Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις επηρεάζουν το περιβάλλον και έχουν άμεσο αντίκτυπο στην υγεία και στην ασφάλεια των απλών ανθρώπων. Οι καλλιέργειες δεν μπορούν να καλλιεργηθούν σε έδαφος που έχει μολυνθεί από βαρέα μέταλλα και είναι εξαιρετικά επικίνδυνο να χρησιμοποιείται νερό που προέρχεται από μολυσμένα ποτάμια. Από την αρχή της ρωσικής εισβολής, περιβαλλοντικές οργανώσεις μαζί με το υπουργείο Περιβάλλοντος της Ουκρανίας παρακολουθούν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του πολέμου. Εχουν καταγράψει περισσότερες από 2.300 περιπτώσεις τέτοιων ζημιών, αν και πρέπει να σημειωθεί ότι αυτά τα στοιχεία δεν είναι αξιόπιστα, διότι ο πλήρης κατάλογος δεν έχει δημοσιευθεί ποτέ. Ανάμεσα στα πολλά παραδείγματα είναι τα δάση που καίγονται, οι ζημιές που προκαλούνται από την έκρηξη οβίδων, τα καύσιμα πυραύλων που μολύνουν το έδαφος και τα υπόγεια ύδατα κ.λπ.
Προφανώς, δεν είναι όμως μόνο το περιβάλλον που υποφέρει λόγω των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Στη Διάσκεψη του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (COP27), πρώτη φορά μετά πολλά χρόνια, τέθηκε το πιεστικό ζήτημα των επιπτώσεων της βιομηχανίας όπλων και των στρατιωτικών επιχειρήσεων στο κλίμα. Παρουσιάστηκε έρευνα, σύμφωνα με την οποία οι (έως τότε) επτάμηνες στρατιωτικές επιχειρήσεις της Ρωσίας στην Ουκρανία είχαν ήδη παραγάγει 49 εκατ. τόνους εκπομπών CO2. Αυτό είναι συγκρίσιμο με τις ετήσιες εκπομπές μιας ολόκληρης χώρας στο μέγεθος της Βουλγαρίας ή της Πορτογαλίας. Από τη μία πλευρά, η καταστροφή και συνεπώς η στασιμότητα της βιομηχανίας μεγάλης κλίμακας και η μείωση του πληθυσμού ως αποτέλεσμα της κατοχής οδήγησε προφανώς σε μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Από την άλλη, μελέτες έχουν υπολογίσει ότι η ανάκαμψη της Ουκρανίας μετά τον πόλεμο θα απαιτήσει άλλους 50 εκατ. τόνους CO2. Θα ήταν λάθος να πιστεύουμε ότι τα προβλήματα από τον πόλεμο στο περιβάλλον και το κλίμα θα εξαφανισθούν διαμιάς, μόλις η Ουκρανία τον κερδίσει. Στη Διάσκεψη COP27, οι συμμετέχουσες χώρες άργησαν να ανακοινώσουν νέους στόχους για το κλίμα, ενώ έσπευσαν να τονίσουν τη σημασία της ενεργειακής ασφάλειας και της διεθνούς συνεργασίας. Τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. έχουν αισθανθεί τις οδυνηρές συνέπειες της εξάρτησης από τον ρωσικό γαιάνθρακα, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Κατά τη διάρκεια του 2022, παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις για το εμπάργκο στα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, άλλες συνομιλίες συνεχίζονταν για το πώς θα ήταν η μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Ουκρανίας. Ορισμένοι δήμοι στις περιφέρειες Κιέβου, Τσερνιχίφ και Σούμι έχουν ήδη αρχίσει να επεξεργάζονται τα δικά τους σχέδια για τη μεταπολεμική ανοικοδόμηση.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση επένδυσε πρόσφατα 114 εκατ. ευρώ, ώστε να προμηθεύσει στην Ουκρανία 1.000 γεννήτριες για να τις προσθέσει στις ήδη 1.400, ενώ είχε λάβει εκατομμύρια μονάδες ηλεκτροπαραγωγικού εξοπλισμού μέσω του μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας της Ε.Ε. Και παρόλο που απαιτείται βοήθεια έκτακτης ανάγκης για τις κρίσιμες υποδομές της χώρας, συμπεριλαμβανομένων των νοσοκομείων, των τραπεζών και των σταθμών θέρμανσης, με οποιαδήποτε μορφή, υπάρχουν πιο φιλικές προς το περιβάλλον εναλλακτικές λύσεις. Για παράδειγμα, χάρις στην πρωτοβουλία της ΜΚΟ Ecoclub, ηλιακοί σταθμοί με μπαταρίες έχουν ήδη εγκατασταθεί σε πολλά νοσοκομεία της Ουκρανίας. Κάθε μονάδα, τέλος, έχει εγκατεστημένη ισχύ 32,4 κιλοβατωρών, η οποία είναι αρκετή για να διασφαλίσει τη λειτουργία 11 αναπνευστήρων στις μονάδες εντατικής θεραπείας.
* Η κ. Ολια Μόικο είναι συντονίστρια του Δικτύου Κλιματικής Δράσης Αν. Ευρώπης, Καυκάσου και Κ. Ασίας.