Οι χρηματαγορές σε αναταραχή

1 year ago 42

Οι πρόσφατες σοβαρές αναταράξεις στο διεθνές τραπεζικό σύστημα επιβεβαιώνουν ότι η προσπάθεια περιορισμού των πληθωριστικών προσδοκιών από τις κεντρικές τράπεζες περιλαμβάνει υψηλό κόστος και χρειάζεται χρόνο. Μπορεί η δαπάνη ή και η απασχόληση να μην περιορίζεται όσο προβλεπόταν και οι οικονομίες να παρουσιάζουν επί του παρόντος αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα, ωστόσο η λεγόμενη «ακρίβεια» για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις δεν είναι η μόνη παράπλευρη απώλεια, το αναγκαίο βραχυχρόνιο κακό για να τιθασευθεί ο πληθωρισμός.

Η νομισματική πολιτική έχει καθήκον να προστατεύει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα του συστήματος, πέραν του πληθωρισμού. Στην Αμερική, μπορεί η άνοδος των επιτοκίων από τη Fed να ήταν εξαιρετικά απότομη –αφού καθυστέρησε να διαγνώσει ορθώς τον πληθωρισμό– και να συνέβαλε στην κρίση φερεγγυότητας των μη συστημικών τραπεζών SVB και FS, όμως το πρόβλημα εντοπίζεται στη χαλάρωση της εποπτείας, με αποτέλεσμα να «επιτραπεί» μια εξαιρετικά χαμηλή διαφοροποίηση των δανείων, αλλά και των επενδυτικών χαρτοφυλακίων χωρίς ασφάλιση. Εκτός όμως από τα περιουσιακά στοιχεία στον ισολογισμό, το ίδιο και στις υποχρεώσεις ο κατάλογος των καταθετών ήταν το ίδιο αδιαφοροποίητος, 74 δισ. δολ. σε εταιρείες startups, στελέχη, κ.τ.λ. Οταν οι τελευταίοι αποφασίζουν να τραβήξουν καταθέσεις, η εκποίηση περιουσιακών στοιχείων με discount περιλαμβάνει ζημίες που απαιτούν κεφαλαιακές ενισχύσεις. Τα προβλήματα φερεγγυότητας και ρευστότητας ενισχύουν το ένα το άλλο, μέσα σε ένα κλίμα απώλειας του πιο σημαντικού ίσως άυλου περιουσιακού στοιχείου, που είναι η «εμπιστοσύνη».

Το τραπεζικό αυτό σύστημα, αν και μη συστημικό, διαχέεται σε κάποιον βαθμό διεθνώς, από την Ασία μέχρι την Ευρώπη. Η απώλεια της «εμπιστοσύνης», όμως, είναι κάτι που θορυβεί τον απλό κόσμο, ενώ η απότομη εξέλιξη κινητοποιεί υποψίες για περαιτέρω προβλήματα. Ορθολογικό, οι πιο αδύναμοι κρίκοι να υποφέρουν. H Credit Suisse αντιμετωπίζει κακοδιοίκηση εδώ και περίπου 15 έτη, με πρόστιμα δισεκατομμυρίων για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, φοροδιαφυγή, κ.ά. Παρά τις κεφαλαιακές ενέσεις και τη σχετικά καλή κατάσταση ρευστότητας, η νέα διοίκηση αντιμετωπίζει φαινόμενα απόσυρσης καταθέσεων. Η παρέμβαση της κεντρικής τράπεζας της Ελβετίας με ανοικτή πιστωτική γραμμή 50 δισ. αποκαθιστά τη ρευστότητα, αφού προηγουμένως μια δήλωση άρνησης κεφαλαιακής ενίσχυσης από βασικό μέτοχο έδωσε το σήμα άμεσου κινδύνου.

Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΚΤ αποφάσισε να τηρήσει την καθοδήγησή της για αύξηση 50 μονάδων βάσης, στο 3% το επιτόκιο, χωρίς όμως περαιτέρω καθοδήγηση για το μέλλον, δηλώνοντας ότι κατ’ ουσίαν έχει όλα τα μέσα (LTRO) να στηρίξει το τραπεζικό σύστημα αν χρειαστεί. Μπορώ να πω ότι μια τέτοια κίνηση είχε προεξοφληθεί από τις αγορές, όμως εφεξής κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για τις επιπτώσεις μιας περαιτέρω σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής. Σαφώς πλησιάζουμε στα όρια της πολιτικής αυτής.

* Ο κ. Θεόδωρος Πελαγίδης είναι υποδιοικητής της ΤτΕ, καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.

Read Original