Η είδηση προκαλεί έκπληξη, απορία, λίγη θυμηδία ίσως, αλλά κυρίως αποστροφή: ο διάσημος Γερμανός χορογράφος και διευθυντής του μπαλέτου της Κρατικής Οπερας του Αννόβερου Μάρκο Γκέκε, δυσαρεστημένος από τα αρνητικά σχόλια που έγραψε για το έργο του «In the Dutch Mountains» η κριτικός χορού Βίμπκε Χίστερ (σχόλια όπως «το κοινό είτε θα τρελαθεί είτε θα πεθάνει από βαρεμάρα»), την εντόπισε το Σάββατο στο διάλειμμα μιας άλλης παράστασης, της ζήτησε τον λόγο για την κριτική της και έπειτα, της έτριψε στο πρόσωπο μια σακούλα με περιττώματα σκύλου. Εκείνη άρχισε να ουρλιάζει, κατόπιν ανέφερε τον Γκέκε στην αστυνομία, ενώ η Οπερα του Αννόβερου τον έθεσε σε διαθεσιμότητα και του έδωσε τη δυνατότητα να απολογηθεί προτού αποφασίσει τις επόμενες κινήσεις της.
Η δυσανεξία στην αρνητική κριτική δεν είναι βέβαια καινούργια. Το 2018, η συνθέτρια Πάμελα Ταν-Νίκολσον αγόρασε ως διαφημιστικό χώρο μία ολόκληρη σελίδα των Times του Λονδίνου και την αξιοποίησε για να απαντήσει στον μουσικοκριτικό Ρίτσαρντ Μόρισον (επίσης των Times) που είχε «θάψει» ένα έργο της. Απαντώντας το 2009 σε μια αρνητική κριτική στους New York Times, ο συγγραφέας Αλέν ντε Μποτόν έγραψε στο blog του συντάκτη της, Κάλεμπ Κρέιν, «θα σε μισώ μέχρι την ημέρα που θα πεθάνω και θα σου εύχομαι μόνο εχθρότητα σε κάθε επαγγελματική σου κίνηση. Θα σε παρακολουθώ με ενδιαφέρον και χαιρεκακία». Δεκαετίες πριν, ο Αυστριακός ζωγράφος Γκάμπριελ Κορνέλιους φον Μαξ είχε ονομάσει έναν πίνακά του «Οι πίθηκοι ως κριτικοί τέχνης» (1889).
Εχουμε άραγε αντίστοιχα περιστατικά στην Ελλάδα; Η κριτικός θεάτρου Ματίνα Καλτάκη λέει ότι έχει δεχθεί 3-4 προσβλητικά σχόλια, ελάχιστα για τη διαδρομή της στο επάγγελμα. Κανένα δεν την έθιξε· στην εγχώρια θεατρική αγορά όλοι γνωρίζουν την πορεία και τη στάση καθενός και έτσι, «η αρνητική αντίδραση κάποιου δεν με εμπόδισε να γράψω στη συνέχεια θετικά για παράστασή του που μου άρεσε». Υπήρξε πάντως μια εποχή που οι εφημερίδες φιλοξενούσαν αντιπαραθέσεις καλλιτεχνών και κριτικών σε ένα πλαίσιο ασφάλειας, ώστε ο φορτισμένος διάλογος να μην έχει συνέχεια. «Σήμερα διαπιστώνω μια τάση αυξανόμενης, απαράδεκτης και αντιδημοκρατικής δυσανεξίας στην κριτική», λέει η κ. Καλτάκη αναφερόμενη και στα social media. «Το επεισόδιο με τον επικεφαλής χορογράφο της Κρατικής Οπερας του Αννόβερου δείχνει ότι η κατάσταση έχει ξεφύγει και μάλιστα σε μια εποχή πολιτικής ορθότητας, δικαιωματισμού, ακτιβισμού, όπου όλοι διεκδικούν δικαιώματα για τους ίδιους, στο όνομα των οποίων ζητούν τη στέρηση δικαιωμάτων από άλλους».
Πικραμένα παγάκια
«Σήμερα διαπιστώνω μια τάση αυξανόμενης, απαράδεκτης και αντιδημοκρατικής δυσανεξίας στην κριτική», λέει η κριτικός Ματίνα Καλτάκη.
Για τη Λουίζα Αρκουμανέα, ακόμα και οι βίαιες αντιδράσεις των κρινόμενων είναι αναπόφευκτο κομμάτι της δουλειάς του κριτικού. «Σωματική “επίθεση” έχω δεχθεί μονάχα μία φορά», λέει, «από έναν πικραμένο ηθοποιό που μου εκσφενδόνιζε παγάκια, παραμονή Πρωτοχρονιάς, σε κάποιο μπαρ που χορεύαμε, ο καθένας μας με τον ή την παρτενέρ του. Ζήτησα τη διαμεσολάβηση του ιδιοκτήτη και το περιστατικό έληξε αισίως. Εκτοτε έχουν συμβεί πολλά: γνωστός καθηγητής και συγγραφέας είχε ξεσπαθώσει κάποτε εναντίον μου σε μακροσκελές σημείωμά του προς την εφημερίδα όπου εργαζόμουν, καταφεύγοντας στον απόλυτα σεξιστικό χαρακτηρισμό –ύστατο καταφύγιο του απελπισμένου φαλλοκράτη– αυτόν της “υστερικής”, όπως και της “αναιδούς” και “ατάλαντης”. Προσφάτως, γνωστός ηθοποιός καταφέρθηκε εναντίον μου, και ελλείψει επιχειρημάτων μού καταλόγισε ότι πηγαίνω τζάμπα στα θέατρα “επιδεικνύοντας τα καινούργια μου φουστάνια και τα καινούργια μου μπλοκάκια”. Αυτό το τελευταίο, ομολογώ, με διασκέδασε ιδιαιτέρως. Νομίζω πως η επίθεση επί προσωπικού αποκαλύπτει τελικά τα συμπλέγματα του κρινόμενου – για όσους μπορούν να αξιολογήσουν τι κρύβεται πίσω από τις λέξεις».
Δεδικασμένο
Ο ποιητής, συγγραφέας και αρθρογράφος Παντελής Μπουκάλας θυμάται ένα περιστατικό που έμοιαζε να έχει και κάποιες ιδεολογικές προεκτάσεις. Στις αρχές του 2000, δύο χρόνια μετά τη δημοσίευση μιας αρνητικής κριτικής που είχε γράψει για ελληνικό μυθιστόρημα, ο συγγραφέας του υπέβαλε αγωγή εναντίον του, ζητώντας του οικονομική αποζημίωση, γιατί τον είχε συκοφαντήσει. «Το θυμήθηκε με μεγάλη καθυστέρηση», λέει ο κ. Μπουκάλας και συνεχίζει: «Το βιβλίο είχε δεχθεί δριμύτατη κριτική και από άλλους. Εγώ είχα ψέξει και τα ιδεολογήματά του, που αφορούσαν την ανωτερότητα των Ελλήνων και τους “συνωμότες” Εβραίους. Το δικαστήριο απεφάνθη υπέρ εμού πρωτόδικα αλλά και στο Εφετείο και έτσι δημιουργήθηκε και ένα δεδικασμένο για το δικαίωμα του κριτικού να ψέξει και να είναι είρων».
Ο κ. Μπουκάλας θυμάται και άλλες περιπτώσεις θιγμένων συγγραφέων, που σε συνεντεύξεις τους τόνιζαν ότι οι αρνητικές κριτικές σε ελληνικά έργα, εξυπηρετούν τη λογοτεχνία της Τουρκίας ή των Σκοπίων. Μνημονεύει όμως και ένα περιστατικό που αφηγούνταν ο κριτικός λογοτεχνίας Αλέκος Αργυρίου. «Ο Καραγάτσης θέλησε κάποτε να κάνει μήνυση στον Ρένο Αποστολίδη, ο οποίος ήταν συστηματικά υβριστής, είρων και χλευαστής», μεταφέρει ο κ. Μπουκάλας. «Τότε είχε γράψει κάτι άθλιο για τον Καραγάτση. Και όταν εκείνος θέλησε να μηνύσει τον Αποστολίδη, όλοι του είπαν να μην το κάνει· θα ήταν σαν να παίζει το παιχνίδι του».