Οταν ένα ποίημα σπάει τα δεσμά με τη χώρα του και ταξιδεύει. Οταν μια μελωδία μιλάει κατευθείαν στην καρδιά ενός ολόκληρου λαού. Οταν ένα τραγούδι γίνεται ύμνος. Χάρη σε μια σπάνια συναστρία, από αυτά που συμβαίνουν και δεν ξανασυμβαίνουν, ένα ποίημα που ο Ιρλανδός αγωνιστής Μπρένταν Μπίαν είχε γράψει στα 13 του έφτασε να γίνει σύμβολο αντίστασης στην Ελλάδα μέσα από τη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη και εκείνη την ανατριχιαστική ερμηνεία της Μαρίας Φαραντούρη στην ιστορική συναυλία του 1974 στο στάδιο Καραϊσκάκη. Ποιος γνωρίζει όμως ότι το «γελαστό παιδί» δεν ήταν άλλος από τον εμβληματικό Ιρλανδό επαναστάτη Μάικλ Κόλινς;
Η ανείπωτη ιστορία καταγράφεται στο ντοκιμαντέρ «Το γελαστό παιδί» (The laughing boy) του Αλαν Γκίλσεναν, που κέρδισε το Βραβείο Κοινού στο 25ο Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Η ταινία ακολουθεί τον ποιητή Τέο Ντόργκαν καθώς ιχνηλατεί την πορεία του ποιήματος συνυφαίνοντας παράλληλα τη σύγχρονη ιστορία της Ιρλανδίας και της Ελλάδας – και οι δύο μουσκεμένες στο τραύμα. «Εχει κάτι το μαγικό και μυστηριώδες ότι κάτι τόσο απλό όπως ένα τραγούδι κατάφερε να μεταφραστεί και να μεταλλαχθεί στον συναισθηματικό πυρήνα μιας άλλης χώρας», λέει στην «Κ» ο 60χρονος Ιρλανδός σκηνοθέτης, που ενώ αγαπούσε ιδιαίτερα το ποίημα του Μπίαν, δεν γνώριζε για τη σύνδεση που έχει αποκτήσει με την Ελλάδα. «Εκείνη που μου πρωτοείπε την ιστορία για το τραγούδι που έχει ενώσει για πάντα τις δύο χώρες ήταν η παραγωγός Κάθριν Μπερντ, παντοτινά ερωτευμένη με καθετί ελληνικό».
Το «The laughing boy», που γράφτηκε το 1936 από το νεαρό Μπίαν, ήταν ένα μοιρολόι για τον Μάικλ Κόλινς, εκ των ηγετών του IRA και ψυχή του αντάρτικου πόλης των Ιρλανδών κατά των Βρετανών (το 2022 ήταν η εκατοστή επέτειος από τον θάνατό του). Αναδύθηκε το 1962 στην Ελλάδα μεταφρασμένο από τον Βασίλη Ρώτα και μελοποιημένο από τον Θεοδωράκη, στη μεταφορά του θεατρικού του Μπίαν «Ενας όμηρος». Το «Γελαστό παιδί» συνδέθηκε με τον Μπελογιάννη, τον Λαμπράκη (ο Κώστας Γαβράς το χρησιμοποίησε ως βασικό μουσικό μοτίβο στην ταινία του «Ζ»), τον Σωτήρη Πέτρουλα. Γρήγορα ο στίχος «σκότωσαν οι δικοί μας το γελαστό παιδί» (αφού ο Κόλινς σκοτώθηκε από πυρά Ιρλανδών) έγινε «σκοτώσαν οι εχθροί μας», ενώ μετά την πτώση της χούντας οι «εχθροί» έγιναν «φασίστες». Με αυτόν τον στίχο, το «Γελαστό παιδί» συνεχίζει να παίρνει τη μορφή αδικοχαμένων νέων, όπως ο Γρηγορόπουλος και ο Φύσσας, παραμένοντας μέχρι και σήμερα ένα από τα ισχυρότερα ελληνικά τραγούδια-σύμβολα.
Η ταινία ακολουθεί τον ποιητή Τέο Ντόργκαν καθώς ιχνηλατεί την πορεία του ποιήματος και τη σύγχρονη ιστορία των δύο χωρών.
Σχεδόν μυθικό πρόσωπο
Δεν υπήρξε ποτέ αμφιβολία, το τραγούδι του Μπίαν «μιλούσε» και στα ελληνικά. Τι ήταν όμως αυτό που κατά τη γνώμη του επιτρέπει σε ένα τραγούδι να αποκτά δεύτερη ζωή, δεύτερη πατρίδα; Σύμφωνα με τον Γκίλσεναν, «υπάρχει κάτι οικουμενικό στην έννοια του “παλικαριού” (σ.σ. το λέει στα ελληνικά). Κάτι που έχει να κάνει με την αθωότητα και τον ιδεαλισμό και τη στάση μπροστά στον θάνατο. Είναι ένα σχεδόν μυθικό πρόσωπο αυτό που ο Μπίαν κατάφερε να περιγράψει. Ομως η αληθινή δύναμη ενός τραγουδιού ή ενός ποιήματος είναι ένα μυστήριο, το γιατί κάτι χτυπά φλέβα και τόσα άλλα όχι. Προσπαθώ να μην τα αναλύω πολύ όλα αυτά γιατί είναι το αντίθετο της ανάλυσης, είναι οι απρόβλεπτες πιθανότητες της τέχνης μας». Δεν είναι πάντως τυχαίο ότι το νήμα ένωσε αυτές τις δύο χώρες. «Είμαστε δύο χώρες στην άκρη της Ευρώπης, χώρες που έχουν γνωρίσει τη φτώχεια και την καταπίεση, αλλά έχουμε και οι δύο μια πολύ ισχυρή, δημιουργική και μυθολογική ζωή – έναν φανταστικό κόσμο που υποσκάπτει την πεζή καθημερινότητα. Είναι και άλλα που μας ενώνουν, η χαρά, η κοινωνικότητα, το κέφι, αλλά όλα αυτά στο πλαίσιο μιας μελαγχολίας και μιας νοσταλγίας για το παρελθόν».
Γυρισμένη στην Ιρλανδία, στη Γαλλία και στην Ελλάδα, στην ταινία συμμετέχουν γνωστοί Ιρλανδοί και Ελληνες καλλιτέχνες, όπως οι Αndy Irvine, Donal Lunny, MayKay, Liam Ó Maonlaí, David Power και φυσικά η Μαρία Φαραντούρη. Για το «Γελαστό παιδί» μιλούν, μεταξύ άλλων, ο Παντελής Βούλγαρης, ο Ροβήρος Μανθούλης και ο Παντελής Μπουκάλας, ενώ την πρωτότυπη μουσική έχει γράψει η Ελένη Καραΐνδρου. «Ηταν υπέροχο να εμπλέκεσαι με την ιστορία ενός σπουδαίου έθνους, όπως και να δουλεύεις με τόσους εξαιρετικούς ανθρώπους. Εχω υπάρξει για πάρα πολλά χρόνια μεγάλος θαυμαστής του Τεό Αγγελόπουλου και κάνοντας αυτή την ταινία ένιωσα ότι κινούμαι στο τοπίο του – αν και οι εικόνες μας δεν είναι τόσο ποιητικές και επιβλητικές όσο οι δικές του, η έμπνευση ήταν εκεί. Μεγάλη η χαρά, πάρα πολύ μεγάλη, που συνεργάστηκα με την Ελένη Καραΐνδρου στη μουσική. Είμαι ευγνώμων για αυτό».
Το «Γελαστό παιδί», που εκτός από το Βραβείο Κοινού στη Θεσσαλονίκη απέσπασε και το Pull Focus Award καλύτερου νέου ιρλανδικού ντοκιμαντέρ στα Βραβεία Docs Ireland 2022, θα προβληθεί την Τετάρτη 5 Απριλίου στις 8 μ.μ. στο Γαλλικό Ινστιτούτο Ελλάδος (Σίνα 31) και την Κυριακή 9 Απριλίου στις 4 μ.μ. στον κινηματογράφο Δαναό (λεωφ. Κηφισίας 109).