Ο χρόνος έχει παγώσει, μα η αίγλη του κτιρίου και οι ένδοξες εποχές που έχει ζήσει έχουν ποτίσει τους τοίχους με μεγαλειώδη φινέτσα. «Πρόσεχε πού πατάς», με συμβούλεψαν καθώς κινούμουν μαγεμένη από την τραπεζαρία προς τους υπόλοιπους χώρους, με τα μάτια στυλωμένα στο ταβάνι. Άδειο και παραμελημένο το κτίριο. Ωστόσο εξακολουθεί να είναι ένα από τα πιο καλοδιατηρημένα palazzi της πόλης. Τα σημάδια της εγκατάλειψης δεν κρύβονται, εντούτοις το αναγεννησιακού στιλ μέγαρο, με την ορθομαρμάρωση των προσόψεών του, με έχει καταγοητεύσει.
Μια «Πάπισσα Ιωάννα»* με τρανό αισθητικό κριτήριο
Το κτίριο εκτιμάται ότι ανεγέρθηκε περί το 1850-1860. Βρίσκεται στα Βαπόρια, την αριστοκρατική συνοικία της Ερμούπολης. Ο ιστορικός Αντώνης Ροδοκανάκης-Κρίνος, συγγενής της οικογένειας Νεγρεπόντε, αναφέρει ότι «χτίστηκε ως κατοικία του Ψαριανού μεγαλεμπόρου Χειλά και το 1870-1871 αγοράστηκε από την Κωνστάντζα Νεγρεπόντε, χήρα του τραπεζίτη Ευστράτιου Νεγρεπόντε. Η ίδια, το 1872, επιμελήθηκε την κοσμηματογράφηση, τις λεπτομερείς οροφογραφίες του κτιρίου, τα πλουμιστά ανάγλυφα γύψινα, τις περίτεχνες χρυσές διακοσμήσεις και τα frescoes από το ταβάνι μέχρι το δάπεδο». Από τις λουσμένες στο αστραφτερό κυκλαδίτικο φως βεράντες, η Νεγρεπόντε αγνάντευε το γαλάζιο του Αιγαίου και τα κυκλαδονήσια.
*Η «Πάπισσα Ιωάννα», που δημοσιεύτηκε το 1866, είναι το γνωστότερο έργο του Συριανού συγγραφέα Εμμανουήλ Ροΐδη, γόνου αριστοκρατικής οικογένειας και κατά πάσα πιθανότητα συγγενούς των Νεγρεπόντε.