Η Παγκόσμια Ημέρα Καταναλωτή που γιορτάζεται στις 15 Μαρτίου κάθε χρόνο και αφορά την ευαισθητοποίηση σχετικά με τα δικαιώματα και την προστασία των καταναλωτών καθίσταται φέτος ιδιαίτερα σημαντική υπό τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις και το άγος της ακρίβειας που πλήττουν την κατανάλωση και τις δαπάνες. Σύμφωνα με τους ανθρώπους του χώρου η προστασία των συμφερόντων του καταναλωτή με την έννοια της μέγιστης δυνατής ικανοποίησης των αναγκών του με σεβασμό στην ιδιωτικότητα και το κόστος που καταβάλει, είναι ο λόγος ύπαρξης των υγιών λιανεμπορικών επιχειρήσεων, προκειμένου να ξεπεραστεί και η τρέχουσα κρίση που σοβεί.
Υπό τις παρούσες συνθήκες ενδιαφέροντα είναι τα στοιχεία αναφορικά με το προφίλ του καταναλωτή σύμφωνα με τα αποτελέσματα της πρόσφατης έρευνας της Focus Bari για λογαριασμό της Plushost. Ειδικότερα, πρόκειται πλέον για έναν εκπαιδευμένο καταναλωτή και με ένα όλο και πιο ολοκληρωμένο και απολαυστικό ψηφιακό ταξίδι. Ο καταναλωτής όχι μόνο δεν είναι αποκλειστικά «ψηφιακός» ή αποκλειστικά «φυσικός», είναι και τα δύο, αλλά είναι και πολύ διαφορετικός απέναντι στην κάθε προϊοντική κατηγορία. Σύμφωνα με την έρευνα ο κάθε ένας από αυτούς είναι μοναδικός και η ανάγκη κάθε στιγμής έχει διαφορετική αξία και βάθος. Είναι στην ευθύνη του λιανέμπορου να δίνει στον πελάτη μια ολοκληρωμένη εμπειρία, να προσαρμόζει το πακέτο της «εμπειρίας αγοράς» στο περιβάλλον αυτής της αγοράς. Όπως η «φυσική» αγορά έχει τους κανόνες και τις προϋποθέσεις της, άλλο τόσο και η «ψηφιακή» απαιτεί σεβασμό στον καταναλωτή και στους άγραφους και τεχνολογικούς νόμους της.
Ωστόσο, το προϊόν ήταν, είναι και θα είναι σημαντικό. Το προϊόν αυτό καθαυτό δηλαδή, και η σχέση του με τον καταναλωτή με αυτό καθορίζει και το κανάλι κατανάλωσης, με το φυσικό κανάλι να κυριαρχεί (88%). Όλα τα δημογραφικά υποκοινά δεν έχουν ομοιογενή στάση απέναντι στους λόγους προτίμησης του συγκεκριμένου καναλιού. Το κοινό 55-64 ετών δείχνει να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την επαφή του με το προϊόν (94%) χωρίς να σημαίνει ότι τα υπόλοιπα κοινά υστερούν. Από την άλλη η κοινωνικότητα είναι εξαιρετικά σημαντική για το γυναικείο κοινό (47%) και για τα νεαρά κοινά 16-34 ετών (55%) δεδομένου ότι η διαδικασία αγορών συχνότατα είναι ενταγμένη στο πλαίσιο μιας άλλης διαδικασίας (καφέ, βόλτα, σινεμά) ευρύτερης των αγορών.
Αυθόρμητη αγορά
Συνεχίζοντας την σταχυολόγηση των ευρημάτων από την έρευνα, αξίζει να σημειωθεί η αξία της αυθόρμητης αγοράς ως πηγή προτίμησης αγοράς επίσης από φυσικό κατάστημα. Για παραπάνω από τις μισές προϊοντικές κατηγορίες (16/27) οι οποίες μελετήθηκαν, η απόσταση μεταξύ ψηφιακής (38%) και φυσικής (48%) αγοράς στο κριτήριο της αυθόρμητης επιλογής, υπερέβαινε το 20%. Σε μια εποχή που ο πολίτης βομβαρδίζεται κατά τη χρήση του κινητού του -και όχι μόνον- από νέα προϊόντα η διατήρηση αυτής της ειδικής σχέσης του καταναλωτή με την αυθόρμητη αγορά μέσω του φυσικού καναλιού είναι κάτι που δεν φαίνεται να υποχωρεί.
Ψηφιακό κανάλι
Αναφορικά με την επιλογή των ψηφιακών αγορών σύμφωνα με την έρευνα, ο καταναλωτής προτιμά τις ψηφιακές αγορές επειδή γλιτώνει χρόνο (82%), επειδή έχει την αίσθηση ότι θα πληρώσει λιγότερο (74%) για το ίδιο είδος και γιατί του παρέχονται περισσότερες εναλλακτικές (70%). Αυτή είναι η συνολική εικόνα. Στα επιμέρους κοινά οι 35-54 ετών που είναι το βασικό και πιο ενεργό οικονομικά κοινό, ο χρόνος (85%) και το κόστος(78%) είναι ακόμα πιο σημαντικές από το μέσο όρο του πληθυσμού. Επίσης φαίνεται ότι είναι πάρα πολύ σημαντικότερο από τον μέσο όρο το εύρος των εναλλακτικών που προσφέρει το ψηφιακό περιβάλλον για το κοινό 55-64 ετών (75%) κάτι που δεν θα περίμενε κανείς για αυτή την ηλικιακή ομάδα. Καμία έκπληξη αλλά -είναι καλό να υπογραμμιστεί ότι η Αττική και η Θεσσαλονίκη εμφανίζουν μεγαλύτερη σημαντικότητα στην παράμετρο «χρόνος» (89% και 88% αντίστοιχα) έναντι των υπόλοιπων γεωγραφικών περιοχών. Τέλος, η πληθώρα των εναλλακτικών (72%) φαίνεται να είναι σημαντικός παράγοντας για το κοινό που κατοικεί στη λοιπή Ελλάδα. Πιθανότατα αυτό να έχει να κάνει με τις εναλλακτικές που παρέχονται σε αυτούς τους πληθυσμούς στο φυσικό κανάλι.
Σύμφωνα με την έρευνα, ο καταναλωτής θεωρεί λογικό και δίκαιο να καταβάλει μεταφορικά για κάποια αξία αγορών και πάνω. Αυτή η αξία αγορών ανέρχεται κατά μέσο όρο στα 38 €. Αλλά για ακόμα μια φορά ο μέσος όρος μπορεί να είναι παραπλανητικό μέγεθος. Παρατηρώντας τα στοιχεία της έρευνας αναλυτικότερα διαπιστώνεται ότι για τις 11 από τις 27 προϊοντικές κατηγορίες ο καταναλωτής είναι διατεθειμένος να καταβάλει πολύ παραπάνω από τα 38 € του μέσου όρου. Για εκείνες τις 3 προϊοντικές υποκατηγορίες που ο καταναλωτής έχει την πεποίθηση ότι τα προϊόντα έχουν μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους είναι και εκείνες για τις οποίες η αξία αγοράς που πρέπει να συνοδεύεται από δωρεάν μεταφορικά πέφτει από τα 38€κάτω στα 30€ (αξεσουάρ, καλλυντικά, παιχνίδια).