Ο θυμός είναι μια από τις αρχαιότερες ελληνικές λέξεις. Στον Ομηρο σημαίνει την ψυχή, τη βούληση, την επιθυμία. Ο Πλάτων στην Πολιτεία τον θεωρεί ένα από τα τρία μέρη της ψυχής. Το «λογιστικό» στην κορυφή, το «θυμοειδές» στη δεύτερη θέση και το «επιθυμητικό» στην τρίτη. Οι φύλακες της Καλλίπολης, της ιδανικής του πολιτείας, οφείλουν να έχουν δυνατό θυμοειδές, διότι είναι συνδεδεμένο με την ανδρεία. Εκτοτε έχουν περάσει πολλοί αιώνες, η λέξη έχει επιβιώσει ατόφια, όμως η σημασία της έχει συρρικνωθεί. Διατηρεί κάτι από την αρχαία σημασία της στα σύνθετα, όπως «μεγάθυμος» ή «μακρόθυμος». Ομως η λέξη «θυμός» έχει ταυτισθεί με τη σημασία της οργής. Το «μήνιν άειδε, θεά, Πηληϊάδεω Αχιλήος» ο Δ. Ν. Μαρωνίτης το μεταφράζει «Τον άγριο θυμό τραγούδησε, θεά…». Για μας, τους σύγχρονους Ελληνες, η πρώτη λέξη της ποίησης είναι ο θυμός, όχι η ψυχή, η οργή. Πώς μια λέξη που κάποτε σήμαινε την ψυχή, σήμερα σημαίνει την οργή; Μήπως στο υποσυνείδητό μας η ελληνική ψυχή είναι ταυτισμένη με την οργή; Μήπως, κατά βάθος, όταν λέμε «είμαι Ελληνας» σημαίνει ότι είμαι θυμωμένος;
Δεν χρειάζεται να πάμε μακριά. Τα περίφημα «Απομνημονεύματα» του στρατηγού Μακρυγιάννη είναι η απολογία ενός ανθρώπου ο οποίος είναι θυμωμένος κατά πάντων, εχθρών και φίλων. Του τα υπαγορεύουν οι «θυμωμένες πληγές» του, αυτές που τον πονούν. Τα «Απομνημονεύματα» δεν είναι μια απλή ιστορική μαρτυρία. Προγραμμάτισαν τη ροπή της συλλογικής μας συμπεριφοράς στις δεκαετίες της μεταπολίτευσης. Ηταν η Βίβλος της αδικημένης, πληγωμένης, κατά συνέπεια θυμωμένης Ελλάδας. Κατά παράδοξο τρόπο την υπεραξία του την έδωσαν δύο αστοί διανοούμενοι, ο Σεφέρης και ο Θεοτοκάς. Δεν ξέρω πώς θα αντιδρούσαν οι ίδιοι αν άκουγαν τον ύμνο του ΠΑΣΟΚ: «μόνον να γράφεις τ’ όνομά σου κι εκείνο το ‘μαθες μισό…». Θα μου πείτε οι ίδιοι είχαν ανακηρύξει την αγραμματοσύνη του σε προτέρημα της ελληνικής ψυχής. Το πλατωνικό «λογιστικό» είναι για τους Δυτικούς. Εμείς είμαστε με το θυμοειδές, κι ας είχαν οι ίδιοι ανεπτυγμένο «λογιστικό».
Είμαστε μια κοινωνία που δρα αντανακλαστικά. Εξαντλούμε τη δύναμη του θυμικού μας εναντίον κάποιων οι οποίοι θεωρούμε ότι θέλουν να το χειραγωγήσουν. Πότε οι Αμερικανοί, όπως στις δεκαετίες του εβδομήντα και του ογδόντα, πότε η Ευρώπη στον καιρό των μνημονίων. Αν δεν ήσουν θυμωμένος το 2011 δεν ήσουν Ελληνας. Ησουν γερμανοτσολιάς ή δεν ξέρω τι άλλο. Και το 2018 στο Μάτι, και το 2023 στην πανωλεθρία των Τεμπών; Δεν φταίνε ούτε οι Αμερικανοί, ούτε οι Ευρωπαίοι. Φταίει, και στις δύο περιπτώσεις, το παράλυτο Δημόσιο στο οποίο έχουμε εμπιστευθεί την ασφάλειά μας και τις ζωές μας. Τα δύο αυτά γεγονότα σηματοδοτούν την πανωλεθρία του ίδιου μας του συλλογικού εαυτού.
Είμαστε μια θυμωμένη κοινωνία. Τον θυμό μας τον ζούμε στην καθημερινότητά μας. Μικρές δόσεις από δηλητήριο του τύπου που περνάει με κόκκινο. Αυτό που ζήσαμε στα Τέμπη είναι μια υπερβολική δόση από δηλητήριο. Και ξεσήκωσε τον θυμό μας. Αλήθεια, πού ήταν ο συλλογικός μας θυμός μετά το ολοκαύτωμα στο Μάτι; Ηταν σιωπηλός τότε ο θυμός και το τίμημά του το κατέβαλε ο ΣΥΡΙΖΑ και ο συγκυβερνήτης του στην κάλπη. Σήμερα είναι θορυβώδης: απεργίες, συλλαλητήρια. Οσοι τα οργανώνουν προσδοκούν τη νεκρανάσταση του συλλογικού θυμού που οδήγησε στο 2015 και στις καταστροφικές του συνέπειες. Παραγνωρίζουν όμως την απογοήτευση και την κούραση που προκάλεσε το ξέσπασμα του θυμού. Είμαστε μια κοινωνία κουρασμένη από τον θυμό της.
Είναι η αισιόδοξη προοπτική, θα μου πείτε. Μια κοινωνία η οποία έχει συνειδητοποιήσει ότι ο θυμός είναι αντανακλαστική αντίδραση και αρχίζει να αναζητά τη δημιουργική δράση. Είναι δέσμια της παιδείας του θυμού, της οργής, με την οποία έχει ταυτίσει την ψυχή της. Δημόσιοι υπάλληλοι θυμωμένοι με το Δημόσιο το οποίο ελέγχουν. Δεν έχει σημασία η πολιτική τους τοποθέτηση. Το Δημόσιο είναι υπεράνω. Και εκεί αρχίζει η ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας. Υπάρχει κάποια πολιτική δύναμη η οποία μπορεί να θεραπεύσει την ψυχασθένεια του Δημοσίου; Είναι το πιο σοβαρό κριτήριο για την ψήφο στις επερχόμενες εκλογές. Οσο για τον θυμό, ας τον αφήσουμε να ξεθυμάνει. Αυτή είναι η φύση του.