Η απώλεια του Μίμη Παπαϊωάννου άφησε ένα δυσαναπλήρωτο κενό στον χώρο του ελληνικού ποδοσφαίρου και μας θύμισε ότι κανείς δεν είναι άτρωτος, κανείς δεν κέρδισε τη μάχη με τον χρόνο και ας έχτισε τον μύθο του με το σπαθί του νικητή. Πολλοί σημαντικοί άνθρωποι του ποδοσφαίρου μίλησαν με αγάπη για τον «αιώνιο αρχηγό της ΑΕΚ», μα δύο απ’ αυτούς, συμπαίκτες αλλά και αντίπαλοί του, έχουν ξεχωριστή θέση δίπλα του: ο Θωμάς Μαύρος, γιατί ήταν αυτός που του πήρε το ρεκόρ των περισσότερων γκολ από συστάσεως Α΄ Εθνικής, και ο Μίμης Δομάζος, γιατί με αυτόν μοιράστηκε τον τίτλο του κορυφαίου Ελληνα ποδοσφαιριστή όλων των εποχών, σε δύο επίσημες καταγραφές. Εχει, λοιπόν, ιδιαίτερη σημασία η γνώμη τους για τον άνθρωπο και ποδοσφαιριστή Μίμη Παπαϊωάννου, όπως την εκφράζουν μέσα από την «Κ».
Δεν μιλούσε πολύ. Μετρούσε τα λόγια του, ήταν λιγοστά, με σημασία και αξία.
Ελεγε ό,τι ήθελε να πει ορθά και κοφτά, χωρίς «κορδελάκια».
Θωμάς Μαύρος
Oι αναμνήσεις του Θωμά Μαύρου
• Τι να πρωτοπείς για τον Μίμη; Σπουδαίος ποδοσφαιριστής, σπουδαίος άνθρωπος. Απλός, ευγενής και ταπεινός, είχε μια ισορροπία, ένα εσωτερικό φρένο που έβαζε στη σωστή διάσταση χαρές και λύπες. Οταν κάναμε μια μεγάλη νίκη και πετούσαμε στα ουράνια, πρώτος αυτός κατέβαζε τους τόνους και μας υπενθύμιζε ότι ερχόταν ένα άλλο παιχνίδι την επόμενη Κυριακή. Και όταν μπαίναμε στ’ αποδυτήρια με σκυμμένο το κεφάλι ύστερα από μια ήττα, ήταν πάλι ο πρώτος που έλεγε όλα όσα έπρεπε να ακούσουμε εμείς οι νεότεροι για να ανέβει η ψυχολογία μας. Ποτέ δεν θυμάμαι μια ακραία αντίδρασή του. Πάντα πράος, η προσωποποίηση της μετριοπάθειας.
• Οταν ήμουν μικρός, έπαιζα τσιγκάκια για να κερδίσω μια φωτογραφία δική του ή του Νεστορίδη. Ηταν είδωλο για τη γενιά μου. Φανταστείτε τη χαρά μου όταν στην πρώτη προπόνησή μου στην ΑΕΚ, ερχόμενος από τον Πανιώνιο, με πλησίασε, με αγκάλιασε και με καλωσόρισε. Ηταν το μεγαλύτερο όνομα της ομάδας και ποτέ δεν κοίταξε κάποιον αφ’ υψηλού. Τι μου είπε; Τίποτα ιδιαίτερο. Να δουλέψουμε όλοι μαζί για να βοηθήσουμε την ΑΕΚ, αλλά και μόνο που ήλθε να με καλωσορίσει, ήταν μεγάλη τιμή για μένα.
• Ο Μίμης δεν μιλούσε πολύ. Μετρούσε τα λόγια του, ήταν λιγοστά, με σημασία και αξία. Ελεγε ό,τι ήθελε να πει ορθά και κοφτά, χωρίς «κορδελάκια». Ηταν 100% επαγγελματίας, απόλυτα συνειδητοποιημένος στον ρόλο του. Ενώ ήταν σταρ, ήταν πολύ ταπεινός, ένας απλός άνθρωπος που δεν ήθελε να κάνει θόρυβο με την παρουσία του. Πολύ ευγενικός, ενέπνεε σεβασμό, δεν μπορούσες να διανοηθείς ότι θα του αντιμιλήσεις.
• Τον πρώτο χρόνο με πήρε μαζί του και μοιραζόμασταν το ίδιο δωμάτιο στο ξενοδοχείο. Ηταν μεγάλη έκπληξη για μένα που με επέλεξε να μοιραστώ έναν τόσο προσωπικό χώρο μαζί του. Πάντα μου μιλούσε και με συμβούλευε, έμαθα πολλά από εκείνες τις συζητήσεις μας. Οπως έμαθα πολλά απ’ αυτόν και μέσα στο γήπεδο. Μου έδειχνε πράγματα, τα δούλεψα, τα έβαλα στο ρεπερτόριό μου και με ωφέλησε πάρα πολύ αυτό.
• Μου άρεσε να πηγαίνω πιο νωρίς στην προπόνηση, να βγαίνω μόνος μου στο γήπεδο και να δουλεύω την τεχνική μου. Μια μέρα με ακολούθησε. Πήρε μια μπάλα, τη σήκωσε ψηλά και άρχισε να την παίζει. Επί μισή ώρα, η μπάλα προσγειωνόταν κολλημένη στο πόδι του από εκεί ψηλά που την πέταγε, δεν τη σήκωνε σε χαμηλό ύψος για να το κάνει πιο εύκολο. Κουράστηκα να τον βλέπω και του φώναξα: «Σταμάτα, λυπήσου με»! Ηταν απίστευτη η τεχνική του, δεν έκανε τυχαία τόσα πράγματα στο γήπεδο.
• Ηταν μια ποδοσφαιρική ευφυΐα. Δούλευε καλά στην προπόνηση, αλλά την μπάλα την είχε μέσα του. Ηξερε πού θα πάει, έπαιρνε γρήγορες αποφάσεις και αξιοποιούσε στο έπακρο το ξεπέταγμά του στα πρώτα 5-10 μέτρα, ειδικά στους λιγοστούς χώρους που υπήρχαν ελεύθεροι μέσα στην περιοχή.
• Αλλο όπλο του ήταν ότι στεκόταν στον αέρα, αφού –προσέξτε– είχε κάνει ένα πολύ ψηλό άλμα. Εβλεπε την μπάλα, τη ζύγιζε, δεν πήγαινε στα τυφλά. Οι κεφαλιές του ήταν συστημένες στη γωνία, γι’ αυτό και πέτυχε πολλά γκολ με το κεφάλι παρότι δεν ήταν ψηλός. Ηταν και πολύ έξυπνος, ήξερε να περιμένει την κατάλληλη στιγμή. Ασε που είχε φαρμακερό αριστερό πόδι. Οπου ήθελε έστελνε την μπάλα. Επαιζε σέντερ φορ, εξτρέμ, αριστερό χαφ, πάντα με επιτυχία.
• Φυσικά και θα μπορούσε να καθιερωθεί στη Ρεάλ αν πήγαινε. Ηταν παίκτης-πρωταγωνιστής, όχι απλά κάποιος για να συμπληρώνει το ρόστερ. Στη Μαδρίτη, σίγουρα θα εξελισσόταν πολύ περισσότερο.
• Είχαμε εξαιρετική προσωπική σχέση και με βοήθησε πολύ την πρώτη χρονιά που έτρεχα στα δικαστήρια, χωρίς να έχω δικαίωμα να παίξω. Είχα επιστρέψει στον Πανιώνιο όταν έσπασα το ρεκόρ του, ενώ εκείνος είχε σταματήσει μια δεκαετία το ποδόσφαιρο. Βρεθήκαμε κάτι μήνες μετά και μόλις με είδε, με πλησίασε και με αγκάλιασε όπως την πρώτη φορά που με είχε υποδεχθεί στην ΑΕΚ. Τι μου είπε; «Μπράβο, μικρέ, το άξιζες»!
Ο συμπαίκτης και αντίπαλος Μίμης Δομάζος
• Μίμης και Μίμης, συμπαίκτες και αντίπαλοι, είχαμε πάντα μια ιδιαίτερη σχέση μεταξύ μας. Υπήρξαμε αντίπαλοι με τον Παναθηναϊκό και την ΑΕΚ, αλλά και συμπαίκτες σε τρεις ομάδες. Ξέρεις για την ΑΕΚ και την Εθνική, σίγουρα όμως δεν ξέρεις ότι παίξαμε μαζί και στον Παγκύπριο. Πήγε στη Ν. Υόρκη και στο τέλος της σεζόν με κάλεσε και παίξαμε μαζί ένα μήνα.
• Τι να πεις για τον άνθρωπο Μίμη; Μόνο τα καλύτερα. Μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση ότι ενώ ήταν η μεγάλη φίρμα της ΑΕΚ, με το που πήγα εκεί, μου έδωσε τη φανέλα με το Νο 10 που τη φορούσε αυτός. «Στην Εθνική αυτό το νούμερο έχεις. Εγώ έχω άλλο εκεί, θα έχω άλλο κι εδώ», μου είπε. Ποιος άλλος θα το έκανε αυτό; Ηταν ένα κόσμημα.
• Είχε εκπληκτικό άλμα, ένα μοναδικό τρόπο να στέκεται στον αέρα και να περιμένει. Το αριστερό του πόδι ήταν μαγικό, κατέβαζε την μπάλα, την κόλλαγε πάνω του και την έκανε ό,τι ήθελε. Αυτά τα δύο ήταν τα υπερόπλα του, που τον έκαναν να ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους.
• Ηταν μετρημένος, αλλά και πρόσχαρος χαρακτήρας, του άρεσε η παρέα χωρίς να επιζητεί την προσοχή των άλλων. Εγώ όταν έπαιζα είχα πάντα νεύρα, αυτός ποτέ. Δεν τον θυμάμαι ούτε μία φορά εκνευρισμένο, να χάνει τον έλεγχο. Σε ένα παιχνίδι τον είχαν ταράξει στην κλωτσιά και του φώναζα να αντιδράσει, να κάνει κάτι. Τίποτα αυτός, σηκωνόταν και συνέχιζε σαν να μην είχε γίνει κάτι.
• Στις… κοκορομαχίες την ώρα του αγώνα, πάντα ήταν ο πυροσβέστης. Παίζαμε μια φορά ο Παναθηναϊκός με την ΑΕΚ κι εκεί που πήγα να αρπαχτώ, όρμησε πάνω μου και με τράβηξε παραπέρα για να ηρεμήσω. Πάντα προσπαθούσε να βγάζει κάτι καλό από το κακό, να βρει έναν τρόπο να ανεβάζει την ψυχολογία των υπολοίπων. Πάρα πολύ καλό παιδί, σπάνιος χαρακτήρας.
• Στην ΑΕΚ δεν παίξαμε πολύ μαζί γιατί ήταν η τελευταία χρονιά του στην ομάδα, ήταν εξαιρετικός και ο Βιέρα, έπαιξε λίγα παιχνίδια. Στην Εθνική, εγώ έπαιζα πιο πίσω στο κέντρο και αυτός πιο μπροστά στην επίθεση, συχνά δίδυμο με τον Σιδέρη. Δεν ήταν δεκάρι, ήταν άλλος ο ρόλος του, πιο εκτελεστικός και λιγότερο δημιουργικός.
• Δεν κάναμε πολύ παρέα έξω από το γήπεδο, παρότι του άρεσε να τραγουδάει, ενώ είχα κι εγώ στενή σχέση με το τραγούδι λόγω του γάμου μου με τη Βίκυ Μοσχολιού. Στο ξενοδοχείο κάποιες φορές μάς μάζευε και τραγουδούσε. Είχε εξαιρετική φωνή και μεγάλη αδυναμία στον Στέλιο Καζαντζίδη, με τον οποίο διατηρούσε στενή σχέση.
• Ξέραμε για τις δυσκολίες του τα τελευταία χρόνια. Τον καλούσαμε σε εγκαίνια, παιχνίδια, εκδηλώσεις κι όταν άρχισε να μην έρχεται, μάθαμε ότι δεν είναι σε καλή κατάσταση. Ηταν πολύ στενάχωρο όλο αυτό.
• Δεν είχαμε ποτέ αντιζηλία. Ποιος είναι ο καλύτερος, ο πρώτος των πρώτων, ο κορυφαίος του αιώνα. Αυτά είναι από άλλους, όχι από εμάς. Ενα πράγμα θέλαμε εμείς: να μπαίνουμε μέσα και να κερδίζουμε τα παιχνίδια…
Η σκυταλοδρομία των μύθων
Οσοι φίλαθλοι της ΑΕΚ μπήκαμε στην εφηβεία τη δεκαετία του ’80, είχαμε τον δικό μας θεό: τον Θωμά Μαύρο. Δέκα χρόνια πριν όμως –και επί σχεδόν είκοσι συναπτά έτη: 1962-1979– ο θεός της ΑΕΚ ήταν ο Μίμης Παπαϊωάννου. Το εκπληκτικό με τον Παπαϊωάννου είναι ότι ήταν μύθος ακόμη και για εμάς τους νεότερους, που ουσιαστικά δεν προλάβαμε να τον δούμε να παίζει. Προσωπικά, τον είδα μία φορά, δεν είχα κλείσει ούτε τα οκτώ ακόμη, όταν στη Νέα Φιλαδέλφεια, για το Κύπελλο Ελλάδας, η ΑΕΚ κέρδισε 6-1 τον Ολυμπιακό. Δεν σκόραρε ο Παπαϊωάννου εκείνη την ιστορική ημέρα (ο Μαύρος έβαλε τρία γκολ), όμως το βλέμμα μου ήταν στραμμένο επάνω του. Είχε βάλει το χέρι του και ο πατέρας μου, φίλαθλος της ΑΕΚ από τη δεκαετία του ’30, και πολύ συγκρατημένος ως ψυχισμός, ο οποίος μου μιλούσε συνέχεια με απέραντο θαυμασμό γι’ αυτόν. Στην ουσία όμως, αυτό που είδα το 1978, και θα θυμόμουν έκτοτε, ήταν τη ζωντανή σημαία της ΑΕΚ, στην οποία υποκλίνονταν φίλαθλοι και των άλλων ομάδων. Οπως ο Μαύρος τη δεκαετία του ’80, έτσι και ο Παπαϊωάννου ήταν πριν από αυτόν ζωντανό σύμβολο της ΑΕΚ. Πήρε τη σκυτάλη από τον Νεστορίδη και την παρέδωσε στον Μαύρο. Κάπως έτσι εξασφαλίζεται η ιστορική συνέχεια των ποδοσφαιρικών συλλόγων στις συνειδήσεις των φιλάθλων. Δίχως αυτούς τους συμβολισμούς, ασυνείδητους κατά βάση, όλος ο σαματάς με την μπάλα δεν έχει κανένα νόημα.
ΗΛΙΑΣ ΜΑΓΚΛΙΝΗΣ
Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr