Χρονικό περιθώριο έξι μηνών έχει το υπουργείο Οικονομικών να συμμορφωθεί πλήρως με τις δύο αποφάσεις που εξέδωσε τον Φεβρουάριο του 2022 το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) για την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ, επιστρέφοντας στο Ελληνικό Δημόσιο το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών που κατέχει στις εταιρείες αυτές το λεγόμενο Υπερταμείο Ιδιωτικοποιήσεων.
Το χρονικό περιθώριο δόθηκε από την Επιτροπή Κανονιστικής Συμμόρφωσης του ΣτΕ με απόφασή της που εκδόθηκε την περασμένη Τρίτη. Το πρόβλημα του υπουργείου είναι ότι πρέπει καί να συμμορφωθεί μέσα σε έξι μήνες με τις αποφάσεις του ΣτΕ καί ταυτόχρονα να μην αναιρέσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η Ελλάδα με την συμφωνία για το 3ο Μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση των 86 δισ. ευρώ που υπέγραψε τον Αύγουστο του 2015 και με την οποία είχε καθοριστεί συγκεκριμένος ρόλος εγγυητή, απέναντι στους δανειστές, για το λεγόμενο Υπερταμείο Ιδιωτικοποιήσεων, δηλαδή για την Ελληνική Εταιρία Συμμετοχών και Περιουσίας (ΕΕΣΥΠ).
Την περασμένη Τρίτη, η Επιτροπή Κανονιστικής Συμμόρφωσης του ΣτΕ εξέδωσε απόφαση με την οποία ζήτησε από το υπουργείο Οικονομικών να εφαρμόσει πλήρως τις αποφάσεις 190 και 191 της Ολομελείας του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου για την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ που εκδόθηκαν τον Φεβρουάριο του 2022. Με τις αποφάσεις εκείνες, είχε κριθεί ως αντισυνταγματική η κατοχή του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών των δύο εταιρειών από την ΕΕΣΥΠ, αφού, όπως τονιζόταν, το Ελληνικό Δημόσιο θα πρέπει να έχει την πλήρη κατοχή των δυο εταιριών και όχι μόνο την εποπτεία τους. Ένα δεύτερο σκέλος της απόφασης έδινε εντολή οι μετοχές των δύο εταιριών να επιστρέψουν από την ΕΕΣΥΠ, δηλαδή από το Υπερταμείο, στο μετοχολόγιο του Δημοσίου.
Σήμερα, το Υπερταμείο ελέγχει το 50% + 1 μετοχή του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΔΑΠ, και το ΤΑΙΠΕΔ (θυγατρική της ΕΕΣΥΠ) ένα ακόμη 11%. Αντίστοιχα, στην ΕΥΑΘ το Υπερταμείο κατέχει το 50% + 1 μετοχή, με το ΤΑΙΠΕΔ να διατηρεί τον έλεγχο του 24%.
Τη νέα απόφαση του ΣτΕ κατά της κατοχής της πλειοψηφίας των μετοχών ΕΥΔΑΠ – ΕΥΑΘ από το Υπερταμείο προκάλεσαν τα άρθρα 114 και 115 , του νόμου 4964/2022, τα οποία ψηφίστηκαν από τη Βουλή τον Ιούλιο του 2022 και με τα οποία το υπουργείο Οικονομικών νομιμοποιούσε την κατοχή αυτή. Αυτή τη φορά οι εργαζόμενοι των δύο εταιριών προσέφυγαν στην Επιτροπή Κανονιστικής Συμμόρφωσης του ΣτΕ πετυχαίνοντας την απόφαση που εκδόθηκε στις 21 Μαρτίου.
Το πρόβλημα με την ΕΕΣΥΠ (Υπερταμείο)
Το μεγάλο πρόβλημα με την ΕΕΣΥΠ είναι ότι, από την σύσταση της, έχει διπλές εγγυήσεις για τους δανειστές που είναι πολύ δύσκολο αν όχι αδύνατο να ανακληθούν αφού συνδέονται με την δανειακή σύμβαση του 3ου μνημονίου αλλά και με την διάθεση των εσόδων του Υπερταμείου.
Ειδικότερα, σε ότι αφορά την διάθεση των εσόδων του Υπερταμείου, το καταστατικό της ΕΕΣΥΠ προβλέπει ότι θα διατίθενται κατά 50% για την αποπληρωμή του χρέους και κατά 50% για επενδύσεις σε συνδυασμό με κοινοτικές πρωτοβουλίες .
Η δεύτερη και πιο ουσιαστική εγγύηση περιλαμβάνεται στην δανειακή σύμβαση που κυρώθηκε στη Βουλή στις 14 Αυγούστου 2015 (ν. 4336/2015) και υπογράφηκε στις 19 Αυγούστου μεταξύ του ESM και της Ελληνικής Δημοκρατίας εκπροσωπούμενης από το υπουργείο Οικονομικών και την οποία συνυπέγραψαν η Τράπεζα της Ελλάδας και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Στη σύμβαση προβλέπεται, ότι όταν συσταθεί ο νέος φορέας του Υπερταμείου, δηλαδή η ΕΕΣΥΠ, θα συμβληθεί και αυτός στη δανειακή σύμβαση των 86 δισ. ευρώ από τον ESM και θα δώσει εγγυήσεις ύψους 25 δισ. ευρώ, έναντι της δημόσιας περιουσίας του, στον ESM για την υποχρέωση της Ελλάδος να εξοφλήσει τη χρηματοδοτική συνδρομή μέσω της ΕΕΣΥΠ. Για το ποσό της εγγύησης, δεν υπάρχουν μεν συγκεκριμένες υποθήκες. Είναι προφανές, όμως, ότι αν μειωθεί η δημόσια περιουσία που έχει μεταβιβαστεί στην ΕΕΣΥΠ, θα πρέπει να γίνει νέα διαπραγμάτευση με τον μεγαλύτερο δανειστή της Ελλάδας τον ESM.
Όλα αυτά επιτηρούνται από τα 2 από τα 5 μέλη του εποπτικού συμβουλίου της ΕΕΣΥΠ που διορίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον ESM με την σύμφωνη γνώμη του εκάστοτε υπουργού Οικονομικών.
Συνεπώς, αν θελήσει να εφαρμόσει το υπουργείο Οικονομικών την απόφαση του ΣτΕ θα πρέπει να αλλάξει τον ιδρυτικό νόμο της ΕΕΣΥΠ με σύμφωνη γνώμη και των δανειστών οι οποίοι μπορούν να χαρακτηρίσουν την κίνηση αναστροφή μεταρρυθμίσεων που συμφωνήθηκαν με το 3ο Μνημόνιο.
Το υπουργείο Οικονομικών επιχείρησε να δώσει μια λύση, με τον τελευταίο νόμο για τις ΔΕΚΟ. Εκεί , περιλήφθηκαν διατάξεις με βάση τις οποίες, ο εκάστοτε υπουργός Οικονομικών θα μπορεί να επαναγοράσει μετοχές δημοσίων εταιριών από μειοψηφούντες μετόχους. Με δεδομένη όμως την σχετικά μικρή μετοχική διασπορά των δύο εταιριών, θα είναι δύσκολο στο υπουργείο Οικονομικών, να μειώσει το ποσοστό των δύο εταιριών στην ΕΕΣΥΠ κάτω από την απόλυτη πλειοψηφία του 50%+1 μετοχή.
Πώς φτάσαμε ως εδώ
Η σημερινή δύσκολη κατάσταση ξεκίνησε από τις εμμονές των δανειστών το 2016 αφενός για την σύσταση της ΕΕΣΥΠ με τους όρους που αναφέρθηκαν παραπάνω αφετέρου για την μερική, έστω, ιδιωτικοποίηση των δύο μεγαλύτερων εταιριών ύδρευσης. Για να γίνει το τελευταίο, θα έπρεπε να παρακαμφθεί προηγούμενη απόφαση (1906/2014) του ΣτΕ, η οποία έκρινε αντισυνταγματική, την κατοχή – τότε – της πλειοψηφίας των μετοχών ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ από το ΤΑΙΠΕΔ, θεωρώντας ότι το νερό είναι δημόσιο αγαθό και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να το διαχειρίζεται αποκλειστικά το Ελληνικό Δημόσιο.
Έτσι, επιλέχθηκε η λύση του διαμοιρασμού του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΔΑΠ και ΕΥΔΑΠ, μεταξύ ΕΕΣΥΠ και ΤΑΙΠΕΔ, ώστε το ΤΑΙΠΕΔ που είναι άμεση θυγατρική της ΕΕΣΥΠ να μην έχει πλειοψηφικό ποσοστό και έτσι να φαίνεται ότι εφαρμόζεται η απόφαση του ΣτΕ. Όμως το πλειοψηφικό πακέτο μεταβιβάστηκε για την κάθε εταιρία στο Υπερταμείο. Και κάθε μία από τις δύο εταιρείες μετατράπηκαν σε θυγατρικές του Υπερταμείου που δεν είχε άμεση σχέση με το ΤΑΙΠΕΔ!