Την ώρα που το χρήμα ρέει άφθονο στην Πρέμιερ Λιγκ, με τον ποδοσφαιρικό πληθωρισμό στη Βρετανία να καλπάζει τόσο στις αμοιβές των παικτών όσο και των ατζέντηδων, οι αγγλικές ομάδες δέχονται το ένα χαστούκι μετά το άλλο στην Ευρώπη. Πώς γίνεται να μην κυριαρχούν απολύτως στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις οι πανάκριβες ευρωπαϊκές ομάδες, όπως κυριαρχούν σχεδόν σε κάθε μεταγραφικό «παράθυρο»;
Τον Ιανουάριο που πέρασε, μόνη της η Τσέλσι δαπάνησε για μεταγραφές όσα όλες οι ομάδες της μεγάλης κατηγορίας σε Ιταλία, Ισπανία, Γερμανία και Γαλλία μαζί. Η Μίλαν αδυνατούσε να φτάσει τους μισθούς που προσφέρει κάποια… Μπόρνμουθ, που έχει έδρα 11.300 θέσεων. Η δε Ντόρτμουντ βασίζει την οικονομική της σταθερότητα στην ετήσια πώληση παικτών στην Πρέμιερ Λιγκ.
Και όμως, αυτό που οι περισσότεροι στην ηπειρωτική Ευρώπη φοβούνταν και σχεδόν όλοι στην Αγγλία ήλπιζαν, ότι δηλαδή οι αγγλικές ομάδες θα σάρωναν τα τρόπαια στην Ευρώπη, δεν έχει συμβεί. Και οι λόγοι είναι πολλοί.
Στους τελικούς του Τσάμπιονς Λιγκ δεν έχει νικήσει αγγλική ομάδα αντίπαλο εκτός Αγγλίας από το 2012, ενώ η πλήρης τετράδα των αγγλικών εκπροσώπων στον θεσμό έχει καταφέρει μόλις μία φορά να περάσει στα προημιτελικά. Κατ’ άλλους, όλα αυτά συμβαίνουν διότι οι νεόπλουτοι ιδιοκτήτες δεν ξέρουν να ξοδεύουν σωστά το χρήμα ώστε να χτίσουν μεγάλες ομάδες – και συχνά ισχύει αυτό. Για άλλους, φταίει η μεγάλη εσωτερική μάχη για τους τίτλους στην Αγγλία, απορροφώντας το μεγαλύτερο κομμάτι της ενέργειας και συγκέντρωσης των κυρίαρχων συλλόγων στη χώρα, οι οποίοι στα ευρωπαϊκά ματς εμφανίζονται πολλές φορές κουρασμένοι.
Ωστόσο, η καλύτερη εξήγηση του φαινομένου είναι ότι μια διοργάνωση με φάσεις νοκ άουτ, σε αντίθεση με ένα πρωτάθλημα 34-38 αγωνιστικών, κάνει τα οικονομικά χάσματα να γεφυρώνονται και να κρίνονται όλα στην τύχη του δευτερολέπτου, σε μια εκτέλεση πέναλτι, και κυρίως στην ψυχολογική και τεχνική ετοιμότητα στα 90 ή 180 λεπτά. Προφανώς το χρήμα δεν φέρνει (πάντα) τα τρόπαια. Τεράστιο ρόλο παίζει και η φανέλα – αυτή που κάνει το 2-0 να γίνεται μέσα σε μία ώρα 2-5.