Λάκης Παπαστάθης: Ψηφοθέτης μιας εποχής

1 year ago 73
 Ψηφοθέτης μιας εποχής

Ο σκηνοθέτης και συγγραφέας Λάκης Παπαστάθης (1943-2023). [ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ]

«Είμαι ένα παιδί της ελληνικής λογοτεχνίας που κάνει σινεμά», συνόψιζε ο ίδιος για τον εαυτό του. Αλλά ο Λάκης Παπαστάθης δεν αφήνει παρακαταθήκη μόνο ένα πολύπλευρο έργο από ταινίες, βιβλία και μια αξεπέραστη εκπομπή της δημόσιας τηλεόρασης, το «Παρασκήνιο». Εκτός από το ύφος του, αφήνει και το αποτύπωμα του ήθους του. «Η γενιά μου δεν έβγαλε και τα μεγάλα ταλέντα, όμως είχε ένα ηθικό έρεισμα όταν μπήκε στην περιπέτεια της γραφής για να εκσυγχρονίσει τον κινηματογράφο μας. Ως προς το ήθος του έγινε κίνημα ο νέος ελληνικός κινηματογράφος και όχι από τις ταινίες του», είχε πει σε συνέντευξή του («Κ», 19/9/2010).

Ο θάνατός του σε ηλικία 79 ετών, ύστερα από σύντομη μάχη με τον καρκίνο, ένωσε τις φωνές των φίλων του από διαφορετικούς χώρους της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ισως γιατί, όπως λέει ο ζωγράφος Γιώργος Ρόρρης, «μπορούσε να ζωντανεύει τους πολλούς φλοιούς που έχουν οι τόποι, τα πράγματα, οι άνθρωποι». Ηταν έτοιμος να τον επισκεφθεί με χαρτιά και μολύβια για να του κάνει ένα σκίτσο του, έπειτα από ένα πορτρέτο του που ολοκληρώθηκε το 2005. «Δεν ξέρω γιατί δεν έγινε ζωγράφος… Βέβαια διάλεξε μια τέχνη εικόνων… Είχε τον τρόπο του να μιλάει για τον Ιωάννου, τον Τσαρούχη, τον Βολανάκη, ανθρώπους που γνώρισε και άφησαν την ψηφίδα τους για να φτιαχτεί το πρόσωπο της σημερινής Ελλάδας. Ο Λάκης ήταν ο ψηφοθέτης».

Ο συγγραφέας και δοκιμιογράφος Γιάννης Κιουρτσάκης συμπληρώνει ότι «για πολλούς από εμάς ήταν κομμάτι της δικής μας ψυχής». Και για την σκηνοθέτιδα Κατερίνα Ευαγγελάκου, που θεωρεί τον Λάκη Παπαστάθη δάσκαλό της και η συνεργασία τους μετράει πολλές δεκαετίες, το πένθος είναι δυσβάσταχτο. «Μια φράση μόνο. Θα τον σκέφτομαι πάντα για την αριστοκρατική περηφάνια του για μια τόσο φτωχή τέχνη. Για τη φυσική απέχθειά του σε οτιδήποτε γυάλιζε… “Μύριζε” από μακριά το κάλπικο στην τέχνη».

Αυτός λοιπόν, ο λόγιος Ελληνας κινηματογραφιστής, που πατούσε στη λογοτεχνική παράδοση του Παπαδιαμάντη, του Βιζυηνού και του Μητσάκη, όπως επισημαίνει ο Γ. Κιουρτσάκης, είχε πάθος και πάθη, παιδεία, τόλμη, ειλικρίνεια και ευαισθησία. Σκηνοθετούσε, μιλούσε και έγραφε με την ίδια «δέσμευση» νου και ψυχής. «Ανήκω στη γενιά του νέου ελληνικού κινηματογράφου, που έκανε τη μεγάλη στροφή από την υποκουλτούρα στην τέχνη. Δεν είμαστε παιδιά του Φίνου ή του Σακελλάριου, αλλά του Παπαδιαμάντη, του Σεφέρη, του Ελύτη. Ζούσαμε την ευτυχοδυστυχία να κάνουμε σινεμά τον θαυμασμό μας για μιαν άλλη τέχνη, ακόμη πιο δύσκολη. Το νέο ελληνικό σινεμά γεννήθηκε με τη σφραγίδα της δυσκολίας», έλεγε σε εκείνη τη συνέντευξη του 2010 στον Δημήτρη Μπούρα. Μόλις είχε ολοκληρώσει την τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του, «Ταξίδι στη Μυτιλήνη». Είχαν προηγηθεί οι πολυβραβευμένες «Τον καιρό των Ελλήνων» (1981), «Θεόφιλος» (1987) και «Το μόνον της ζωής του ταξείδιον» (2001).

 Ψηφοθέτης μιας εποχής-1Φωτογραφίες από τις ταινίες του Λάκη Παπαστάθη «Θεόφιλος» (1987), «Ταξίδι στη Μυτιλήνη» (2010) και το «Μόνον της ζωής του ταξείδιον» (2001).

«Οταν πρωτοείδα τον “Καιρό των Ελλήνων”, αισθάνθηκα αμέσως ότι αυτή η ταινία, πέρα από το φανερό της θέμα –το ζήτημα της ληστείας στην Ελλάδα του τέλους του 19ου αιώνα–, ήταν ένα πολύ προσωπικό κινηματογραφικό ποιητικό δοκίμιο, ένας εξαιρετικά πρωτότυπος καλλιτεχνικός στοχασμός πάνω στον διχασμό του νεοελληνικού κόσμου ανάμεσα στον αστικό και στον λαϊκό πολιτισμό του», σημειώνει ο Γ. Κιουρτσάκης, ο οποίος έχει εκδώσει και δοκιμιακές αναλύσεις για το σινεμά του Λ. Παπαστάθη.

Δεν είναι σύμπτωση το γεγονός ότι υπήρξε βοηθός του Αλέξη Δαμιανού στην «Ευδοκία» (1971) και η φιλία που τους έδεσε παρέμεινε αδιατάρακτη στον χρόνο. Το 1972 πρωτοσκηνοθετεί τη μικρού μήκους ταινία «Γράμματα από την Αμερική», με ορατή την αισθητική επιρροή του Δαμιανού. Τη θρυλική εκπομπή «Παρασκήνιο» ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 1976, μαζί με τον Τάκη Χατζόπουλο. Προβλήθηκαν συνολικά στα 40, περίπου, χρόνια 900 εκπομπές.

«Είχε τον τρόπο του να μιλάει για τον Ιωάννου, τον Τσαρούχη, τον Βολανάκη, ανθρώπους που γνώρισε και άφησαν την ψηφίδα τους για να φτιαχτεί το πρόσωπο της σημερινής Ελλάδας», λέει ο Γ. Ρόρρης.

Στη δεκαετία του ’70 συνεργάστηκε με το Ελεύθερο Θέατρο σκηνοθετώντας ταινίες μικρού μήκους για παραστάσεις του. Εκεί συνάντησε και τη μετέπειτα σύζυγό του, ηθοποιό Υβόννη Μαλτέζου (με την οποία απέκτησαν ένα γιο, τον δημοσιογράφο Αργύρη Παπαστάθη). Ξεχωριστό κεφάλαιο της ζωής του ήταν επίσης η στενή φιλία και η συνεργασία του με τον Διονύση Σαββόπουλο.

Εκτός από το βιβλίο για την «Ευδοκία» (2006, εκδ. Πατάκη) έγραψε τέσσερις συλλογές διηγημάτων: «Η νυχτερίδα πέταξε», «Η Ησυχη και άλλα διηγήματα», «Το καλοκαίρι θα παίξει την Κλυταιμνήστρα» και «Ο δάσκαλος αγαπούσε το βωβό σινεμά».

Ηρωες με φορτία

Μύθος και Ιστορία, λαϊκά αναγνώσματα, αλαφροΐσκιωτοι της λογοτεχνίας, πλάνητες της τέχνης, άνθρωποι ταραγμένοι και προικισμένοι, μετατρέπονταν στην κινηματογραφική σύνθεση του Λάκη Παπαστάθη σε πρόσωπα με φορτία συμβολικά και πραγματικά. Ο ζωγράφος Θεόφιλος, ο λογοτέχνης Βιζυηνός, γίνονται οχήματα μιας «ελληνικότητας» με στέρεες ρίζες στην παράδοση. Ο 19ος ήταν ο αιώνας που τον τροφοδότησε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. Αυτό που τον ενδιέφερε δεν ήταν ασφαλώς οι βιογραφίες, αλλά να ακολουθεί τους ήρωές του στην εσωτερική τους περιπλάνηση, στην αναζήτηση της ταυτότητας του (νεο)ελληνικού προσώπου τους.

«Η εικόνα που έχω για τον Θεόφιλο μοιάζει με τον ηθοποιό, που παίζοντας σε μια παράσταση ηρωικού έργου φεύγει από το πάλκο και βγαίνει στους δρόμους, παίρνοντας μαζί του όχι μόνο το ένδυμα αλλά και την ψυχή του ρόλου του», έγραφε στην «Κ» («Επτά Ημέρες»). «Ζει καθημερινά τον κόσμο της τέχνης του. Φοράει το σχήμα των ηρώων που ζωγραφίζει, σα να τους υπερασπίζεται». Ο,τι ακριβώς έκανε και ο Λάκης Παπαστάθης.

Η κηδεία του θα γίνει αύριο Παρασκευή, στις 11.15 π.μ., στο Νεκροταφείο Βύρωνα.

Read Original