Στοιχεία από 567 πόλεις σε 27 χώρες σε πέντε ηπείρους. Σαράντα χρόνια, από το 1979 έως το 2019. Περισσότεροι από 32 εκατομμύρια θάνατοι από καρδιαγγειακά νοσήματα – κύρια αιτία θανάτου στις αναπτυσσόμενες χώρες. Πόσοι οφείλονταν σε εγκεφαλικό επεισόδιο, σε έμφραγμα του μυοκαρδίου, σε καρδιακή ανεπάρκεια ή αρρυθμίες; Πάνω σε τι υπόβαθρο εκδηλώθηκαν; Μήπως στις συνήθεις αιτίες έχουν προστεθεί και καινούργιες; Ποιες είναι αυτές; Μπορεί να υπάρξει πρόληψη;
Σε όλα αυτά επιχειρεί να απαντήσει μια μεγάλη έρευνα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, που δημοσιεύθηκε πριν από λίγες εβδομάδες. Επικεφαλής της συντακτικής ομάδας είναι ο Κουβεϊτιανός Μπαράκ Αλαχμάντ, βραβευμένος πρόσφατα ως ένας από τους πιο επιδραστικούς επιστήμονες κάτω των 40 ετών στις ΗΠΑ. Η έρευνα, όμως, φέρει και ελληνική υπογραφή: του Πέτρου Κουτράκη, καθηγητή Περιβαλλοντικών Επιστημών και διευθυντή του Κέντρου Ατμοσφαιρικής Ρύπανσης, Κλιματικής Αλλαγής και Ενέργειας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Και οι δύο μίλησαν αποκλειστικά στην «Κ».
Βάση δεδομένων
«Ο αριθμός των θανάτων που θα αποδίδονται συνολικά στην κλιματική κρίση προβλέπεται να αυξηθεί σημαντικά», λέει στην «Κ» ο Μπαράκ Αλαχμάντ.
«Συγκεντρώσαμε στοιχεία και φτιάξαμε τη μεγαλύτερη βάση δεδομένων που έχει δημιουργηθεί ποτέ για τους θανάτους από καρδιακές παθήσεις συσχετιζόμενους, όμως, με το περιβάλλον. Η γεωγραφική κατανομή τους είναι ευρεία – από τον Καναδά, τη Βραζιλία, την Πορτογαλία, την Ελβετία και τη Μολδαβία μέχρι το Ιράν, τις Φιλιππίνες, την Ιαπωνία, την Ταϊλάνδη και τη Νότιο Αφρική (σ.σ. Οχι από την Ελλάδα, μια και δεν υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία). Αυτό που προκύπτει από τη μελέτη των δεδομένων είναι ότι ένας στους εκατό θανάτους μπορεί να οφείλεται σε ακραίες θερμοκρασίες –εξαιρετικά ζεστές ή κρύες μέρες– οι οποίες συνδέονται ξεκάθαρα με την κλιματική αλλαγή», επισημαίνει ο κ. Αλαχμάντ. «Οι ασθενείς με υποκείμενη καρδιακή νόσο, λοιπόν, πρέπει να λαμβάνουν προφυλάξεις πριν εκτεθούν σε ακραίες καιρικές συνθήκες: να ενημερώνονται για τις μετεωρολογικές προβλέψεις πριν μετακινηθούν, να περιορίζουν την παρουσία τους σε εξωτερικούς χώρους, να φορούν κατάλληλα ρούχα και, κυρίως, να συμβουλεύονται τον καρδιολόγο τους».
Είναι αναστρέψιμη η κατάσταση; «Δεν είμαι αισιόδοξος», απαντά ο Μπαράκ Αλαχμάντ. «Ο αριθμός των θανάτων που θα αποδίδονται συνολικά στην κλιματική κρίση προβλέπεται να αυξηθεί σημαντικά, ειδικά αν δεν λάβουμε άμεσα μέτρα κι αν τα αέρια του θερμοκηπίου συνεχίσουν να εκπέμπονται με τον ρυθμό που συμβαίνει τώρα».
«Τα τελευταία εξήντα χρόνια, η Καρδιολογία έχει σημειώσει τεράστια πρόοδο: πέτυχε μείωση των ποσοστών θνησιμότητας από καρδιαγγειακές νόσους, εστιάζοντας σε επιβαρυντικούς παράγοντες όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η δυσλιπιδαιμία, η υπέρταση, η παχυσαρκία, η καθιστική ζωή και το κάπνισμα, μεταξύ άλλων. Ενώ, λοιπόν, οι καρδιολόγοι έχουν καταφέρει να αντιμετωπίζουν γρήγορα και αποτελεσματικά αυτούς τους “παραδοσιακούς” παράγοντες κινδύνου, οφείλουν σήμερα να είναι σε ετοιμότητα για να αντιπαλέψουν κάποιους άλλους, αναδυόμενους, όπως το περιβάλλον και όσα ενδεχομένως θα μας επιφυλάσσει στο μέλλον η κλιματική αλλαγή», τονίζει ο κ. Κουτράκης. «Αυτή η μελέτη το επιβεβαιώνει, δείχνοντας ότι οι ακραίες θερμοκρασίες –ολοένα και πιο συχνό φαινόμενο σε διάφορα σημεία του πλανήτη– συμβάλλουν σε σημαντικό βαθμό στη θνησιμότητα από καρδιακές παθήσεις».
Ποιος είναι ο Πέτρος Κουτράκης
Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν ξεκινούσε τις σπουδές του, οι περιβαλλοντικές επιστήμες ήταν άγνωστες. Του είχε, όμως, μιλήσει γι’ αυτές ο καθηγητής του Σταύρος Βολιώτης στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας και του άρεσε η ιδέα – και γιατί ήταν κάτι καινούργιο και γιατί δεν υπήρχε κορεσμός. «Δυσκολεύτηκα, βέβαια, να εξηγήσω στους γονείς μου τι ήταν αυτό που θα έκανα», όπως έλεγε σε μεγάλη συνέντευξή του στην «Κ» τον περασμένο Απρίλιο. Πήγε για μεταπτυχιακά στο Παρίσι και πριν τελειώσει το διδακτορικό του έστειλε περισσότερες από είκοσι αιτήσεις σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ. Το Χάρβαρντ δεν περιλαμβανόταν σε αυτά, αλλά η μοναδική απάντηση που έλαβε ήταν από αυτό. «Ενα από τα πανεπιστήμια είχε προωθήσει την επιστολή μου στον καθηγητή του Χάρβαρντ J. Spengler, με τον οποίο έμελλε να κάνω το μεταδιδακτορικό μου. Ημουν τυχερός που μου δόθηκε αυτή η ευκαιρία. Βέβαια μου άρεσε πολύ αυτό που έκανα και δούλεψα σκληρά». Με πάθος για το αντικείμενό του και σκληρή δουλειά έφτασε να θεωρείται σήμερα ένας από τους κορυφαίους επιστήμονες διεθνώς σε θέματα ατμοσφαιρικής ρύπανσης, κλιματικής αλλαγής και ενέργειας.