Δύο είναι τα βασικά οφέλη από την ταχεία αποκλιμάκωση της τιμής του φυσικού αερίου κάτω και από τα 50 ευρώ/Mwh.
Το ένα είναι η αποκλιμάκωση του ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, το οποίο εκτοξεύτηκε το 2022 σε πρωτοφανή επίπεδα, και το άλλο ο μηδενισμός της συμμετοχής του κρατικού προϋπολογισμού στο κόστος επιδότησης των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος για δεύτερο διαδοχικό μήνα μέσα στο 2023.
Διατήρηση της τιμής στα σημερινά ή και χαμηλότερα επίπεδα εκτιμάται από το οικονομικό επιτελείο ότι θα αποτυπωθεί έντονα τόσο σε μακροοικονομικό όσο και σε δημοσιονομικό επίπεδο, επιτρέποντας την αναθεώρηση προς τα πάνω των εκτιμήσεων για την πορεία του ΑΕΠ μέσα στο 2023, αλλά και τη δημιουργία πρόσθετου δημοσιονομικού χώρου ανεξάρτητα από το αν αυτός θα διανεμηθεί πριν ή μετά τις εκλογές.
Ο Φεβρουάριος αναμένεται να κλείσει με αρνητικό πρόσημο για όλα τα βασικά ενεργειακά προϊόντα που διόγκωσαν το 2022 το εμπορικό έλλειμμα της χώρας. Ειδικότερα:
1. Το φυσικό αέριο έσπασε προς τα κάτω και το φράγμα των 50 ευρώ. Αντίστοιχη τιμή είχε να καταγραφεί από τον Σεπτέμβριο του 2021. Σε σχέση με πέρυσι η τιμή του φυσικού αερίου έχει υποχωρήσει, στο χρηματιστήριο του Άμστερνταμ, κατά 32,89%, καθώς μόνο σε μηνιαία βάση η υποχώρηση φτάνει στο 20%.
2. Η τιμή του πετρελαίου τύπου μπρεντ υποχώρησε χθες στα 82 δολάρια το βαρέλι. Μέσα στον Φεβρουάριο έχει καταγραφεί μείωση της τάξεως του 3,14%, ενώ σε ετήσια βάση οι απώλειες φτάνουν στο 11,73%. Αντίστοιχα, για το αμερικανικό αργό οι ετήσιες απώλειες φτάνουν στο 14,09%, με την τιμή του τελευταίου να διαμορφώνεται στα 76 δολάρια. Η τιμή του αργού έχει υποχωρήσει κατά 4,6% μέσα στον Φεβρουάριο.
Σημαντικό ρόλο στην αποτύπωση των επιπτώσεων από τη μείωση των τιμών ενέργειας στο ενεργειακό και στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας παίζει φυσικά και η ισοτιμία του ευρώ με το δολάριο.
Από τον Οκτώβριο και μετά, ακριβώς λόγω της αύξησης των επιτοκίων από την ΕΚΤ, το ευρώ έχει ανακάμψει και πλέον κινείται αρκετά κοντά στα περσινά επίπεδα (σ.σ. αποτυπώνεται μικρή διολίσθηση της τάξεως του 6% στην ισοτιμία του ευρώ με το δολάριο).
To έλλειμμα στο ισοζύγιο καυσίμων αναμένεται να κλείσει το 2022 κοντά ή και λίγο πάνω από τα 14 δισ. ευρώ, με το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών να εκτινάσσεται κοντά στα 20-21 δισ. ευρώ και το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο να «σκαρφαλώνει» ακόμη και στα 40 δισ. ευρώ. Πρόκειται για εξαιρετικά αρνητικές επιδόσεις και στα τρία επίπεδα:
1. Έλλειμμα 14 δισ. ευρώ στο ισοζύγιο καυσίμων δεν έχει καταγραφεί ποτέ από τότε που μπήκε η Ελλάδα στην Ευρωζώνη. Η προηγούμενη χειρότερη επίδοση ήταν τα 9,8 δισ. ευρώ το 2008. Το 2021 -για να γίνει η σύγκρισηείχαμε κλείσει με έλλειμμα στα καύσιμα της τάξεως των 5,8 δισ. ευρώ.
2. Η χειρότερη επίδοση της 20ετίας στο εμπορικό ισοζύγιο ήταν μέχρι τώρα τα 42 και τα 44 δισ. ευρώ αντίστοιχα της διετίας 20072008, δηλαδή των ετών που προηγήθηκαν της μεγάλης οικονομικής ύφεσης και της μνημονιακής περιόδου. Μέσα στις επόμενες ημέρες θα φανεί από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος αν το έλλειμμα θα ξεπεράσει ή όχι τα 40 δισ. ευρώ, έναντι περίπου 26,7 δισ. ευρώ το 2021.
3. Όσον αφορά το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, το 2021 έκλεισε στα 12,27 δισ. ευρώ, με τη χειρότερη επίδοση της 20ετίας να είναι αυτή του 2008 (36,5 δισ. ευρώ). Απέχουμε πολύ από το προηγούμενο αρνητικό ρεκόρ καθώς το 2022 θα κλείσει με ένα άνοιγμα της τάξεως των 20 δισ. ευρώ λόγω των εσόδων του τουρισμού.
Το αν θα υπάρξει σημαντική μείωση στα τρία ελλείμματα που προαναφέρθηκαν, από τις αρχές κιόλας του 2023, θα εξαρτηθεί από διάφορους παράγοντες. Πρώτον, μένει να φανούν οι διαφοροποιήσεις στο «ενεργειακό μίγμα».
Πάντως, οι τιμές του αερίου είναι αισθητά χαμηλότερες για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα από αυτές που είχαν προϋπολογιστεί κατά την κατάρτιση του προϋπολογισμού και τη θέσπιση του στόχου για ανάπτυξη 1,6% μέσα στο 2023. Όλες οι προβλέψεις έγιναν με εκτίμηση για τιμή του φυσικού αερίου στα 120 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Το ειδικό αποθεματικό των 600 εκατ. ευρώ για την επιδότηση των λογαριασμών του ηλεκτρικού ρεύματος παρέμεινε άθικτο τον Φεβρουάριο, καθώς οι απαιτούμενες επιδοτήσεις μειώθηκαν κατακόρυφα και καλύφθηκαν από τους πόρους του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης.
Το ίδιο αναμένεται να συμβεί και τον Μάρτιο. Η μέση τιμή της μεγαβατώρας έχει διαμορφωθεί στις πρώτες 18 ημέρες του Φεβρουαρίου στα 171 ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι η τιμή λιανικής των περισσότερων παρόχων θα παραμείνει και για τον επόμενο μήνα στα 20-21 λεπτά ανά κιλοβατώρα, επιτρέποντας στο κράτος να διατηρήσει τις επιδοτήσεις στα πολύ χαμηλά επίπεδα των 4-5 λεπτών και αυτό μόνο για τις καταναλώσεις έως και τις 500 κιλοβατώρες ανά μήνα.
Οι τιμές ηλεκτρισμού
Παραμένουν μη ανταγωνιστικές οι τιμές ηλεκτρισμού για την ελληνική ενεργοβόρο βιομηχανία, παρά την πτώση των διεθνών τιμών φυσικού αερίου, τονίζει σε δηλώσεις του στη «Ν» ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ, Αντώνης Κοντολέων.
«Τιμές φυσικού αερίου στα επίπεδα των 50-55 ευρώ/μεγαβατώρα και ταυτόχρονα τιμές δικαιωμάτων εκπομπών CO2 στα επίπεδα των 90-93 ευρώ/τόνο -γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε και αυτήν την παράμετρο κόστους, που αυτήν την περίοδο βαίνει αυξανόμενησημαίνει ότι οι τιμές ηλεκτρισμού στην ελληνική χονδρεμπορική αγορά θα κυμανθούν στα επίπεδα των 150160 ευρώ/MWh. Αυτό “μεταφράζεται” σε τιμές ρεύματος για τη βιομηχανία της τάξης των 180-190 ευρώ/MWh. Εάν υποθέσουμε ότι η κρατική επιδότηση θα διατηρηθεί και για τον επόμενο μήνα στα επίπεδα των 20 ευρώ/MWh (όσο δηλαδή και τον Φεβρουάριο), τότε η τελική τιμή θα διαμορφωθεί στα 160-170 ευρώ/MWh.
Η τιμή αυτή είναι μη ανταγωνιστική για την ελληνική βιομηχανία, για δύο λόγους:
Πρώτον, το χαμηλό επίπεδο ανταγωνισμού στην εγχώρια αγορά ηλεκτρισμού λόγω της ολιγοπωλιακής δομής της και του ποσοστού του φυσικού αερίου στο μίγμα της ηλεκτροπαραγωγής που παραμένει ακόμα υψηλό.
Δεύτερον, η ελληνική κυβέρνηση παρά το αίτημά μας δεν έχει προχωρήσει μέχρι στιγμής σε επιπλέον επιδότηση των βιομηχανιών έντασης ενέργειας όπως έχουν πράξει πολλές ευρωπαϊκές χώρες».
Oι παραγωγικές τάξεις
Σε πιο ήπια ύφεση παραπέμπουν τα νέα δεδομένα μετά την πτώση των τιμών του φυσικού αερίου και εξ αυτού των τιμολογίων του ηλεκτρικού ρεύματος, με τις παραγωγικές τάξεις να τηρούν στάση αναμονής για το αποτέλεσμα το οποίο αναμένουν να δουν στους λογαριασμούς τους.
Τον Ιανουάριο, ο οποίος κύλησε με το φυσικό αέριο με μία μέση τιμή στα 60 ευρώ/MWH, είχαμε δημοσιονομική εξοικονόμηση από εισαγωγές του φυσικού αερίου ύψους 300 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο, παρά το υψηλό δυνητικό κέρδος, οι εκπρόσωποι των βιομηχάνων και των επαγγελματοβιοτεχνών και εμπόρων, κρατούν χαμηλούς τόνους, αφού ο χειμώνας με καθυστέρηση περίπου τριών μηνών ενέσκηψε στο τέλος Ιανουαρίου και κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει από τώρα τι θα φέρει μαζί του. Επίσης, η βασική αιτία της απότομης ανόδου των τιμών της ενέργειας, ο πόλεμος στην Ουκρανία, βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη.