Η σχέση της μαέστρου Ζωής Ζενιώδη με τη μουσική ξεκίνησε στα 6 της χρόνια με μαθήματα πιάνου. «Η γιαγιά μου ήταν από τη Σμύρνη, οπότε ήταν δεδομένο ότι θα ακολουθούσα το τρίπτυχο γαλλικά – πιάνο – μπαλέτο», λέει.
Εκανε καριέρα στην Ευρώπη ως πιανίστα, κυρίως ως συνοδός φωνής κλασικού τραγουδιού και όπερας. Προχώρησε με σπουδές και δουλειά μέχρι που μετακόμισε στο Μαϊάμι για να συνεχίσει το διδακτορικό της στην πιανιστική συνοδεία φωνής. Τυχαία αποφάσισε να πάρει το μάθημα της διεύθυνσης ορχήστρας. Μέσα σε ένα μήνα, ο καθηγητής την κάλεσε στο γραφείο του και της είπε: «Πιστεύω ακράδαντα ότι πρέπει άμεσα να αλλάξεις κατεύθυνση και να γίνεις μαέστρος». «Μα δεν γίνεται, είμαι γυναίκα», του απάντησε. Αυτός έγινε έξαλλος: «Τι εννοείς; Μπορείς να γίνεις ό,τι θέλεις, μπορείς να πας και στο φεγγάρι αν θες». Από αυτό το σημείο ξεκίνησε ένα τεράστιο κεφάλαιο στην επαγγελματική της ζωή, που συνεχίζεται επί χρόνια με σκληρή δουλειά και πολλές θυσίες.
Λίγες ημέρες πριν επιβεβαιωθούν τα προγνωστικά που θέλουν την Κέιτ Μπλάνσετ να κερδίζει το φετινό Οσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου ερμηνεύοντας την ατσάλινη αρχιμουσικό Λίντα Ταρ στο ομώνυμο φιλμ, στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης θα προβληθεί η ταινία «Maestra». Το ντοκιμαντέρ της Αμερικανίδας Mάγκι Κοντρέρας, που από μικρή είχε λατρεία στην κλασική ορχηστρική μουσική αλλά το όνειρο μιας τέτοιας καριέρας ήταν απρόσιτο για τη φτωχή ισπανόφωνη οικογένειά της από την Αριζόνα, εστιάζει σε πέντε γυναίκες με το ίδιο όνειρο. Είναι και οι πέντε υποψήφιες στον διαγωνισμό «La Μaestra», τον μοναδικό στον κόσμο που αφορά διευθύντριες ορχήστρας. Η ιδέα τού «La Μaestra» γεννήθηκε στη Γαλλίδα μαέστρο Κλερ Γκιμπό το 2018, όταν ένας άνδρας τής είπε ότι οι γυναίκες δεν είναι «ανατομικά φτιαγμένες» για να μπορούν να ηγούνται μιας ορχήστρας. Με πρωτοβουλία της και τη σύμπραξη της Φιλαρμονικής του Παρισιού με την Paris Mozart Orchestra, ο οργανισμός La Maestra έγινε πραγματικότητα.
Σε αυτό το πλαίσιο, τον Μάρτιο του 2022, δεκατέσσερις γυναίκες από όλο τον κόσμο συγκεντρώθηκαν στο Παρίσι για να διεκδικήσουν μια θέση ανάμεσα στις άριστες αρχιμουσικούς του κόσμου, με την ελπίδα να προχωρήσουν ένα βήμα μακρύτερα την καριέρα τους. Το ντοκιμαντέρ της Κοντρέρας εστιάζει σε πέντε από αυτές και αφηγείται προσωπικές ιστορίες επιβίωσης, πάθους και επιμονής που υφαίνονται μαζί με την ένταση και τον ενθουσιασμό του συγκεκριμένου μοναδικού γεγονότος. Μητέρες, κόρες, σύζυγοι, φίλες φθάνουν στο Παρίσι από όλο τον κόσμο υπερβαίνοντας εμπόδια κι ακολουθώντας δρόμους που κάποιες φορές τις φέρνουν αντιμέτωπες με τον εαυτό τους. Τις ενώνει η αγάπη τους για τη μουσική, το ταλέντο, η αποφασιστικότητα κι ένα αίσθημα αλληλεγγύης.
Είναι η Παριζιάνα Μελίς που επιστρέφει στην πόλη της από το Κορν Μπελτ της Αϊόβα, όπου διδάσκει σε μια τάξη πανεπιστημίου, για να αντιμετωπίσει τον διαγωνισμό αλλά και τα οικογενειακά της τραύματα.
Η νεότατη Αννα, που προέρχεται από ένα ζεστό και στοργικό πολωνικό σπίτι και έχει σύμβουλο και καθοδηγητή τον πατέρα της που είναι επίσης μαέστρος.
Η Ταμάρα από την Ατλάντα, μια νεαρή σύζυγος, παντρεμένη με αστυνομικό από τον αγροτικό Νότο, η οποία ακόμη αναζητάει τον εαυτό της κι αναρωτιέται αν είναι δυνατόν μια έγκυος να διευθύνει ορχήστρα.
«Στην πορεία μου, ποτέ δεν συνέβη να μου πει κάποιος ότι δεν μπορώ να κάνω αυτό που κάνω, πολύ απλά γιατί εργάζομαι όσο πιο καλά μπορώ, και αυτό ακούγεται και φαίνεται».
Η Ουκρανή Ούστινα, που οι προτεραιότητές της αλλάζουν λόγω των παγκόσμιων γεγονότων και πρέπει να σκεφτεί αν θα παραιτηθεί από τον διαγωνισμό ή μήπως η μουσική είναι ο πιο προσωπικός και σημαντικός τρόπος για να διαμαρτυρηθεί για ό,τι συμβαίνει στη χώρα της.
Πέμπτη υποψήφια είναι η Ζωή Ζενιώδη από την Ελλάδα, μητέρα δύο εξάχρονων διδύμων. Ολόκληρη η καριέρα της ήταν μια δύσκολη μάχη, ξεκινώντας με την απόλυση από την πρώτη της σημαντική θέση στην Ελλάδα επειδή έμεινε έγκυος. Εργάζεται ως freelance διευθύντρια ορχήστρας και μόλις μέσα στο 2022 συνεργάστηκε, μεταξύ άλλων, με τη Lyric Opera of Chicago, τη Santa Fe Opera, την Opera Queensland, την Bremen Philharmoniker, τη National Symphony Orchestra of Colombia. Τι σημαίνει αυτό για τη ζωή της και την οικογένειά της; «Από επιλογή, δεν εργάστηκα μέχρι να γίνουν τα παιδιά μου πέντε ετών, ώστε να βρίσκομαι απόλυτα κοντά τους», απαντά. «Στην αρχή λοιπόν έκανα πολύ λίγα ταξίδια και η απόπειρά μου να εργαστώ στη χώρα μας για να μπορώ να τα μεγαλώσω με ηρεμία και ασφάλεια δεν ευδοκίμησε. Εδώ και ενάμιση χρόνο, ξεκινώντας με μια μεγάλη παραγωγή της όπερας “Οι γάμοι του Φίγκαρο” στη Νέα Ζηλανδία –στην οποία φυσικά ήρθαν και τα παιδιά μου–, δουλεύω ακατάπαυστα και αυτό δεν φαίνεται να αλλάζει σύντομα. Οπου μπορώ ταξιδεύω μαζί τους, αν και αυτό πλέον δεν είναι εύκολο να συνεχιστεί λόγω σχολείου. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να μην μπορεί κάποιος να εργαστεί στη χώρα του. Από την άλλη, είμαι από τους πολύ λίγους Ελληνες μουσικούς που εργάζονται αποκλειστικά και με συνέπεια στο εξωτερικό».
Στο ντοκιμαντέρ «Μaestra», η διάσημη Αμερικανίδα διευθύντρια ορχήστρας Μάριν Αλσοπ, επικεφαλής μαέστρος της Συμφωνικής Ορχήστρας του Ραδιοφώνου της Βιέννης, εξομολογείται πως όταν ήταν 9 ετών η δασκάλα της μουσικής τής είπε: «Τα κορίτσια δεν γίνονται μαέστροι».
«Στην πορεία μου, ποτέ δεν συνέβη να μου πει κάποιος ότι δεν μπορώ να κάνω αυτό που κάνω, πολύ απλά γιατί εργάζομαι όσο πιο καλά μπορώ, και αυτό ακούγεται και φαίνεται», απαντάει η κ. Ζενιώδη όταν τη ρωτάμε αν είχε αντίστοιχη εμπειρία. «Ωστόσο ναι, είναι όντως πολύ πιο περιορισμένες οι ευκαιρίες μιας καριέρας μαέστρου για τις γυναίκες. Ευτυχώς, γίνονται συνεχώς προσπάθειες αλλαγής και είμαι μία από αυτές τις γυναίκες που εργαζόμαστε σκληρά έτσι ώστε να κάνουμε βήματα προς την ισότητα και να ανοίξει ένας πιο εύκολος δρόμος για τις νεότερες. Οργανισμοί όπως ο La Maestra βοηθούν πάρα πολύ σε αυτό. Δίνουν ευκαιρίες και δημιουργείται ένα δίκτυο το οποίο μας βοηθάει όλες. Βρέθηκα την προηγούμενη εβδομάδα να εργάζομαι στην Αβινιόν και στην Μπουρζ κι ακολουθεί το Παρίσι με την Orchestre de Paris, όπου θα είμαι βοηθός της Μάριν Αλσοπ. Θα ήθελα πολύ να ζήσω μέχρι την ημέρα που δεν θα ερωτάται κάποιος για το φύλο του, απλώς θα ανεβαίνει στο πόντιουμ, όχι λόγω γνωριμιών ή μέσων, αλλά ξεκάθαρα και μόνο μέσα από τη σκληρή εργασία του και την υψηλή του τέχνη».
Πλέον, όταν αναλαμβάνει τα καθήκοντά της σε μια ορχήστρα, τη ρωτούν εάν θέλει να την αποκαλούν maestro ή maestra. «Οπως σας αρέσει», απαντάει. «Δεν έχει καμία σημασία για μένα. Το σημαντικό είναι να κάνω καλά τη δουλειά μου». Και ποια είναι αυτή η δουλειά κατά τη γνώμη της; «Μαέστρος είναι ο άνθρωπος ο οποίος παίρνει πάνω του την ευθύνη και το δικαίωμα της “μετάφρασης” αφηρημένων εννοιών –του ήχου, του χώρου, του χρόνου, του συναισθήματος– μέσα από συγκεκριμένα εργαλεία τα οποία περιλαμβάνουν νου και σώμα. Μελετά με προσοχή τη γλώσσα κάθε συνθέτη και με σεβασμό αναπτύσσει μια σχέση μαζί του την οποία μετά μεταδίδει στους υπόλοιπους μουσικούς. Δεν είναι αλαζόνας, ούτε χρησιμοποιεί το πόντιουμ για να ανεβάσει ακόμη μερικούς πόντους το εγώ του. Συνεργάζεται με τους μουσικούς γιατί μόνο έτσι αναπτύσσεται σχέση, κι αυτό είναι το ζητούμενο».
Η ταινία «Maestra» θα προβληθεί στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (2-12/3) και η «Κ» την παρακολούθησε σε αποκλειστική δημοσιογραφική προβολή.