Οι αμερικανικοί όμιλοι, οι οποίοι παράγουν πετρέλαιο μέσω σχιστολιθικών κοιτασμάτων και οι οποίοι πλημμύρισαν πέρυσι με μετρητά λόγω των υψηλών τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου, αναζητούν νέες επιχειρηματικές συμφωνίες, όπως αναφέρουν οι Financial Times – πέρυσι σώρευσαν 150 δισ. δολάρια και φέτος αναμένουν 120 δισ. δολάρια σε ταμειακές ροές. Και αυτό διότι εντείνονται οι φόβοι τους πως οι καλύτερες τοποθεσίες γεώτρησης σπανίζουν ολοένα και περισσότερο. Στελέχη τραπεζών και δικηγόροι ανέφεραν απότομη άνοδο της δραστηριότητας τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς αγοραστές και πωλητές σε όλο τον κλάδο κινητοποιούν ομάδες για ένα μπαράζ συναλλαγών μετά μια μακρά περίοδο ξηρασίας. Η κινητικότητα εντοπίζεται ειδικά στην εκτεταμένη λεκάνη της Πέρμιας του Τέξας και του Νέου Μεξικού, όπου βρίσκεται και το πιο παραγωγικό κοίτασμα πετρελαίου στον κόσμο. «Θα υπάρξει μια σειρά συγχωνεύσεων και εξαγορών το 2023», δήλωσε ο Πιτ Μπάουντεν, διευθυντής για την παγκόσμια ενεργειακή τραπεζική του οίκου Jefferies και ένας από τους πιο δημοφιλείς διαπραγματευτές του κλάδου. «Είναι εκεί έξω ενδιαφερόμενοι και θέλουν να κάνουν αγορές για να αυξήσουν τα αποθέματά τους», προσέθεσε. Η αναμενόμενη έκρηξη συγχωνεύσεων και εξαγορών είναι το τελευταίο σημάδι της άριστης υγείας της βιομηχανίας πετρελαίου και φυσικού αερίου των ΗΠΑ, η οποία έχει αποκομίσει κέρδη ρεκόρ από τις υψηλές τιμές ενέργειας, τις οποίες τροφοδότησε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Οι εταιρείες του κλάδου έχουν συγκεντρώσει μεγάλη ρευστότητα μετά το ράλι τιμών σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Οι παραγωγοί σχιστόλιθου των ΗΠΑ πέρυσι παρουσίασαν ρεκόρ ταμειακών ροών άνω των 150 δισ. δολαρίων, ένας δείκτης που παρακολουθείται στενά στον κλάδο, ενώ αναμένεται να συγκεντρώσουν άλλα 120 δισ. δολάρια το 2023, σύμφωνα με τη Rystad Energy, μια εταιρεία συμβούλων επιχειρήσεων. Οι πετρελαϊκοί όμιλοι έχουν αποπληρώσει χρέη δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων τον περασμένο χρόνο και έχουν άφθονη δύναμη πυρός για τη σύναψη συναλλαγών, δήλωσαν στελέχη τραπεζών και τους αναφέρουν οι Financial Times. Το κίνητρο της αναμενόμενης έκρηξης των συμφωνιών είναι οι φόβοι πολλών παραγωγικών ομίλων πως εξαντλούνται οι καλές εκτάσεις, αφού οι αποδόσεις από νέες πετρελαιοπηγές εξασθενούν μετά μία δεκαετία φρενήρους εξόρυξης. Ο τομέας, πάντως, παραμένει σε μεγάλο βαθμό κατακερματισμένος, με δεκάδες εταιρείες εκμετάλλευσης, από τις μικρές με το ένα γεωτρύπανο έως τους κολοσσούς. Πάντως, οι εν λόγω επιχειρήσεις επιδιώκουν να αποκτήσουν ανταγωνιστικές εταιρείες ώστε να επωφεληθούν από τις καλύτερες εναπομείνασες προοπτικές γεώτρησης.
«Εάν μπορείτε να αγοράσετε πόρους σε λογική αξία και έχετε τον ισολογισμό και τα μετρητά για να το κάνετε, θα πάτε να το κάνετε σε αυτές τις τιμές», δήλωσε ο Μοχάμεντ Λαγκάρι, ανώτερος διευθύνων σύμβουλος επενδυτικής τραπεζικής στην Guggenheim Partners. Η αναμενόμενη τόνωση του αγοραστικού ενδιαφέροντος το τρέχον έτος έρχεται μετά τις μόλις 160 εξαγορές και συγχωνεύσεις του 2022, σύμφωνα με την εταιρεία συμβούλων Enverus, και αυτό το νούμερο είναι το χαμηλότερο από το 2005. Τέλος, η αθροιστική αξία τους ανήλθε πέρυσι στα 58 δισεκατομμύρια δολάρια, ήτοι 13% χαμηλότερη από το προηγούμενο έτος και 1/5 μειωμένη από τα επίπεδα πριν από την πανδημία. Τέλος, υπήρξαν μεταξύ όλων των άλλων και ολιγάριθμες συμφωνίες στα τέλη του περασμένου έτους, όπως αυτές των Diamondback και Marathon Oil, οι οποίες κατέβαλαν 3 δισ. δολάρια εκάστη για να αποκτήσουν εδάφη στη λεκάνη της Πέρμιας και του Ιγκλ Φορντ.