Η επιθετική στροφή της νομισματικής πολιτικής για την καταπολέμηση του πληθωρισμού οδήγησε την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να καταγράψει ζημίες στον ισολογισμό της, τις οποίες ωστόσο κάλυψε πλήρως χρησιμοποιώντας τις προβλέψεις που έχει συσσωρεύσει.
Ειδικότερα, όπως έδειξαν οι οικονομικές καταστάσεις του 2022, η ΕΚΤ χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει 1,627 δισ. ευρώ από προβλέψεις έναντι χρηματοοικονομικού κινδύνου προκειμένου να αποφύγει την καταγραφή ζημιών, με αποτέλεσμα να σημειώσει μηδενικά κέρδη. Ως εκ τούτου, δεν θα διανεμηθούν κέρδη στις εθνικές κεντρικές τράπεζες της Ζώνης του Ευρώ, όπως ανέφερε.
Οι πραγματικές ζημίες της ΕΚΤ προήλθαν κυρίως από τόκους-έξοδα επί της καθαρής υποχρέωσης της ΕΚΤ στο πλαίσιο του TARGET2, καθώς και από αποσβέσεις επί τίτλων που διακρατούνται στο χαρτοφυλάκιο ίδιων πόρων και στο χαρτοφυλάκιο σε δολάρια ΗΠΑ, λόγω της αύξησης των αποδόσεων των ομολόγων.
Το μέγεθος του ενοποιημένου ισολογισμού της ΕΚΤ διαμορφώθηκε στα 7,956 τρισ. ευρώ, από 8,564 τρισ. ευρώ το 2021, με τη μείωση να οφείλεται στις πρόωρες αποπληρωμές των φθηνών δανείων (TLTRO) στις οποίες προχώρησαν οι τράπεζές της.
Με άλλα λόγια, η απότομη αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων της Ευρωζώνης, έπειτα από τις αυξήσεις των επιτοκίων ύψους 250 μονάδων βάσης το 2022 για την καταπολέμηση του πληθωρισμού, ανάγκασε την ΕΚΤ να προβεί σε μείωση της αξίας των ομολόγων που η ίδια κατέχει.
Ακόμη και μετά αυτήν την κίνηση, ωστόσο, η ΕΚΤ εξακολουθεί να διαθέτει προβλέψεις αξίας 6,566 δισ. ευρώ, συνολικό κεφάλαιο 8,9 δισ. ευρώ (αυξημένο κατά 600 εκατ. ευρώ) και 36,1 δισ. ευρώ στον «λογαριασμό ανατίμησης», που έχει σχεδιαστεί για να καλύψει ζημίες στην αγορά.
Πολλές εθνικές κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης, βέβαια, εκτιμάται πως δεν θα είναι τόσο τυχερές και είναι πιθανό να παρουσιάσουν ζημίες για το 2022, με την Τράπεζα της Ελλάδος πάντως να αποτελεί εξαίρεση κυρίως λόγω της πολύ καλής διαχείρισης του επενδυτικού της χαρτοφυλακίου.
Με την πρώτη ματιά, οι κεντρικές τράπεζες που καταγράφουν ζημίες δεν είναι κάτι ανησυχητικό και είναι ένα μάλλον τεχνικό ζήτημα, όπως επισημαίνει ο οικονομολόγος της ING, Κάρστεν Μπρζέσκι. Οι κεντρικές τράπεζες δύσκολα μπορούν να καταρρεύσουν καθώς μπορούν να εκτυπώσουν χρήματα ή να ανακεφαλαιοποιηθούν. Με μια δεύτερη ματιά, όμως, όπως προσθέτει, σε περιόδους αυξήσεων επιτοκίων και ποσοτικής σύσφιγξης, οι κεντρικές τράπεζες που παρουσιάζουν ζημίες αντιμετωπίζουν ζητήματα αξιοπιστίας και θα μπορούσαν επίσης να πυροδοτήσουν νέες εικασίες σχετικά με το εάν η ΕΚΤ θα πρέπει να επιστρέψει σε μια προσέγγιση τύπου «whatever it takes» σε περίπτωση που προκύψουν εκ νέου αναταραχές στην ευρωζώνη.