Το έργο του πολυβραβευμένου βρετανού συγγραφέα Μάικ Μπάρτλετ, «“Contractions”-Όροι συμβολαίου», αποτελεί τόπο συνάντησης για δύο εξαιρετικές ηθοποιούς, την Κάτια Γέρου και την Μαριλίτα Λαμπροπούλου. Με την Κάτια Γέρου μας συνδέουν πολυετείς θεατρικές μνήμες από το Θέατρο Τέχνης και τώρα καλείται να παίξει έναν ιδιαίτερο ρόλο. Η Μαριλίτα Λαμπροπούλου έχει πια αποδείξει σε κάθε τομέα το τεράστιο ταλέντο της και το ήθος της.
Η σκηνοθετική ματιά του Βασίλη Μαυρογεωργίου προσεγγίζει μέσα σε αυτό το σατιρικό θρίλερ την σύνδεση ανάμεσα στις σχέσεις εργασίας και στις ερωτικές σχέσεις. Πώς οι όροι ενός συμβολαίου μπορούν να αποτελέσουν απειλή για ό,τι δίνει νόημα στη ζωή; Μπορεί να γίνουν απειλή για την ίδια τη ζωή; Και όμως μπορεί. Η ζωτική ανάγκη για εργασία μπορεί να ρυθμίσει τη ζωή των ανθρώπων; Σε όσο μεγαλύτερη ανάγκη βρίσκεται κάποιος τόσο περισσότερο είναι πρόθυμος να υποχωρήσει για την εργασία του και την «διασφάλιση» της ζωής του. Αυτό βέβαια λειτουργεί και αντίστροφα. Εκεί που νομίζει ότι μπορεί να το ρυθμίσει, εκεί το χάνει κιόλας. Ένα έργο που ενώ φαίνεται σε πρώτη ανάγνωση ένα καθημερινό θέμα, μια καθημερινή αγωνία για τον καθένα, καταλήγει δε ένα τραγικό έργο, όπου συνθλίβεται στην κυριολεξία επί σκηνής ο εργαζόμενος, η Έμα (Μαριλίτα Λαμπροπούλου), την οποία ο θεατής την βλέπει να ζαρώνει σαν χαρτάκι μέσα στην χούφτα της απρόσωπης εξουσίας (Κάτια Γέρου).
Στο γραφείο μιας πολυεθνικής εταιρίας δυο γυναίκες, η μία είναι Διευθύντρια (Κάτια Γέρου) και η άλλη υπαλληλικό στέλεχος ( Μαριλίτα Λαμπροπούλου) συνομιλούν περί των εργασιακών. Διαπραγματεύονται τους όρους ενός συμβολαίου. Η Διευθύντρια εφιστά την προσοχή σε εκείνον τον όρο που απαγορεύει την ρομαντική σχέση μεταξύ συναδέλφων, που μπορεί να οδηγήσει στην ερωτική σχέση μεταξύ τους. Είναι συνεργάτες, αυστηρά και μόνο συνεργάτες. Προφανώς αυτό γίνεται για να αποφύγουν τις ψυχολογικές διακυμάνσεις στους εργαζόμενούς τους μόνο και μόνο για να έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα παραγωγής, να διασφαλίζουν τα κέρδη της εταιρίας.
«Έρως ανίκατε μάχαν!» Δεν μπορεί να μπει χαλινός στα συναισθήματα των ανθρώπων. Όλα μπορεί να ελεγχθούν, οι ώρες εργασίας, οι συνθήκες, η αποδοτικότητα, η παραγωγή, το αποτέλεσμα. Τα συναισθήματα όμως δεν ελέγχονται. Είναι πιο δυνατά από οποιονδήποτε περιορισμό και έχουν να λογοδοτήσουν στο αίσθημα ελευθερίας του ανθρώπου. Το τέλος του έργου αποδεικνύει ότι αυτή η ελευθερία έχει καταπατηθεί. Το τίμημα είναι ασήκωτο και ο άνθρωπος σαν τον Άτλαντα καλείται να το σηκώσει και να συνεχίσει σα να μην έγινε τίποτα.
Κάτω από ένα πέπλο υποκριτικής, απρόσωπης, ευγένειας και καθωσπρεπισμού η Διευθύντρια ( Κάτια Γέρου) απευθύνεται στη νεαρή υπάλληλο της εταιρίας (Μαριλίτα Λαμπροπούλου) ρωτώντας πάντα για τις σχέσεις των υπαλλήλων μεταξύ τους. Ρωτάει για αυτό για να αποφευχθεί δήθεν η ευνοιοκρατία.
Ό, τι και να πει η Έμα, η Διευθύντρια τα γνωρίζει ήδη. Οι υπάλληλοι παρακολουθούνται και γίνονται αντίστοιχες συνεντεύξεις και συζητήσεις και σε άλλους. Το κλίμα που δημιουργείται είναι εφιαλτικό.
Η ίδια η Διευθύντρια είναι ένα άτομο , που ενώ συνδιαλέγεται με την Έμα ,δεν δίνει ποτέ πληροφορίες για τον εαυτό της. Είναι επιφανειακά ευγενική και απροσπέλαστη. Εκπληκτική η Κάτια Γέρου σε αυτόν τον τόσο κόντρα ρόλο για εκείνη. Δεν συνδιαλέγεται απλά, ανακρίνει και σχεδόν βαυκαλίζεται με τη λεπτομερή περιγραφή της ερωτικής σκηνής μεταξύ Ντάρεν και Έμας, ενός νεαρού ζευγαριού, συναδέλφων, που παρέκλιναν και «δυστυχώς» έγιναν ερωτικοί σύντροφοι.
Μέχρι που μπορεί ένας άνθρωπος να αφήσει περιθώριο εισχώρησης στην προσωπική του ζωή με αντάλλαγμα την επαγγελματική του πρόοδο; Πόσο μπορεί να απαρνηθεί τα βασικά δικαιώματά του;
Το σύνθημα «Η εργασία απελευθερώνει», του 3ου Ράιχ , επανέρχεται με μια άλλη μορφή και δημιουργεί άλλου τύπου στρατόπεδα, όμως με παρόμοια αποτελέσματα. Η συζήτηση, πάντα στα πλαίσια της απόλυτης ευγένειας γίνεται όλο και πιο σκληρή, πιο αδιάκριτη και απαιτητική.
Το ζευγάρι δεν μπορούν να διαχειριστούν το αδιέξοδο στο οποίο τους έχει ωθήσει ο καπιταλισμός και χωρίζουν. Χαλούν την ενδεχόμενη ευτυχία τους, διαλύουν την οικογένεια που θα μπορούσαν να έχουν και διαλύονται για να μην χάσουν τη δουλειά τους.
Όλα είναι επιφανειακά. Η Διευθύντρια γυμνάζεται επιτόπια στο γραφείο της. Ο χρόνος έχει καταργηθεί. Όλη η ζωή του ανθρώπου ανήκει στην εργασία και την Πολυεθνική στην οποία δουλεύει. Ουσιαστικά ο άνθρωπος είναι σκλάβος. Εκεί που θα έπρεπε να νιώθει ασφαλής στον χώρο της εργασίας, εκείνος απειλείται. Η Έμα (Μαριλίτα Λαμπροπούλου) τσαλακώνεται επί σκηνή σαν αλουμινόχαρτο στο χέρι του ισχυρού. Ακούμε τις ρωγμές της και βλέπουμε τα δάκρυά της. Στον προσωπικό της χώρο στην άκρη της σκηνής παρατηρούμε την κίνησή της, αρχικά ερωτική και μετά χαρούμενη και χορευτική, αργότερα ασφυκτική και αγχωμένη, έπειτα δείχνει ότι απεκδύεται το υπαλληλικό το ντύσιμο του στελέχους, θηλιά στο λαιμό της για να καταλήξει στο ψυχοθεραπευτή που θα την οδηγήσει να χαλιναγωγήσει το χάος που της έχει δημιουργήσει ο εργασιακός ευνουχισμός και να την οπλίσει με θάρρος για να συνεχίσει να τον υπηρετεί.
Η επιμέλεια κίνησης του Πάρι Μαντόπουλου, είναι ξεκάθαρα αυστηρή για την Διευθύντρια και ανάλαφρη, νεανική, καταπιεσμένη, αγχωμένη, απελπισμένη, αλλά και διεκδικητική για την Έμα.
Τα σκηνικά και τα κοστούμια του Κωνσταντίνου Ζαμάνη , στο ίδιο πνεύμα, όπως και οι φωτισμοί της Στέλλας Κάλτσου και η μουσική του Γιώργου Φουντούκου, που δημιουργούσε αυτό το κλίμα του τρόμου και της αγωνίας,
Λειτουργική η σκηνοθεσία του Βασίλη Μαυρογεωργίου. Από τη μια μεριά της σκηνής ο χώρος της εργασιακής ανάκρισης και από την άλλη ο προσωπικός χώρος με τα αδιέξοδά του και την δυστυχία του. Ξεκάθαροι οι ρόλοι, από τη μια η στυγερή ανακρίτρια και χειρίστρια ανθρώπων ( Κάτια Γέρου) και από την άλλη μια νεαρή ύπαρξη (Μαριλίτα Λαμπροπούλου), που ξεκινά με ειλικρινή αισθήματα και αγαθές προθέσεις, που όμως συνθλίβεται και ξανασηκώνεται ες αεί, υπηρετώντας το σύστημα, που την συντηρεί και την συνθλίβει την ίδια ώρα.
Ένα έργο που αξίζει προσοχής. Μι παράσταση με εκπληκτικές ερμηνείες που προκαλεί σκέψεις για το πόσο αίμα και ψυχή ο καθένας έχει παραχωρήσει στην εργασιακή αρένα.