Από κάθε άποψη θετική υπήρξε η συναυλία που πραγματοποίησε η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών στις 9 Δεκεμβρίου στην αίθουσα «Χρήστος Δ. Λαμπράκης» υπό τη μουσική διεύθυνση του Νίκου Βασιλείου. Αφιερωμένη στον Ιάννη Ξενάκη, περιλάμβανε τις εμβληματικές «Μεταστάσεις» και τη σουίτα από τη σκηνική μουσική για την τραγωδία «Ικέτιδες» του Αισχύλου. Ακούστηκαν επίσης η σύνθεση «Εξωτικά πουλιά» του Ολιβιέ Μεσιάν, έργο της ίδιας εποχής με τις «Μεταστάσεις», αλλά και οι «Προσφορές» για υψίφωνο και ορχήστρα δωματίου τού επίσης Γάλλου Εντγκάρ Βαρέζ. Η συναυλία ολοκληρώθηκε με το «Κοντσέρτο του Βόλου» για κιθάρα και ορχήστρα του Κουβανού συνθέτη Λέο Μπρόουερ.
Είναι ζητούμενο από την Κρατική να προσφέρει στο κοινό ολόκληρο το συμφωνικό ρεπερτόριο, ανεξάρτητα από τη δημοφιλία συνθετών ή έργων, άρα ανεξάρτητα από το «ταμείο». Παρότι αυτό δεν μπορεί να γίνεται σχολαστικά, αποτελεί μέρος του λόγου ύπαρξης της ορχήστρας. Είναι επίσης κάτι που για προφανείς λόγους (ταμείου) τα προσκεκλημένα σύνολα δεν κάνουν. Αποτελεί, ταυτόχρονα, τον μόνο τρόπο να εμπλουτιστεί το ρεπερτόριο για μουσικούς και κοινό, όπως επίσης για να ακούσει κανείς «ζωντανά» πώς ηχούν συνθέσεις τις οποίες γνωρίζει μονάχα από ηχογραφήσεις. Πολύ περισσότερο που σε ορισμένες περιπτώσεις η εντύπωση του ήχου στον χώρο είναι εξαιρετικά σημαντική.
Ο Τίτος Γουβέλης πρόσφερε μια συναρπαστική ερμηνεία στα «Εξωτικά πουλιά» του Μεσιάν.
Οι «Μεταστάσεις» είναι ένα από αυτά τα έργα. Σχεδόν εβδομήντα ετών, αποτελούν πλέον «ιστορικό» ρεπερτόριο και ανήκουν στα σημαντικότερα έργα της μεταπολεμικής μουσικής πρωτοπορίας. Αναφορικά με το πόσο τονίζεται η σχέση του έργου, αλλά και του συνθέτη συνολικά, με τα μαθηματικά, έχει ενδιαφέρον ότι ο Ξενάκης αναφέρει ως πηγή έμπνευσής του «μια αντιναζιστική διαδήλωση στην Αθήνα, όπου τα συνθήματα που ακούγονταν μαζί με τον ήχο από τις σφαίρες μετατρέπονταν σε ένα χάος από οξείς ήχους». Με άλλα λόγια, μια απολύτως βιωματική εμπειρία από τα τραυματικά χρόνια του στην Αθήνα. Ομοια, η μουσική για την τραγωδία «Ικέτιδες» έχει ως αφετηρία ένα έργο με πολύ συγκεκριμένο περιεχόμενο. Και στις δύο περιπτώσεις η ερμηνεία του Νίκου Βασιλείου ανέδειξε ακριβώς αυτή τη διάσταση, που συχνά υποτιμάται: πλάι στην ακρίβεια και στην καθαρότητα που διέθετε, η μουσική απέκτησε σφρίγος και εντάσεις, οι οποίες πρόσθεσαν «συναισθηματικό» περιεχόμενο ισότιμα δίπλα στον θαυμασμό για τη λογική κατασκευή. Πείθοντας ότι τα σημαντικότερα έργα οποιασδήποτε εποχής, οποιασδήποτε αισθητικής, εκτός από επιτυχημένες κατασκευές, έχουν να πουν μια ιστορία, να μεταδώσουν ένα συναίσθημα.
Η αίσθηση αυτή υπήρξε ακόμη πιο έντονη στα «Εξωτικά πουλιά» του Μεσιάν, συνθέτη που έτσι κι αλλιώς είχε μια ιδιαίτερη σχέση με τη φύση. Hταν, βέβαια, και η απίστευτη σολιστική επίδοση του πιανίστα Τίτου Γουβέλη που απογείωσε την ερμηνεία, για ακόμη μία φορά, μετά τον Μπραμς και σε αυτό το ρεπερτόριο. Εργο προγενέστερης φάσης του μουσικού μοντερνισμού, οι «Προσφορές» (1921) του Βαρέζ αποδόθηκαν από τη Γαλλίδα υψίφωνο Μιά Μαντινό, ενώ το Κοντσέρτο του Βόλου ερμήνευσε ο Κώστας Κοτσιώλης, στον οποίο άλλωστε είναι αφιερωμένο το έργο αυτό του 1996/97.