Με τον πόλεμο στην Ουκρανία να ρίχνει βαριά σκιά πάνω από την παγκόσμια οικονομία, αποθαρρύνοντας το εορταστικό κλίμα και με την απουσία χιονιού να υπενθυμίζει αδιάκοπα την κλιματική κρίση, άρχισε χθες το πρώτο, έπειτα από τρία χρόνια, διά ζώσης Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ. Το στίγμα της χθεσινής ημέρας έδωσαν οι απαισιόδοξες στην πλειονότητά τους προβλέψεις των οικονομολόγων για την παγκόσμια οικονομία, την ύφεση και τον πληθωρισμό, αλλά και οι προειδοποιήσεις Ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών για τους κινδύνους των κυοφορούμενων εμπορικών πολέμων. Τις συνόδευσαν και οι ανακοινώσεις της προέδρου της Κομισιόν για το σχέδιο της Ε.Ε. να διευκολύνει τις κρατικές ενισχύσεις στις πράσινες τεχνολογίες, την ευρωπαϊκή απάντηση, δηλαδή, στο σχέδιο της Ουάσιγκτον να επιδοτήσει μόνον όσες πράσινες τεχνολογίες παράγονται εντός Αμερικής.
Με εμφανή ανησυχία ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Ρόμπερτ Χάμπεκ, επισήμανε πως είναι «ιδιαίτερα αυξημένος» ο κίνδυνος νέων εμπορικών πολέμων, καθώς όλο και περισσότερες χώρες αντιδρούν με εσωστρέφεια στην ανασφάλεια που περιβάλλει την παγκόσμια κατάσταση. Τόνισε μάλιστα πως το Φόρουμ προσφέρεται ως το κατάλληλο βήμα για συνομιλίες που μπορούν να αποτρέψουν την κλιμάκωση των διαφωνιών. Παράλληλα ο πρωθυπουργός της Ισπανίας, Πέδρο Σάντσες, υπογράμμισε πως πρέπει να αποφευχθεί ένας εμπορικός πόλεμος ανάμεσα στην Ε.Ε. και τις ΗΠΑ και προσέθεσε ότι «είναι επιτακτική ανάγκη για τις δύο πλευρές» να καταλήξουν σε συμφωνία για τη βιομηχανική τους πολιτική. Σημείωσε, άλλωστε, πως η Ε.Ε. πρέπει να προχωρήσει σε πλήρη αναθεώρηση της πολιτικής της στο θέμα των κρατικών ενισχύσεων. Λίγο νωρίτερα ο επικεφαλής της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας, Φατίχ Μπιρόλ, δήλωνε σε πάνελ του Φόρουμ πως η ανάγκη για ασφάλεια στις προμήθειες ενέργειας είναι αυτή τη στιγμή ο ισχυρότερος παράγοντας που κινεί τις επενδύσεις για την προστασία του κλίματος.
Αναφερόμενος στο επίμαχο σχέδιο της Ουάσιγκτον να επιδοτήσει τις πράσινες τεχνολογίες όταν παράγονται εντός Αμερικής, που έχει προκαλέσει εντονότατες αντιδράσεις και ραγδαίες μεταβολές πολιτικής στην Ε.Ε., ο κ. Μπιρόλ εξέφρασε την εκτίμηση πως θα ενθαρρύνει τις επενδύσεις σε πιο καθαρές μορφές ενέργειας και αποτελεί τη σημαντικότερη συμφωνία κατά της κλιματικής αλλαγής μετά το 2015 και τη Συμφωνία του Παρισιού. Με την άποψή του συντάχθηκε και ο Λάρι Φινκ, διευθύνων σύμβουλος του επενδυτικού κολοσσού της BlackRock, που τόνισε πως το σχέδιο της κυβέρνησης Μπάιντεν να χρηματοδοτήσει μια εσπευσμένη στροφή της μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο στην πράσινη ανάπτυξη αποτελεί αυτή τη στιγμή τον παράγοντα που «αλλάζει το παιχνίδι».
Ο πρωθυπουργός της Ισπανίας, Πέδρο Σάντσες, υπογράμμισε πως Ε.Ε. και ΗΠΑ είναι επιτακτική ανάγκη να καταλήξουν σε συμφωνία για τη βιομηχανική τους πολιτική.
Στο μεταξύ, είχε δοθεί νωρίτερα στη δημοσιότητα η τελευταία έρευνα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ μεταξύ οικονομολόγων και η οποία φέρει σχεδόν τα 2/3 όσων συμμετείχαν να πιθανολογούν μια παγκόσμια ύφεση μέσα στο τρέχον έτος. Ανάμεσά τους και ένα 18% που θεωρεί την ύφεση εξαιρετικά πιθανή έως βέβαιη. Πρόκειται για ποσοστά διπλάσια από τα αντίστοιχα της αμέσως προηγούμενης, που δόθηκε στη δημοσιότητα τον Σεπτέμβριο. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, η εικόνα εκπλήσσει, καθώς το 100% των οικονομολόγων προεξοφλεί πως το 2023 η ανάπτυξη θα είναι αναιμική στην Ευρώπη και το 91% εκτιμά το ίδιο για τις ΗΠΑ. Στην πλειονότητά τους, άλλωστε, και συγκεκριμένα σε ποσοστό 73%, οι οικονομολόγοι εκτιμούν πως ο πόλεμος θα είναι ο παράγοντας που θα διαμορφώσει τις οικονομικές εξελίξεις. Σε ό,τι αφορά το σχεδόν παγκόσμιο αυτή τη στιγμή πρόβλημα του πληθωρισμού, οι εκτιμήσεις διαφέρουν αναλόγως με τη χώρα, με το 57% να προβλέπει υψηλό πληθωρισμό για την Ευρώπη αλλά μόνον 5% να εκτιμά κάτι ανάλογο για την Κίνα. Στην πλειονότητά τους, πάντως, οι οικονομολόγοι εκτιμούν πως η νομισματική πολιτική σε Ευρώπη και ΗΠΑ θα παραμένει στην πορεία που έχει δρομολογηθεί από το περασμένο έτος και τις αλλεπάλληλες αυξήσεις των επιτοκίων του ευρώ και του δολαρίου. Το 59% εκτιμά πως θα αυξηθούν και πάλι τα επιτόκια στην Ε.Ε. και το 55% προβλέπει το ίδιο για τις ΗΠΑ.
Η επανεκκίνηση της Κίνας αναφέρθηκε, άλλωστε, από πολλούς αξιωματούχους οικονομικών αρχών ως παράγοντας που θα τονώσει την παγκόσμια ανάπτυξη πέραν των έως τώρα προσδοκιών και που έχει τη δυναμική να αποτρέψει μια ευρύτερη ύφεση. «Η επανεκκίνηση της Κίνας θα είναι ένα μείζον συμβάν και θα αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης», σχολίασε η Λάουρα Μ. Τσα, πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς του Χονγκ Κονγκ και πρόσθεσε ότι γενικότερα η ανάπτυξη θα προέλθει κυρίως από την Ασία και από χώρες όπως η Ινδία και η Ινδονησία.