνη Ραχράου Ομαρζάντ, τον Ουκρανό Νικίτα Καντάν και άλλους.
«Η ζωή σε καιρό πολέμου είναι αυτό το διευρυμένο διάστημα που βρίσκεται μεταξύ ζωής και θανάτου. Μέσω της τέχνης, ορισμένοι καλλιτέχνες που έζησαν ή ζουν τον πόλεμο βρίσκουν έναν τρόπο να απομακρύνονται από τη σκέψη του θανάτου και να επεκτείνουν άπειρα τον χρόνο και τον χώρο, ακόμη και μέσα στην οδυνηρή καθημερινότητά τους», σχολιάζει η Κάρολιν Κριστόφ-Μπακάρτζιεφ. Η έκθεση είχε σκοπό εξαρχής να διερευνήσει την έννοια του πολέμου, και αφορμή στάθηκαν οι πρόσφατες διεθνείς συγκρούσεις. «Αυτές μάς έκαναν να αναρωτηθούμε πώς ορισμένα ιδιαίτερα συμπονετικά ανθρώπινα όντα –οι καλλιτέχνες– επεξεργάζονται την οργανωμένη βία του πολέμου», αναφέρει στο επιμελητικό σημείωμά της.
Ετσι, η έκθεση αποσκοπεί να ανοίξει μια συζήτηση για τον πόλεμο, «που εκτείνεται πέρα από την πολιτική και οικονομική του αιτιολόγηση, πέρα από την καταδίκη του, αλλά και πέρα από τη δικαίωσή του ως αναγκαίου κακού. Αντίθετα, η έκθεση επιδιώκει να εξετάσει τον πόλεμο από μια πολιτιστική οπτική που περιλαμβάνει την τέχνη και τη φιλοσοφία», προσθέτει.
Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
«Καλλιτέχνες που έζησαν ή ζουν τον πόλεμο βρίσκουν τρόπο να απομακρύνονται από τη σκέψη του θανάτου και να επεκτείνουν τον χρόνο και τον χώρο», λέει η επιμελήτρια Κάρολιν Κριστόφ Μπακάρτζιεφ.
Καθώς ξεκινάμε την περιήγηση από το αίθριο, σε μια επιλογή αρχειακών φωτογραφιών απεικονίζεται το Τορίνο κατεστραμμένο από τους βομβαρδισμούς κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι φωτογραφίες εκτίθενται μαζί με το γλυπτό του Ετορε Χιμένες «Το φιλί του Ιούδα» (1884), που υπέστη σοβαρές ζημιές στις αεροπορικές επιδρομές των συμμαχικών δυνάμεων το 1942 και για τον λόγο αυτό παρουσιάζεται με το κουτί που περιέχει τα θραύσματά του.
Εξετάζοντας την ίδια ιστορική περίοδο, η επόμενη αίθουσα μοιράζεται ανάμεσα στον Μούσιτς και στον Γκόγια. Ο πρώτος ήταν ένας από τους λίγους σύγχρονους καλλιτέχνες που βίωσαν προσωπικά τη φρίκη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Φυλακίστηκε στο στρατόπεδο του Νταχάου τον Νοέμβριο του 1944 επειδή είχε αρνηθεί να καταταγεί στα SS. Ο Μούσιτς έκανε μια σειρά σχεδίων στο Νταχάου την άνοιξη του 1945, τα οποία εκτίθενται εδώ μαζί με έργα της ενότητας «Nous ne sommes pas les derniers» (Δεν είμαστε οι τελευταίοι). Τα κοντινά πλάνα του Γκόγια με βασανισμένα, ακρωτηριασμένα σώματα και πρόσωπα βρίσκονται σε διάλογο με τα έργα του Σλοβένου καλλιτέχνη, ο οποίος στη δεκαετία του 1930 είχε την ευκαιρία να μελετήσει τα έργα του Γκόγια στη Μαδρίτη.
Ο ισπανικός εμφύλιος παρουσιάζεται μέσα από τα έργα των Πικάσο και Νταλί, τις φωτογραφίες της σουρεαλίστριας φωτογράφου Λι Μίλερ, αλλά επίσης μια σπάνια έκδοση των ποιημάτων του Πολ Ελιάρ. Η έκθεση συνεχίζεται με μια ενότητα αφιερωμένη στην καλλιτεχνική αναπαράσταση του «Πολέμου του Βιετνάμ» ή του «Δεύτερου Πολέμου της Ινδοκίνας» ή του «Αμερικανικού Πολέμου», όπως αποκαλείται ανάλογα με το πλαίσιο και το υποκείμενο της ιστορικής αφήγησης.
Ακολουθούν καλλιτεχνικοί προβληματισμοί για τον πόλεμο στα Βαλκάνια, τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η έκθεση ολοκληρώνεται στον υποβλητικό χώρο της σοφίτας του μουσείου με τον απόηχο των πολέμων στο Αφγανιστάν. Αυτή η συνεχιζόμενη σύγκρουση παρουσιάζεται μέσα από το έργο που ανατέθηκε πρόσφατα στον Αφγανό καλλιτέχνη Ραχράου Ομαρζάντ, ιδρυτή του Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης CCAA στην Καμπούλ και μιας σχολής τέχνης για γυναίκες εκεί. Το βίντεό του «New Scenario» δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της διαμονής του καλλιτέχνη στο Castello di Rivoli, αφού του χορηγήθηκε άσυλο στην Ιταλία. Τα γυρίσματα έγιναν μέσα σε ένα αντιαεροπορικό καταφύγιο του 1943 στο Τορίνο, εκφράζοντας την κυκλικότητα του ανθρώπινου πεπρωμένου και τη δυσκολία απελευθέρωσης από τη λογική του τραύματος, της βίας και της σύγκρουσης, καθώς οι ρόλοι εναλλάσσονται ιστορικά: αυτοί που κατείχαν την εξουσία χάνουν και κερδίζουν ξανά και ξανά χωρίς νόημα.
Διάρκεια έκθεσης έως τις 19/11.