«Πολεμώντας να σώσουμε την Κρήτη, τι κάνουμε θαρρείς; Πολεμούμε να σώσουμε την ψυχή μας».
Ο Νίκος Καζαντζάκης αναμετριέται με τον Καπετάν Μιχάλη για πολλά χρόνια. Πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα, που επικεντρώνεται περισσότερο στους ανθρώπους παρά στην ιστορία. Η Κρήτη είναι ένα νησί στο οποίο καίει μια ασίγαστη φλόγα και οι άνθρωποι εκεί κινούνται από μια δαιμονική φωτιά. Δεν φοβούνται τον θάνατο κι αγαπούν τη ζωή με έναν τρόπο μαυλιστικό.
Η υπόθεση εκτυλίσσεται στα 1889, όταν οι υπόδουλοι Έλληνες επιχειρούν με έναν νέο ξεσηκωμό να ελευθερωθούν από τον τουρκικό ζυγό. Αυτός ο ξεσηκωμός, αυτή η φλογερή εξέγερση είναι μέρος της ατέρμονης αναζήτησης της ελευθερίας, ακόμα κι αν τελικά το τίμημα είναι ο θάνατος. Στον Καπετάν Μιχάλη απεικονίζεται καθαρά η ορμή του ανθρώπου προς τη δικαιοσύνη ενάντια στην τυραννία, συνθέτοντας ένα ψηφιδωτό από πρόσωπα και κουλτούρες που συγκρούονται και ταυτόχρονα προσπαθούν να βρουν κοινό έδαφος.
Μια στιγμή τα χείλια του, τα φρύδια του, τα μάτια του έπαιξαν, κοίταξε γύρα τους συντρόφους, κάτω την Τουρκιά, απάνω τον ακατοίκητο ουρανό… «Ελευτερία ή θάνατος!» μουρμούρισε κουνώντας άγρια την κεφάλα του. «Ελευτερία ή θάνατος, ε κακομοίρηδες Κρητικοί! Ελευτερία και θάνατος! Αυτό πρέπει να γράψω εγώ στο μπαϊράκι μου· αυτό ’ναι το αληθινό μπαϊράκι του κάθε αγωνιστή! Ελευτερία και θάνατος!»