Ο αριθμός των πλημμυρών στη χώρα μας αυξάνεται. Μόνο που η διαπίστωση αυτή δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στα ακραία καιρικά φαινόμενα και στις κλιματικές μεταβολές. Στη χώρα μας, με το εξαιρετικά ανομοιογενές ανάγλυφο να ευνοεί τις ξαφνικές πλημμύρες, η αλλαγή στην κάλυψη της γης και στη χρήση της φαίνεται να διαδραματίζει σημαντικότερο ρόλο από την αύξηση των βροχοπτώσεων. Οπως επισημαίνουν οι ειδικοί, στην υπόθεση συμβάλλουν και τα ξεπερασμένα (είτε τεχνικά ή από πλευράς «χωρητικότητας») αντιπλημμυρικά έργα.
Σύμφωνα με τις επιστημονικές μελέτες που έχουν δημοσιευθεί τα τελευταία χρόνια, οι περιοχές που αντιμετωπίζουν συχνότερα πλημμυρικά φαινόμενα είναι η Αττική, η Θεσσαλονίκη, οι μεγάλες πόλεις της Θεσσαλίας, της Πελοποννήσου και της Κρήτης και η περιοχή κοντά στον ποταμό Εβρο, που είναι το μεγαλύτερο «διακρατικό» ποτάμι. «Τα τελευταία χρόνια βέβαια έχουν συμβεί σοβαρές πλημμύρες σε περιοχές που δεν είχαν αντιμετωπίσει ανάλογα προβλήματα, όπως η Μάνδρα Αττικής και το Μουζάκι Καρδίτσας», αναφέρει ο Βαγγέλης Μπαλτάς, καθηγητής Υδρολογίας και Διαχείρισης Υδατικών Πόρων στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ. «Πλημμύρες συνέβαιναν πάντα στη χώρα μας. Η Ελλάδα έχει περίπου 18.000 χλμ. ακτογραμμής, που σημαίνει έναν πολύ μεγάλο αριθμό λεκανών απορροής, που είναι συνήθως σχετικά μικρού μεγέθους. Οι λεκάνες αυτές είναι ταχείας απόκρισης, δηλαδή ο χρόνος συγκέντρωσης νερού σε ποσότητα τέτοια που να προκαλέσει πλημμύρα είναι μικρός. Αυτό που δείχνει να έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια δεν είναι μόνο ο αριθμός των πλημμυρών, αλλά και οι δυσμενείς επιπτώσεις τους. Το γεγονός αυτό πιθανόν οφείλεται στην αλλαγή της κάλυψης και στις χρήσεις της γης εξαιτίας έργων και αστικοποίησης και βεβαίως στις κλιματικές μεταβολές».
Μοιραίες παρεμβάσεις
Οι περιοχές που πλημμυρίζουν συχνότερα είναι η Αττική, η Θεσσαλονίκη, οι μεγάλες πόλεις της Θεσσαλίας, της Πελοποννήσου και της Κρήτης.
Οι ανθρώπινες παρεμβάσεις έχουν αποδειχθεί μοιραίες σε πολλές περιοχές τα τελευταία χρόνια. Από ποταμούς και ρέματα που μετατράπηκαν σε δρόμους, κτίρια που «φύτρωσαν» σε όχθες ποταμών, μπαζώματα, μέχρι τη μετατροπή των πλημμυρικών δέλτα των ποταμών σε παραθεριστικές περιοχές. «Κατά τη γνώμη μου, οι ανθρώπινες επεμβάσεις στις λεκάνες απορροής παίζουν σημαντικό ρόλο. Δεν θα πρέπει να αγνοήσουμε βέβαια το γεγονός ότι οι υποδομές μας είναι συχνά ξεπερασμένες. Για παράδειγμα, δίκτυα ομβρίων ή αποχέτευσης που κατασκευάστηκαν 40-50 χρόνια νωρίτερα είναι λογικό να μην μπορούν πλέον να ανταποκριθούν. Η τάση, πάντως, σε επιστημονικό επίπεδο είναι ο συνδυασμός τεχνικών έργων με τις λεγόμενες “φυσικές λύσεις” (nature based solutions), όπως λίμνες κατακράτησης νερού, οι οποίες “παντρεύονται” καλύτερα με το φυσικό περιβάλλον. Τέλος, να σημειώσουμε τον ρόλο που παίζουν οι φυσικές καταστροφές –για παράδειγμα η απώλεια ενός δάσους– στην περαιτέρω επιβάρυνση των πλημμυρικών παροχών».
Με την άποψη αυτή συμφωνεί και ο Μιχάλης Διακάκης, επιστημονικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου Αθηνών, που ασχολείται συστηματικά τα τελευταία χρόνια με τα πλημμυρικά φαινόμενα. «Κατά τη γνώμη μου, το κυριότερο ζήτημα είναι οι παρεμβάσεις του ανθρώπου στα ρέματα. Οταν τα ρέματα έχουν ένα πλημμυρικό πεδίο διαμορφωμένο από τη φύση, το οποίο χρειάζεται για να κατέβει το νερό απρόσκοπτα μέχρι τη θάλασσα, και ο άνθρωπος έχει χτίσει εμπόδια σε αυτό –δρόμους, κτίρια, κατασκευές–, αυτό από μόνο του δυσκολεύει την ομαλή “λειτουργία” του. Τα ρέματα πλημμυρίζουν πιο εύκολα και πιο συχνά και για τον λόγο αυτό έχουμε τα τελευταία χρόνια και περισσότερες καταστροφές». Με την έννοια αυτή, θα περίμενε κανείς ότι σε περιοχές όπως η Ζάκυνθος (και γενικώς τα Ιόνια νησιά), που έχουν σταθερά υψηλότερες βροχοπτώσεις από την υπόλοιπη Ελλάδα (και επομένως δεν έχουν πολλούς ξηροποτάμους που κατά κανόνα καταπατούνται), οι πλημμύρες θα ήταν σπανιότερες. «Σίγουρα στα Ιόνια νησιά και στην Ηπειρο το γεωπεριβάλλον και η βλάστηση είναι πολύ καλύτερα προετοιμασμένα για περισσότερη βροχόπτωση. Ομως πάντα υπάρχει ένα όριο. Μια μεγάλη καταιγίδα θα δημιουργήσει πρόβλημα. Επιπλέον, λόγω των ειδικών γεωλογικών συνθηκών τους, προκύπτουν καταπτώσεις βράχων και λασπορροές που επιδεινώνονται, συγκεκριμένα στη Ζάκυνθο, από τα αποτελέσματα των δασικών πυρκαγιών των τελευταίων χρόνων», εκτιμά ο κ. Διακάκης.
Τα προβλήματα στην Αττική
Αντιθέτως στην Αττική τα προβλήματα είναι… σταθερά. «Στην Αττική υπάρχει μια πολύ έντονη παρέμβαση στο υδρογραφικό δίκτυο, έχουν μειωθεί κρίσιμες διατομές, υπάρχει παρουσία φερτών υλικών και απορριμμάτων στα ρέματα, με αποτέλεσμα να αποτελεί ένα χώρο που σταθερά έχουμε μεγάλη συχνότητα στις πλημμύρες. Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως στη Μάνδρα, στου Ρέντη και στον Μαραθώνα, η κατάσταση βελτιώθηκε έπειτα από κάποια τεχνικά έργα. Υπάρχει όμως μια μεγάλη περιοχή στα δυτικά προάστια, από τα Ανω Λιόσια έως το Αιγάλεω, στην οποία τα ρέματα εξακολουθούν να πλημμυρίζουν επειδή οι κοίτες και τα πλημμυρικά τους πεδία έχουν χτιστεί. Τέτοιες επεμβάσεις δεν μπορούν να αλλάξουν εύκολα».