Ο Ηνίοχος τότε και τώρα

1 year ago 65
Ο Ηνίοχος τότε και τώρα

Τα χείλη του Ηνίοχου ήταν κόκκινα (γιατί ήταν φτιαγμένα μόνο από χαλκό), τα δόντια ασημένια, τα ηνία και η ζώνη κοκκινωπά (επειδή το κράμα περιείχε λιγότερο κασσίτερο), ο χιτώνας χρυσαφής. Φωτ. ΑΠΕ-ΜΠΕ / ΣΥΜΕΛΑ ΠΑΝΤΖΑΡΤΖΗ

Στις αρχές Δεκεμβρίου της περασμένης χρονιάς έγινε στην Αθήνα διήμερο συνέδριο (2-3.12.2022) με θέμα ένα και μόνο άγαλμα, τον Ηνίοχο των Δελφών, με σκοπό να παρουσιαστούν τα αποτελέσματα μιας επιστημονικής έρευνας για το έργο, που πραγματοποιήθηκε από το 2017 έως τον Νοέμβριο του 2021, και υπήρξε καρπός της συνεργασίας τεσσάρων κυρίως φορέων: του Λούβρου, του Κέντρου Ερευνας και Συντήρησης των Μουσείων της Γαλλίας (Centre de Recherche et de Restauration des Musées de France), της Γαλλικής Σχολής Αθηνών (EFA) και της Εφορείας Αρχαιοτήτων Φωκίδος. Στο συνέδριο αυτό η Monde αφιέρωσε ολόκληρη σελίδα (3.12.2022), λόγω προφανώς του ειδικού γαλλικού ενδιαφέροντος, ενώ η Γαλλική Σχολή γύρισε και ντοκιμαντέρ («L’ Aurige de Delphes. À la redécouverte d’ un bronze exceptionnel»), όπου παρουσιάζεται διεξοδικά η έρευνα και οι συντελεστές της.

Ο Ηνίοχος και το σύμπλεγμά του ήταν ανάθημα του Πολύζαλου, τυράννου της Γέλας (Σικελία). Θεωρείται πως ο αναθέτης νίκησε στην αρματοδρομία με τέθριππο άρμα στα Πύθια του 478 ή του 474 π.Χ., υπάρχει όμως και η άποψη ότι το ανάθημα τιμά νίκη του αδερφού του Ιέρωνα στα 470 π.Χ. Είναι έργο του λεγόμενου «αυστηρού ρυθμού», δημιουργήθηκε τον 5ο αιώνα (πιθανόν μεταξύ 470 και 466 π.Χ.), καταχώθηκε στη γη από την κατολίσθηση που προκάλεσε ο σεισμός του 373 π.Χ. και ήρθε ξανά στο φως τον Απρίλιο του 1896 κατά τη διάρκεια της λεγόμενης «Μεγάλης ανασκαφής» των Δελφών, που είχε ξεκινήσει από το 1892 υπό την αιγίδα της Γαλλικής Σχολής. Είναι ένα από τα πέντε, όλα κι όλα, χάλκινα αγάλματα του 5ου αιώνα που σώθηκαν ολόκληρα. Υπήρχαν χιλιάδες, αλλά οι πρόγονοι τα έλιωναν για να φτιάξουν όπλα και οικιακά σκεύη. Εχουν γραφτεί αμέτρητες σελίδες για το αριστούργημα αυτό. Σημειώνω μόνο μια φράση του μεγάλου αρχαιολόγου μας Χρήστου Καρούζου: «Δεν παρασταίνεται όμως σε μια ορισμένη στιγμή της δράσης του, αλλά στην εικόνα του –στάση και έκφραση μαζί– έχει συνενωθή και η συγκεντρωμένη προσπάθεια και προσοχή της ώρας του αγώνα και το σίγουρο καμάρι του νικητή» («Δελφοί», Ερμής, 1974, σ. 137). Ο Ηνίοχος είναι ψηλό άγαλμα (1,80 μ.) και όταν μελετάμε, ως απλοί επισκέπτες του μουσείου, τις αναλογίες του, πρέπει να προσπαθούμε να φανταστούμε το έργο στο σύνολό του, γιατί «είναι φανερό ότι εδώ, στο μεγάλο οριζόντιο πλάτος της όλης σύνθεσης (άρμα, άλογα), χρειαζότανε για αντίρροπο μια έντονη κατακόρυφη, που ο καλλιτέχνης ήξερε πόση έπρεπε να είναι» («Δελφοί», σ. 140).

Το άγαλμα που βλέπουμε σήμερα και μας μαγνητίζει δεν είναι το ίδιο με εκείνο που έβλεπαν πριν από 2.500 χρόνια.

Η ανάλυση του αγάλματος με τις πιο σύγχρονες τεχνικές μεθόδους, που παρουσιάστηκε στο συνέδριο, φώτισε με πρωτοφανή ακρίβεια τον τρόπο κατασκευής του: αποτελείται από δεκαπέντε περίπου μεγάλα κομμάτια που χυτεύτηκαν το καθένα χωριστά, κάτι που έδινε μεγάλες δυνατότητες στον γλύπτη, και τα οποία συναρμολογήθηκαν τόσο καλά ώστε να μη διακρίνονται πάντα οι ραφές τους. Η ανάλυση αυτή μας έμαθε επίσης πολλά για τη σύνθεση του κράματος, για τα ένθετα υλικά, για τον χωμάτινο πυρήνα του, η πετρογραφική μελέτη του οποίου θα συμβάλει καθοριστικά στον εντοπισμό του εργαστηρίου κατασκευής του. Ολα αυτά και άλλα πολλά αφορούν κυρίως τους αρχαιολόγους. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο, που μαζί με τους αρχαιολόγους ενδιαφέρει και εμάς τους υπόλοιπους, που δεν ανήκουμε στον αρχαιολογικό κλήρο: αποκαλύπτεται τώρα με πολύ συγκεκριμένο τρόπο η πολυχρωμία του αγάλματος, την οποία δημιουργούσαν τα χρησιμοποιούμενα μέταλλα, η σύνθεση του κράματος και τα ένθετα υλικά. Η πολυχρωμία των αρχαίων αγαλμάτων και ναών μάς είναι βεβαίως πολύ γνωστή, τώρα όμως, σε τούτο το διάσημο άγαλμα, συγκεκριμενοποιείται με μεγάλη ακρίβεια. Τα χείλη του Ηνίοχου ήταν κόκκινα (γιατί ήταν φτιαγμένα μόνο από χαλκό), τα δόντια ασημένια, τα ηνία και η ζώνη κοκκινωπά (επειδή το κράμα περιείχε λιγότερο κασσίτερο), ο χιτώνας χρυσαφής (λόγω του γυαλισμένου ορείχαλκου). Το άγαλμα που βλέπουμε σήμερα και μας μαγνητίζει δεν είναι το ίδιο με εκείνο που έβλεπαν πριν από 2.500 χρόνια, και όχι μόνο επειδή εκείνοι το έβλεπαν ολόκληρο, αρματηλάτη και άρμα σε ενιαία σύνθεση. Ο Ηνίοχος που βλέπουμε εμείς (όπως και τα άλλα μπρούντζινα αγάλματα) είναι διαβρωμένος και γι’ αυτό δεν λαμποκοπάει, μα έχει πάρει αυτό το σκουροπράσινο χρώμα. Δόξα τω πανδαμάτορι! Δεν θα ήθελα καθόλου να δω το συγκλονιστικό άγαλμα στην αρχική του μορφή. Το ίδιο δεν θα ήθελα να περπατήσω στους Δελφούς όπως ήταν τότε. Αν εμπιστευτώ τις αρχαιολογικές πληροφορίες για τα εκατοντάδες κτίσματα που ήταν συσσωρευμένα εκεί, δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι ο ιερός τόπος θα παρουσίαζε αφόρητη εικόνα. Ο χρόνος έκανε και εδώ καλή δουλειά!

Η τέχνη της γλυπτικής ολοκλήρωσε την ανάπτυξή της και έφτασε στην κορύφωσή της στην αρχαία Ελλάδα. Ο,τι σπουδαίο έκαναν έκτοτε μεγάλοι γλύπτες, όπως ο Μιχαήλ Αγγελος ή ακόμη ο Ροντέν (όπως και οι διάδοχοί του Μπουρντέλ και Μαγιόλ), προϋποθέτει την ελληνική γλυπτική και πορεύεται στον δρόμο της. Επρεπε να περιμένουμε τους γλύπτες του μοντερνισμού (Μπρανκούζι, Τζιακομέτι, Μουρ, Ζάντκιν και πολλούς άλλους), που απελευθερώνουν τη γλυπτική φόρμα από τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του φυσικού αντικειμένου, για να δούμε τη γλυπτική να κάνει το επόμενο βήμα της. Η μοντέρνα γλυπτική μάλιστα άσκησε το βλέμμα μας ώστε να εκτιμήσουμε την αισθητική –δεν λέω την αρχαιολογική– αξία της προκλασικής ελληνικής γλυπτικής, αλλά και της γλυπτικής άλλων πολιτισμών. Ενας από τους συντελεστές όχι του κάλλους της αρχαίας γλυπτικής αλλά της συγκίνησης που μας προξενεί είναι μάλλον και ο χρόνος, που την απάλλαξε από τα κακόγουστα, για το σύγχρονο αισθητήριο, στοιχεία και κράτησε μόνο την τέλεια φόρμα και τις αρμονικές αναλογίες. Τα περικαλλή αγάλματα που βλέπουμε όλοι, γλύπτες και μη γλύπτες, επί αιώνες, και κόβεται μπροστά σε ορισμένα από αυτά η ανάσα μας, είναι τα θεσπεσίως διαβρωθέντα από τον χρόνο.

Read Original