Ο Παναγιώτης Γκιζώτης βλέπει το θέατρο σαν τη μαγειρική

1 year ago 115
Ο Παναγιώτης Γκιζώτης βλέπει το θέατρο σαν τη μαγειρική

Φωτογραφία: ΑΓΓΕΛΟΣ ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

O Παναγιώτης Γκιζώτης εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη στις τελευταίες δουλειές του Δημήτρη Καραντζά (Φαίδρα, Θείος Βάνιας, Ταξίδι μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα). Το άγχος που συνοδεύει τη συνολική ευθύνη για το ανέβασμα ενός έργου αποφάσισε να το διαχειριστεί όταν διάβασε το Εσωτερικό, ένα κείμενο του νομπελίστα Μορίς Μέτερλινκ. Ένα έργο ποιητικό, από τα κλασικά δείγματα του στατικού δράματος, όπου οι ήρωες, όπως έγραφε ο Κ. Παλαμάς, δεν δρουν, αλλά αισθάνονται. 

Τι σε συγκίνησε στο κείμενο του Μέτερλινκ;
Έχει δουλέψει με λεπτοβελονιές ένα κείμενο 20 σελίδων για το πόσο εύκολα μετακινείται κανείς από την ευτυχία στη δυστυχία. Ένιωσα ότι βουτάμε στη δυστυχία και είμαστε σχεδόν εντάξει με αυτό, δεν επιδιώκουμε καν την ανάταση. Με όλα αυτά που έγιναν τον τελευταίο καιρό, με το δυστύχημα στα Τέμπη, γεννήθηκε η ανάγκη μέσα μου να πω αυτήν την ιστορία, γιατί είναι ένα έργο που σε κινητοποιεί να αναζητήσεις την ευτυχία έστω και σε στιγμές.

Η ευτυχία εξαντλείται μόνο σε στιγμές;
Ναι, δεν λέω πως δεν θα έπρεπε να είναι κάτι περισσότερο, απλώς πλέον δεν έχεις ούτε τον χρόνο ούτε την ψυχική ηρεμία να ευχαριστηθείς την ευτυχία σου. Έρχεται μια καθημερινότητα, μια πραγματικότητα, και σε κατασπαράζει. 

Τα κείμενα μας βρίσκουν όταν τα έχουμε περισσότερο ανάγκη;
Είμαι ορθολογιστής, τις κάνω πέρα τέτοιες σκέψεις, δεν μου ταιριάζουν. Κάποιες φορές, βέβαια, μπορεί να με απασχολήσουν τέτοιες δεισιδαιμονίες, αλλά συνήθως δεν σκέφτομαι έτσι. Το μόνο που μπορώ να πω σίγουρα είναι πως με έχει καταλάβει το πνεύμα του Μέτερλινκ, αισθάνομαι σαν να τον έχω καταπιεί, τον κουβαλάω παντού μαζί μου. Νομίζω πως μιλάω και πιο ποιητικά σε κάποιες φάσεις.

Ποια είναι η ιστορία του έργου;
Δύο άνδρες στέκονται έξω από ένα σπίτι και σκέφτονται πώς θα αναγγείλουν μια μακάβρια είδηση στην οικογένεια που ζει εκεί. Το αναβάλλουν, δειλιάζουν και όσο κάθονται εκεί παρατηρούν από το παράθυρο την καθημερινότητα αυτών των ανθρώπων. Πώς θα διαταράξουν την ησυχία τους; 

Πώς αποφάσισες να φοιτήσεις σε δραματική σχολή;
Ήμουν 23 ετών όταν έγινα δεκτός στη σχολή. Είχα κάνει έναν χρόνο Αρχιτεκτονική, μετά συνέχισα στο Φυσικό για τέσσερα χρόνια, δεν είχα βρει αυτό που ήθελα, καταλαβαίνεις, έκανα τουρ. Συμμετείχα σε μια φοιτητική θεατρική ομάδα και εκεί οι άνθρωποι μου ενέπνευσαν την αγάπη για το θέατρο. Δεν ήξερα τι είναι οι δραματικές σχολές. Ένας φίλος από την ομάδα έδωσε στην Ανώτερη Σχολή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, πέρασε και έτσι ακολούθησα το παράδειγμά του και εγώ.

Αποφεύγεις την έκθεση στη σκηνή;
Δεν το αποκλείω, απλώς από την αρχή φάνηκε πως θα πήγαινα προς τη σκηνοθεσία. Με γοητεύει το πώς διαλέγεις να πεις μια ιστορία, το πώς φωτίζεις επιμέρους στοιχεία του έργου, π.χ. την ανθρωπιά που έχει μέσα το συγκεκριμένο κείμενο, πώς θα την αναδείξεις, πώς θα κάνεις τον άλλο να αισθανθεί αυτό που ένιωσες εσύ.

Αν το θέατρο ήταν συνταγή, τι υλικά θα είχε;
Μακάρι να μην είναι συνταγή. Αν ήταν, θα έπρεπε να τη βάζουμε στην άκρη. Το θέατρο είναι μαγειρική. Υπάρχουν συνταγές και υπάρχει και η χαρά του αυτοσχεδιασμού. Δεν είναι ωραίο να σου υπαγορεύουν συγκεκριμένες αναλογίες και βήματα. Να φτιάχνεις μια προκάτ παράσταση. Πρέπει να έχεις την ευαισθησία και την ετοιμότητα να διαχειριστείς οτιδήποτε προκύψει. 

Τι σε κινητοποιεί;
Η ουσιαστική αγάπη, το να δίνεσαι σε κάτι με όλες σου τις δυνάμεις. Να, για παράδειγμα, επειδή εμείς δεν έχουμε παραγωγό, τα περισσότερα πράγματα τρέχω και τα κάνω εγώ. Παρά το άγχος και την κόπωση, αυτό μου δίνει τρομερή χαρά. Αισθάνομαι ότι, σχεδόν, δεν έχω να φοβηθώ τίποτα.

INFO

Από 04 έως 10/05, Εσωτερικό, στο Πάνω Σπίτι, λεωφόρος Αλεξάνδρας 37, Αθήνα.

Read Original