«Η Κύπρος έζησε την Κυριακήν στιγμάς εξαιρετικάς. Υπεδέχθη σύσσωμος και εν εξάλλω ενθουσιασμώ τον Εθνάρχην Μακάριον, ο οποίος έφερεν εις το ποίμνιόν του το μήνυμα της ελευθερίας: “Ενικήσαμεν, ενικήσαμεν”, ήσαν αι πρώται φράσεις του Εθνάρχου προς τους συμπατριώτας και συναγωνιστάς του ευθύς μετά την άφιξίν του εις Λευκωσίαν», γράφει η «Καθημερινή» στο κύριο θέμα της, στο πρωτοσέλιδο της 3ης Μαρτίου 1959. Ο Μακάριος είχε εκτοπιστεί από την αγγλική αποικιακή διοίκηση του νησιού στις Σεϋχέλλες μαζί με κοντινούς συνεργάτες του το 1956 και τον Απρίλιο του 1957 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Η επιστροφή του στην Κύπρο, αμέσως μετά την υπογραφή των συνθηκών Ζυρίχης και Λονδίνου, ήταν θριαμβευτική.
«Υπολογίζεται ότι 200.000 Ελληνες Κύπριοι συνεκεντρώθησαν εις την Λευκωσίαν διά να υποδεχθούν τον Εθνάρχην. Καθ’ όλον το µήκος της διαδροµής από του αεροδροµίου µέχρι της πόλεως της Λευκωσίας είχον συγκεντρωθή χιλιάδες Ελλήνων Κυπρίων, οι οποίοι έφερον κονκάρδας, λαιµοδέτας ή καπέλλα µε τα ελληνικά χρώµατα. Πάντες ήθελον να τύχουν της ευλογίας του Εθνάρχου και να του προσφέρουν ανθοδέσµας […]».
Τον ∆εκέµβριο του ίδιου χρόνου, διενεργούνται οι πρώτες προεδρικές εκλογές στην Κύπρο. Σε αυτές αναµετρώνται ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος, τον οποίο στηρίζουν το Ενιαίο ∆ηµοκρατικό Μέτωπο Αναδηµιουργίας και η πλειονότητα των αγωνιστών της ΕΟΚΑ, και ο Ιωάννης Κληρίδης, τον οποίον στηρίζουν η ∆ηµοκρατική Ενωση, το ΑΚΕΛ και όσοι διαφωνούσαν µε τις συµφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου. Το πρωτοσέλιδο της 15ης ∆εκεµβρίου της «Καθηµερινής» ανακοινώνει τη θριαµβευτική νίκη του Μακαρίου: «Ο Εθνάρχης εξελέγη Πρόεδρος – Ελαβε 144.501 ψήφους, ήτοι 67%».
Και παραθέτει τον λόγο του: «”∆εν υπάρχουν, συνέχισε, νικηταί και ηττηµένοι. Σας καλώ όλους να ενώσετε τα χέρια και να συνεργασθήτε διά την ανοικοδόµησιν της πατρίδος µας”. […] Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας παρετήρησεν ότι η τιµή διά το ιστορικόν αυτό γεγονός ανήκει […] “επίσης δε εις τους ήρωας και τους µάρτυρας, οι οποίοι µε την θυσίαν του αίµατός των επότισαν το δένδρον της ελευθερίας, τους ηρωικούς αγωνιστάς της ΕΟΚΑ και τον θρυλικόν ∆ιγενή και εις σας, ολόκληρον τον κυπριακόν λαόν, διότι ουδ’ επί στιγµήν επαύσατε να πιστεύετε και να εργάζεσθε διά την µεγάλην ηµέραν της εθνικής απελευθερώσεως”».