Δεν πρόλαβε μετά το χτύπημα του σεισμού να επισκεφθεί άμεσα την εκκλησία του, για να διαπιστώσει εάν το κτίριο άντεξε. «Πώς να πάω, όταν τα “παιδιά” μου βρίσκονταν μέσα στα ερείπια», λέει αναφερόμενος στα μέλη της ενορίας του ο πατέρας Παύλος, ιερέας στην Αντιόχεια της Τουρκίας. Επρεπε πρώτα να εκπληρώσει ένα μακάβριο καθήκον. Με τη βοήθεια του αδερφού του και ακόμη δύο ανδρών αναζητούσε σορούς στα χαλάσματα για να μπορέσει να τις θάψει στο ορθόδοξο κοιμητήριο και να μην οδηγηθούν σε κάποιον ανώνυμο τάφο. Μέσα σε πέντε ημέρες τέλεσε 38 κηδείες. Θυμάται ακόμη την ταφή ενός εξάχρονου αγοριού που έπρεπε να προετοιμάσει μόνος του, καθώς οι γονείς βρίσκονταν στο νοσοκομείο της Μερσίνης όπου νοσηλευόταν το άλλο παιδί τους τραυματισμένο. «Ηταν δύσκολες ημέρες», μονολογεί.
Ο πατέρας Παύλος βρίσκεται πλέον στη Μερσίνη και προσπαθεί να συντονίσει εκεί τη βοήθεια που παρέχεται στην εκτοπισμένη χριστιανική ορθόδοξη κοινότητα. Οταν μιλάει στην «Κ» μέσω WhatsApp ακούγεται η οχλαγωγία από σεισμόπληκτους που έχουν καταφύγει στον ιερό ναό των Αρχαγγέλων. Εκτιμά ότι περίπου 800 άτομα βρίσκονται στην περιοχή. Εβδομήντα εξ αυτών διαμένουν σε ένα ξενοδοχείο, άλλοι σε ντόπιους οι οποίοι τους υποδέχτηκαν στα σπίτια τους και ορισμένοι φιλοξενούνται μέσα στην εκκλησία. Τους προσφέρουν φαγητό και ρούχα, αλλά υπάρχει μεγάλη ανάγκη για περισσότερες προμήθειες.
«Οταν έπεσε η εκκλησία έχασα και ένα κομμάτι του εαυτού μου. Ηταν το σπίτι μας».
Ο 31χρονος ιερέας γεννήθηκε στην Αντιόχεια και χειροτονήθηκε πέντε μήνες πριν από τον σεισμό. Βρισκόταν στο Μπαλαμάντ του Λιβάνου όταν χτύπησε ο πρώτος σεισμός των 7,8 Ρίχτερ τα ξημερώματα της 6ης Φεβρουαρίου. Ενιωσε τη μεγάλη δόνηση, αλλά δεν μπορούσε να φανταστεί το μέγεθος της καταστροφής στη γενέτειρά του. Κατάφερε να φθάσει στην Αντιόχεια το επόμενο βράδυ. Κάποιοι ντόπιοι είχαν ήδη εγκαταλείψει την πόλη, αλλά οι πιο φτωχοί είχαν μείνει πίσω. Δεν μπορούσε αρχικά, μέσα στο σκοτάδι, με το δίκτυο ηλεκτροδότησης εκτός λειτουργίας, να διαπιστώσει τι ακριβώς είχε συμβεί. Με το πρώτο φως συνειδητοποίησε την έκταση της καταστροφής. «Η θέα δεν ήταν όπως την ήξερα», λέει. «Επεσαν σχεδόν τα πάντα, ούτε μια πολυκατοικία δεν στάθηκε όρθια. Πλέον υπήρχαν μόνο λοφάκια από χαλάσματα».
Ο φωτογράφος της «Κ» Αλέξανδρος Αβραμίδης εντόπισε τον πατέρα Παύλο στην ισοπεδωμένη εκκλησία του, σκαρφαλωμένο πάνω στα μπάζα, να σηκώνει έναν λευκό σταυρό. Ο ιερός ναός Αγίων Πέτρου και Παύλου είχε πληγεί ακόμη μία φορά στο παρελθόν, σε πυρκαγιά που εκδηλώθηκε από αναμμένα κεριά στον σεισμό του 1872. Η εκκλησία ξαναχτίστηκε και το 2011 μπήκε στη λίστα των υποψήφιων μνημείων παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. «Δουλεύω πλέον με τη δύναμη του Χριστού, δεν έχω δύναμη δική μου», λέει στην «Κ» ο ιερέας. «Οταν έπεσε η εκκλησία έχασα και ένα κομμάτι του εαυτού μου. Ηταν το σπίτι μας, το κάστρο μας, η πλατεία που μάζευε όλους τους χριστιανούς», λέει.
Η Εκκλησία της Αντιόχειας έχει χαρακτηριστεί «η μητέρα Εκκλησία των εθνών», καθώς από εκεί με την επίσκεψη των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου είχαν ξεκινήσει ιεραποστολικές περιοδείες. Πριν από τον σεισμό, η ρωμαίικη ορθόδοξη κοινότητα της πόλης μετρούσε περίπου 1.200 ανθρώπους. Οι περισσότεροι από τους επιζήσαντες μεταφέρθηκαν με λεωφορεία στη Μερσίνη και άλλοι έφυγαν για την Κωνσταντινούπολη, με την προσδοκία κάποια στιγμή να ξαναχτίσουν όσα έχασαν.