Οι ανησυχίες για τον τραπεζικό τομέα των ΗΠΑ αναζωπυρώθηκαν τις τελευταίες ημέρες μετά την ανακοίνωση της First Republic Bank, στο πλαίσιο των αποτελεσμάτων πρώτου τριμήνου, για μεγαλύτερη από την αναμενόμενη εκροή καταθέσεων (-41%) και τη δημοσίευση άρθρων στον Tύπο που ανέφεραν ότι η τράπεζα εξετάζει το ενδεχόμενο να προχωρήσει σε πωλήσεις μακροπρόθεσμων ομολόγων και στεγαστικών δανείων συνολικής αξίας έως 100 δισ. δολαρίων με στόχο την αναδιάρθρωση του ισολογισμού της. Επίσης, σύμφωνα πάντα με δημοσιεύματα, σύμβουλοι της τράπεζας πρότειναν στις 11 μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες –οι οποίες είχαν συμφωνήσει τον προηγούμενο μήνα, στο πλαίσιο σχεδίου που εφαρμόστηκε από κοινού με τις ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ, σε συνολική χορήγηση 30 δισ. δολαρίων σε προθεσμιακές καταθέσεις στην εν λόγω τράπεζα– να αγοράσουν ομόλογά της σε επιτόκια υψηλότερα από τα αγοραία, με το επιχείρημα ότι η συνολική απώλειά τους θα ήταν μικρότερη από το κόστος που θα επωμιζόταν ο Ομοσπονδιακός Οργανισμός Ασφάλισης Καταθέσεων (Federal Deposit Insurance) σε περίπτωση κατάρρευσης της τράπεζας.
Παράλληλα με τις νέες πιέσεις στο τραπεζικό σύστημα, τα στοιχεία για την οικονομία των ΗΠΑ υποδηλώνουν επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης (1,1% σε ετησιοποιημένη βάση το πρώτο τρίμηνο του 2023 έναντι 2,6% το τελευταίο τρίμηνο του 2022), καθώς η επιθετική σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής της Fed από τον Μάρτιο του 2022 αρχίζει να έχει αισθητές επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα. Το ενδεχόμενο μη έγκαιρης συμφωνίας στο Κογκρέσο για αύξηση ή αναστολή του ορίου δημοσίου χρέους (πριν το υπουργείο Οικονομικών εξαντλήσει τα έκτακτα μέτρα που έχει θέσει σε εφαρμογή από τις αρχές του έτους για την αποφυγή στάσης πληρωμών), επίσης επιβαρύνει το επενδυτικό κλίμα τις τελευταίες ημέρες.
Σε αυτό το περιβάλλον, οι κυβερνητικοί τίτλοι των ΗΠΑ ενισχύθηκαν την εβδομάδα που διανύσαμε, καθώς και αυτοί των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά σε μικρότερο συγκριτικά βαθμό, καθώς νέες δηλώσεις αξιωματούχων της ΕΚΤ αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο για νέα αύξηση των επιτοκίων στην επόμενη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής στις 4 Μαΐου με ρυθμό 50 μ.β. Στις αγορές συναλλάγματος, το δολάριο υποχώρησε, με την ισοτιμία ευρώ/δολ. να καταγράφει την Τετάρτη νέο υψηλό από τις αρχές του έτους, 1,1095, καθώς η πιθανότητα αύξησης 25 μ.β. στα επιτόκια από τη Fed τον Ιούνιο (έπειτα από μία αναμενόμενη ανάλογου μεγέθους αύξηση στις 3 Μαΐου) έχει περιοριστεί σε μόλις 5%.
* Tομέας Οικονομικής Ανάλυσης & Ερευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Εurobank.