Χριστούγεννα 2022, Ερμούπολη, Σύρος. Ο επισκέπτης του νησιού, βγαίνοντας από το καράβι και περπατώντας παραλιακά προς το κέντρο της πόλης, συναντάει στο διάβα του ένα παραδοσιακό σκαρί στολισμένο γιορτινά, στημένο στην προκυμαία σαν ένα μουσειακό κομμάτι ανεκτίμητης αξίας. Τέτοια είναι η τέχνη του δημιουργού της, του Συριανού πλοιάρχου και ναυπηγού Μανώλη Ζώρζου, που μπορεί να αποδώσει σε μια απλή ιστιοπλοϊκή λέμβο μια ποιότητα θεϊκή, λες και ζούμε σε έναν κόσμο που μονάχα αριστουργήματα επιτρέπεται να πλέουν στις θάλασσές μας. Η απαράμιλλη ποιότητά της σε συνδυασμό με τα χαρούμενα λαμπιόνια που διατρέχουν τον εξαρτισμό της μετατρέπουν τη βάρκα σε υπερβατικό σύμβολο των γιορτινών ημερών. Υπάρχει κιόλας κάτι στην όλη εικόνα που μοιάζει ταιριαστό, αρμονικό. Θα ήταν μάλλον παράταιρο στο κέντρο του Αιγαίου να στέκεται οποιαδήποτε άλλη εορταστική εγκατάσταση παρά το ευετηριακό «καραβάκι», ένα έθιμο της θαλασσινής μας χώρας που τα ίχνη του χάνονται στα βάθη των αιώνων. Ενα έθιμο που στο αφιέρωμα αυτό θα εντοπίσουμε όχι μόνο στη Σύρο αλλά και σε ακόμη έναν νησιώτικο τόπο μεγάλης ναυτικής παράδοσης, τη Χίο.
Με τη βοήθεια της φιλολόγου και ερευνήτριας Στέλλας Τσιροπινά πάμε στο νησί του Βορειοανατολικού Αιγαίου και ρίχνουμε φως στις πανάρχαιες ρίζες του εθίμου. Διαβάζουμε τη βαθιά μελέτη της πάνω στο αντικείμενο με τίτλο «Η θεατρικότητα των χιακών εθίμων του εορτολογίου» (εκδ. Αιγέας, Χίος, 2014) και νιώθουμε πως στα χέρια της λαογράφου/θεατρολόγου βρίσκεται ένα νήμα χιλιετηρίδων που πάει πίσω στο τροχήλατο άρμα των Ανθεστηρίων, μοντέλο πλοίου με ρόδες με το οποίο γινόταν η «επιφάνεια» («θεοφάνεια») του Διονύσου. Στην έρευνά της εντοπίζει τις πρώτες προπολεμικές εμφανίσεις του εθίμου ακόμα και σε τόπους διασποράς των Χιωτών. Το 1908 τα παρακάτω γράφονταν στην εφημερίδα «Παγχιακή», που εκδιδόταν από Χιώτες στο Κάιρο: «Εξωθι ενός καφενείου με τας κυανόλευκους αναπεπταμένας, δεκάς εφήβων βαστάζει πλοίον με την τελειότητα των εξαρτημάτων του, ενώ κατά αραιά διαστήματα η καπνοδόχος του πλοίου με τα γλυκά χρώματα του ουρανού και της θαλάσσης αφήνει οξύν συριγμόν». Το έθιμο είχε τέτοια ισχυρή απήχηση στους Χιώτες, που το πήραν μαζί τους και στις παροικίες τους.
Η «Μοίρα Αιγαίου»
Ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος του 1912 έφερε για τη Χίο, έπειτα από 356 χρόνια τουρκικής κατοχής, μια βαρύτιμη και πολυπόθητη λευτεριά. Η «Μοίρα Αιγαίου», με πλοία-θρύλους όπως το θωρηκτό «Αβέρωφ», απέκτησε στη συνείδηση του λαού μυθική υπόσταση και έτσι γεννήθηκαν τα «πολεμικά κάλαντα» και η περιφορά μοντέλων πολεμικών καραβιών. Το μικρό αγιοβασιλιάτικο καραβάκι που αρχικά ήταν χάρτινο ή τσίγκινο έγινε δίμετρο σε μήκος και λαμαρινένιο, ενώ προστέθηκαν πάνω του φουγάρα που κάπνιζαν, κόρνες που σφύριζαν και κανόνια που εκπυρσοκροτούσαν. Πλέον χρειαζόταν «πλήρωμα»: καπετάνιο για να έχει τη γενική εποπτεία, «θερμαστή» και «πυροβολητή» – και όλοι τους έπρεπε να είναι ντυμένοι σύμφωνα με τη ναυτική ενδυματολογική τυπολογία. H περιφορά του καραβιού έγινε ένα αυτοσχέδιο θεατρικό και μουσικό δρώμενο με σκηνή τους δρόμους της πόλης και τα κατώφλια των σπιτιών της Χίου. Οπως γράφει γοητευτικά η Στέλλα Τσιροπινά στο πόνημά της: «Οι περιφερόμενοι ολιγομελείς όμιλοι, σαν ένα είδος μουσικών θιάσων, μεταποιούσαν το “φαίνεσθαι” των καραβιών τους σε “είναι” μιας άλλης πραγματικότητας, όπως ακριβώς συμβαίνει και στη θεατρική σύμβαση».
H περιφορά του αποτελεί ένα αυτοσχέδιο αγιοβασιλιάτικο θεατρικό και μουσικό δρώμενο.
Μεταπολεμικά το έθιμο έφθινε, καθώς η τηλεόραση μπήκε σε κάθε σπίτι και έστειλε τα καραβάκια στα υπόγεια και στις αποθήκες. Υπήρξε όμως μια αναγέννηση. Με πιο έντονη αυτή τη φορά τη διαγωνιστική του διάσταση, το δρώμενο κέρδισε μια δεύτερη νιότη το 1976, χρόνος που καθιερώθηκε ως εθιμικός διαγωνισμός όπου η βράβευση του «ωραιότερου» πλοιαρίου αποτέλεσε –και ακόμα αποτελεί– ισχυρό κίνητρο συμμετοχής. Από τότε, και κάθε χρονιά, εντυπωσιακά μοντέλα πλοίων σχηματίζοντας έναν μικρό στόλο παρελαύνουν στο κεντρικότερο σημείο της πόλης και προσπαθούν, μαζί με τα «δημιουργικά» κάλαντα που τα συνοδεύουν, να κερδίσουν την πρώτη θέση. Τα πολεμικά καράβια ακόμα πρωταγωνιστούν και εμφανίζονται πιο συχνά από τα εμπορικά. Η ιδιαίτερη ναυπηγική τους αποτελεί ξεχωριστό κομμάτι ενδιαφέροντος και έρευνας. Κάποια φτάνουν έως και τα επτά μέτρα μήκος και επιστρατεύονται για την κατασκευή τους επαγγελματίες και ερασιτέχνες ναυπηγοί.
Πίσω στην Ερμούπολη –τη θαυμαστή πολιτεία που θεμελίωσαν, κυρίως, οι Χιώτες, προσφεύγοντας εκεί μετά τη σφαγή του νησιού τους το 1822– μιλάμε με κάποιον που έχει και αυτός εντρυφήσει στη λαογραφία του τόπου του. Είναι ο Νίκος Σολάρης, που τα τελευταία 44 χρόνια διετέλεσε χοροδιδάσκαλος στο Λύκειο Ελληνίδων Σύρου και πρόσφατα εξέδωσε τη μελέτη «Η μουσικοχορευτική παράδοση της Σύρου». Σύμφωνα με πληροφορίες του, τα καραβάκια της Πρωτοχρονιάς αναπαρίσταναν –όπως και στη Χίο– θρυλικά πολεμικά μας πλοία, ενώ όπως μας λέει: «Δύο με τρεις μήνες πριν από την Πρωτοχρονιά φτιαχνόταν το πλήρωμα, που είχε δέκα με δεκαπέντε άτομα: τέσσερις που σήκωναν το καραβάκι, τέσσερις αναπληρωματικοί, δυο – τρεις που κρατούσαν μπουρούδες (σ.σ. κοχύλια κομμένα στην άκρη τους, που λειτουργούσαν ως πνευστές κόρνες), δύο με τρεις ορχήστρα, ένας ταμίας και ο ιδιοκτήτης (καραβοκύρης). H ορχήστρα αποτελείτο από μια – δυο φλογέρες και ένα τουμπί, ενώ ο ταμίας ήταν πάντα ένας έμπιστος του ιδιοκτήτη και κρατούσε έναν μεγάλο γκαζοντενεκέ, όπου εκεί συγκεντρωνόταν τα χρήματα. Το καραβάκι έβγαινε στην Ερμούπολη την παραμονή και ανήμερα την Πρωτοχρονιά, ενώ υπήρχαν χρονιές που έβγαιναν και δύο καραβάκια».
Η περιφορά ξεκινούσε από τα Λαζαρέτα και πήγαινε σε όλα τα σπίτια της Σύρου, ενώ το πλήρωμα τραγουδούσε, έπαιζε μουσική και συγκέντρωνε φιλοδωρήματα. Οπως και στη Χίο έτσι και στη Σύρο λάμβανε χώρα το ίδιο αυτοσχέδιο θεατρικό δρώμενο, ενώ το πολεμικό καράβι είχε κοινά χαρακτηριστικά και στους δύο τόπους. Οπως μας πληροφορεί ο Ι. Σολάρης: «Το μοντέλο του “Ελλη” (που, παρεμπιπτόντως, κυκλοφόρησε στη Σύρο από το 1948 έως το 1958) διέθετε κανονάκι που γέμιζαν με μπαρούτι και σε κεντρικά σημεία της Ερμούπολης βαρούσαν και κανονιές».
Οσο περνούσαν τα χρόνια το έθιμο κι εκεί ατόνησε και η αναβίωση ήρθε με πρωτοβουλία του Ι. Σολάρη και με τη βοήθεια του κ. Μαυρίκου (του ιστορικού Συριανού ναυπηγείου) αλλά και του Νεωρίου Σύρου, όταν φτιάχτηκε νέο καραβάκι που ονομάστηκε «Αβέρωφ» και πραγματοποιήθηκε η περιφορά του, όπως παλιά, την Πρωτοχρονιά του 1992. Το θρυλικό θωρηκτό «Αβέρωφ», που σε μια διαφορετική εκδοχή του «διαγωνίστηκε» πέρυσι με ένα μοντέλο εντυπωσιακής τεχνικής στη Χίο, και που σε ακόμη μία, παλαιότερη παραλλαγή του συνόδευε τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα του Πολεμικού Ναυτικού, τη δεκαετία του ’70. Σχετικά μας ενημερώνει ο πλοίαρχος εν αποστρατεία και εικονογράφος Γήσης Παπαγεωργίου, συνοδεύοντας την εξιστόρησή του με μια ευχετήρια κάρτα της Πρωτοχρονιάς του 1978 που είχε φιλοτεχνήσει τότε με τη σχεδιαστική του δεινότητα. «Στο σχέδιο απεικονίζονται τα παιδιά μου, εννιά ετών τότε, με το μοντέλο του “Αβέρωφ” ανά χείρας, ο οποίος ανήκε στην μπάντα του Π.Ν. που τον περιέφερε για να λέει τα κάλαντα στους επισήμους» – ενώ συμπληρώνει με το γνωστό του χιούμορ: «Αυτός ο “Αβέρωφ” ήταν από… φελιζόλ και σε κακή κατάσταση, και έτσι είχα κληθεί να του κάνω με τα πινέλα μου γενική επισκευή και δεξαμενισμό!».
Γυρνώντας πίσω στην Ερμούπολη συναντάμε ακόμη μία στολισμένη βάρκα –μοντέλο του Μανώλη Ζώρζου–, αυτή τη φορά να στέκεται αναζωογονητικά μπροστά από το νοσοκομείο της πόλης, ενώ στο Λύκειο Ελληνίδων βρίσκουμε ένα υψηλής τεχνικής μοντέλο του αντιτορπιλικού «Θύελλα», στον Αγιο Νικόλαο έναν υπέροχο «Σαχτούρη» και στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων ένα μοντέλο του «Ελλη». Τον ίδιο καιρό, στις γειτονιές της Χίου, που περιμένουν με προσδοκία την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, προετοιμάζεται ενθουσιωδώς –ανάμεσα σε μικρά θαύματα μικροναυπηγικής– μια εορταστική ναυμαχία εντυπώσεων.
Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr