Ομαλοποίηση πληθωρισμού και επιτοκίων από το 2025

1 year ago 68

Παρά τις καλύτερες του αναμενομένου προβλέψεις της Κομισιόν για τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη, οι προοπτικές εξακολουθούν να μην είναι και τόσο ευνοϊκές όσο θα ήθελε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).

Μπορεί η ενεργειακή κρίση να έχει αντιμετωπιστεί μέχρι στιγμής σε μεγάλο βαθμό και τα χειρότερα σενάρια της ύφεσης να μην επιβεβαιώνονται, όμως η επιμονή των πληθωριστικών πιέσεων, παρά την αποκλιμάκωση των τιμών καταναλωτή, ισχυροποιούν τις θέσεις των κεντρικών τραπεζών και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού ότι πιθανόν να χρειαστούν περαιτέρω επιτοκιακές αυξήσεις για την επίτευξη του στόχου για σταθερότητα των τιμών.

Δημοσκόπηση

Δημοσκόπηση του Bloomberg έδειξε ότι ακόμη και το 2025 η ΕΚΤ δεν θα έχει επιτύχει τον στόχο του 2%, καθώς οικονομολόγοι τον βλέπουν στο 2,1%, θέση που ταυτίζεται με πρόσφατο poll οικονομολόγων της ΕΚΤ που έβλεπε αντίστοιχα τον πληθωρισμό οριακά υψηλότερα του στόχου και το 2025. Ο δομικός πληθωρισμός, που εξαιρεί τις ευμετάβλητες τιμές τροφίμων και ενέργειας και τον οποίο παρακολουθούν πιο στενά οι κεντρικές τράπεζες, θα κορυφωθεί στο επίπεδο του 5,2% στο πρώτο τρίμηνο του έτους, προτού αποθερμανθεί στο 3,6% τους τελευταίους τρεις μήνες του έτους, σύμφωνα με το poll του Bloomberg.

Oι εν λόγω προβλέψεις δίδουν μια «πρόγευση» για το πού θα κυμαίνονται οι νέες τριμηνιαίες προβλέψεις της ΕΚΤ όταν θα ανακοινωθούν στη συνεδρίαση του επόμενου μήνα μετά τη σημαντική μείωση των τιμών φυσικού αερίου. Στις τελευταίες προβλέψεις του Δεκεμβρίου, η ΕΚΤ τοποθετούσε τον δομικό πληθωρισμό το 2025 στο 2,4%. Ωστόσο, η ευρωπαϊκή οικονομία αποδεικνύεται πιο ανθεκτική απ’ ό,τι αναμενόταν και τώρα φαίνεται να ξεπερνά τα χειρότερα με μια ήπια ύφεση. Οι προβλέψεις κάνουν λόγο για συρρίκνωση 0,2% του ΑΕΠ στο πρώτο τρίμηνο, για να ακολουθήσει ανάκαμψη που θα ωθήσει την ανάπτυξη στο 0,4% καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023 και στο 1,2% το 2024. Η Γερμανία είναι η μοναδική οικονομία μεταξύ των τεσσάρων μεγαλύτερων της Ευρωζώνης που φαίνεται ότι θα συρρικνωθεί φέτος, σύμφωνα με το poll του Bloomberg, ενώ η Ισπανία αναμένεται να καταγράψει τον ταχύτερο ρυθμό ανάπτυξης.

Αναθεώρηση

Αναθεωρημένες προς τα κάτω είναι και οι προβλέψεις της Κομισιόν για τον πληθωρισμό, οι οποίες κάνουν λόγο για 5,6% φέτος και 2,5% το 2024, έναντι των προηγούμενων προβλέψεων του Νοεμβρίου για 6,1% και 2,5%, αντίστοιχα. Πρόκειται μεν για σημαντική προς τα κάτω αναθεώρηση και με δεδομένο ότι οι τιμές καταναλωτή είχαν αγγίξει ιστορικό υψηλό στο 10,6% πέρυσι τον Οκτώβριο, όμως ο πληθωρισμός παραμένει «κολλημένος» σε υψηλά επίπεδα, με τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία να δημιουργεί προκλήσεις και μεγάλη αβεβαιότητα. Τα τελευταία στοιχεία της Eurostat για τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη έδειξαν ότι διαμορφώθηκε στο 8,5% τον Ιανουάριο, με τον δείκτη ωστόσο που εξαιρεί τις ευμετάβλητες τιμές προϊόντων καπνού και αλκοόλ να βρίσκεται στο ιστορικό υψηλό του 5,2%.

Πάντως, η ΕΚΤ αναμένεται να αυξήσει τα επιτόκιά της επιπλέον κατά 50 μονάδες βάσης τον Μάρτιο και κατά 25 μονάδες βάσης τους επόμενους μήνες, με πιθανό τερματικό επιτόκιο το 3,25% ή ίσως και υψηλότερα. Η πρώτη επιτοκιακή μείωση δεν αναμένεται πριν από το δεύτερο τρίμηνο του 2024.

Οι επιπτώσεις στο χρέος

Σε αντίθεση, ωστόσο, με ορισμένες απόψεις που θέλουν τις κυβερνήσεις να ωφελούνται από τον πληθωρισμό σε επίπεδο χρέους και φορολογικών εσόδων, έκθεση της ΕΚΤ έδειξε ότι η μεγάλη αύξηση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη θα επηρεάσει τα δημοσιονομικά με την πάροδο του χρόνου. Σε ένα περιβάλλον αυξημένου πληθωρισμού χωρίς αυτόματη προσαρμογή των δαπανών, ο λόγος χρέους/ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα μπορούσε να υποχωρήσει, σύμφωνα με την ΕΚΤ, όμως η ενεργειακή κρίση, η συνεπακόλουθη επιβράδυνση της ανάπτυξης και οι αυστηροί κανόνες για τις δαπάνες σημαίνουν ότι η δημοσιονομική κατάσταση των κυβερνήσεων θα επηρεαστεί αρνητικά μετά από έναν χρόνο.

«Μετά από κάποια χρόνια, οι πιέσεις στις δαπάνες εντείνονται και αντισταθμίζουν τα οφέλη από πλευράς εσόδων, οδηγώντας σε συρρίκνωση 0,5% του ΑΕΠ, κάτι που θα φανεί στον προϋπολογισμό του 2024», επισημαίνει η ΕΚΤ. Ενώ ο πληθωρισμός ενισχύει τα φορολογικά έσοδα, η ενεργειακή κρίση επιβαρύνει την εταιρική κερδοφορία, περιορίζει την ανάπτυξη και ασκεί πιέσεις στις ονομαστικές δημόσιες δαπάνες. Την ίδια στιγμή, η νομισματική πολιτική που απαιτείται για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού οδηγεί σε δευτερογενείς επιπτώσεις, που μεταφράζονται σε αύξηση των εντόκων πληρωμών του κρατικού χρέους.

Read Original