Η σκηνή του Πίσω Χώρου του θεάτρου Κάτω από τη Γέφυρα φιλοξενεί το πολυβραβευμένο έργο του Ουίλιαμ Μαστροσιμόνε "Ακρότητες" σε ρέουσα και απολύτως θεατρική μετάφραση του Μάριου Πλωρίτη και σε σκηνοθεσία του Νίκου Δαφνή με τους Θοδωρή Αντωνιάδη (Ραούλ), Ελεονώρα Αντωνιάδου (Μάρτζορι), Κωνσταντίνα Σαραντοπούλου (Πατρίτσια) και Σοφία Αγγελικοπούλου (Τέρρυ).
Ο Νίκος Δαφνής τον Οκτώβρη του 1996, μπήκε για πρώτη φορά στο χώρο Κάτω από την Οδογέφυρα και το Φλεβάρη του ’97 έλαβε χώρα η πρώτη παράσταση. Έκτοτε ό,τι παρουσιάζει στο χώρο αυτό έχει ενδιαφέρον και άποψη. Στο έργο αυτό και συγκεκριμένα στην παράσταση αυτή η πρόθεση του σκηνοθέτη είναι να δείξει πως μπορεί ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας να είναι ένας εγκληματίας, ένας παρανοϊκός και ότι το έγκλημα δεν είναι δύσκολο να συμβεί σε οικείο περιβάλλον. Ποτέ κανείς δεν είναι απόλυτα προστατευμένος, ούτε καν μέσα στο άσυλό του, το σπίτι του.
Το έργο έρχεται και αφορά την τραγική επικαιρότητα και την ευθύνη που έχουν οι ίδιοι οι εμπλεκόμενοι, αλλά και οι περίοικοι στην διάπραξη ενός εγκλήματος. Έπειτα προκύπτει και ένα άλλο θέμα. Ποια η ποινική ευθύνη όταν ο απειλημένος επιτίθεται στον δράστη.
Με λίγα λόγια το έργο αφορά μια απόπειρα βιασμού. Αν και το έργο είναι ακραία ρεαλιστικό και βίαιο, «η σκηνοθετική γραμμή της παράστασης δεν σχετίζεται με την "δημοφιλία" της φρίκης, ούτε με τη δημαγωγία του βιασμού, αλλά με τις τρεις εκδοχές της αντίδρασης απέναντι στη βδελυρή αυτή πράξη. Σιωπή, καταγγελία, ή αυτοδικία.» Αυτή είναι η σκηνοθετική αντιμετώπιση της ειδεχθούς αυτής πράξης.
Το έργο αφηγείται την ιστορία μιας γυναίκας της Μάρτζορι (Ελεονώρα Αντωνιάδου). Ξυπνά και ασχολείται με τον κήπο της, όπου την τσιμπά μια σφήκα. Την κυνηγά, την πιάνει και την καίει με το τσιγάρο της. Πρόκειται για μια προοικονομία. Η πρωταγωνίστρια δείχνει εξαρχής τον χαρακτήρα της. Παίρνει εκδίκηση από ένα στοιχείο της φύσης, που απλά εκτελέι το ρόλο του, πόσο μάλλον, όταν απειλείται «αφύσικα».
Στο σπίτι της Μάρτζορι εισβάλει ένας άνδρας, ο Ραούλ (Θοδωρής Αντωνιάδης). Τον απομακρύνει αρχικά ευγενικά και μετά πιο βίαια. Τον απειλεί ότι θα φωνάξει τον μπάτσο άνδρα της που κοιμάται μέσα.
Ο Ραούλ μοιάζει υποψιασμένος για τη ζωή της Μάρτζορι. Την έχει παρακολουθήσει και ξέρει ακριβώς τη δομή της ζωής της, τις σχέσεις της, την αλληλογραφία της, τις συνήθειές της. Ο Ραούλ εκεί που ήταν ευγενικός, αρχίζει να φέρεται περίεργα και να τη ρωτά που πήγε ο μπάτσος ο άνδρας της. Την προκαλεί και δείχνει να ξέρει. Σταδιακά εμφανίζει τη παθογένειά του, πράγμα που τρομάζει την Μάρτζορι, η οποία μοιραία γίνεται αμυντική, έως απόλυτα επιθετική. Εκείνη δυναμικά αντιστρέφει τους ρόλους . Αμυνόμενη περνά στην επίθεση. Τον ψεκάζει με εντομοαπωθητικό και αυτός κινδυνεύει να τυφλωθεί. Ο επίδοξος βιαστής βρίσκεται στη θέση του θύματος. Η Μάρτζορι έχει καταφέρει να τον εξουδετερώσει, τον εξουδετερώνει δένοντάς τον χειροπόδαρα και τον βασανίζει απάνθρωπα.
Τότε ο επίδοξος βιαστή την απειλεί ότι αν καταφύγει στην αστυνομία θα κατηγορηθεί κιόλας ότι τον παρενόχλησε σεξουαλικά και τον απείλησε, ενώ οι εφημερίδες και τα media θα την εξευτελίσουν. Μετέρχεται όλων των μέσων για να την χειραγωγήσει. Λέει για παράδειγμα ότι έχει γυναίκα και παιδιά για να τον λυπηθεί, ότι είναι πρεζόνι και γενικά παίζει όλα τα χαρτιά που έχει για να σωθεί.
Όταν εμφανίζονται στη σκηνή οι δυο συγκάτοικοι και φίλες της Μάρτζορι, η Τέρρυ (Σοφία Αγγελικοπούλου), και η Πατρίτσια (Κωνσταντίνα Σαραντοπούλου) αρχίζει για τους θεατές η "ανάγνωση" του έργου, που δεν σχετίζεται με την "δημοφιλία" της φρίκης, ούτε με τη δημαγωγία του βιασμού. Η ηρωίδα διεκδικεί την αποδοχή της εκδικητικής πράξης της από τις φίλες της, αλλά δεν θα την έχει. Η μια από τις φίλες της , που είχε βιαστεί όταν ήταν έφηβη, προτείνει να τον αφήσουν να φύγει και να το ξεχάσουν, να το αποσιωπήσουν, όπως συνήθως γίνεται σε οικογενειακό ή κλειστό κοινωνικό επίπεδο. Η Μάρτζορι ωστόσο λέει στην φίλη της « Αγάπη μου είναι ή αυτός ή εμείς!» Η άλλη, η Πατρίτσια, μέλος οργανώσεων κατά της βίας, προτείνει να καλέσουν την αστυνομία, αφού "…υπάρχουν νόμοι που πρέπει να τηρούνται".
Ο Θοδωρής Αντωνιάδης δίνει μαζί με την Ελεονόρα Αντωνιάδου, ένα ρεσιτάλ ηθοποιίας. Είναι χειριστικός και επικίνδυνα πειστικός, ο επίδοξος βιαστής εκλιπαρεί για τη συμπάθεια των φιλενάδων της και των θεατών, με επιχειρήματα που φαίνονται λογικά, αφού ο ίδιος είναι οικογενειάρχης, χωρίς σεξουαλικά απωθημένα και χωρίς κανένα λόγο για να προβεί σε αυτήν τη βίαιη πράξη. Γίνεται συμπαθής μέσα από τα βάσανα που περνά από τη Μάρτζορι. Ισχυρίζεται ότι εκείνη φταίει λόγω της προκλητικής της εμφάνισης και της οικειότητας που του έδειξε από την πρώτη στιγμή. Κλασικό το φαιδρό και βέβαια αβάσιμο επιχείρημα ότι η γυναίκα φταίει για τον βιασμό της. Ο Θοδωρής Αντωνιάδης, έχει και εκ φύσεως εκείνη την συμπαθητική εμφάνιση, που κάνει τον άλλον να αναρωτιέται πως μπορεί να είναι αυτός ο βιαστής. Αυτή όμως ήταν και η πρόθεση του σκηνοθέτη Νίκου Δαφνή. Να αφυπνίσει τον θεατή για τον κίνδυνο της διπλανής πόρτας, για την απειλή από τον πιο αθώο άνθρωπο, τον υπεράνω κάθε υποψίας. Δεν είναι λίγα αυτά που γίνονται στην καθημερινότητα, κυρίως από συγγενικά πρόσωπα, αδελφούς, ξαδέλφια , πατεράδες, ό, τι πιο νοσηρό, κεκαλυμμένο και που τελικά αποσιωπάται. Ο Ραούλ, διατείνεται ότι ο βιασμός δεν συνέβη και ότινη απόπειρα δεν αποδεικνύεται, οπότε εκείνη, η Μάρτζορι, θα διασυρθεί στα δικαστήρια και την επικαιρότητα. Από την άλλη εκείνος που είναι άγρια χτυπημένος και σχεδόν τυφλός από το εντομοαπωθητικό, θα ζητήσει και θα πετύχει επιείκεια στο δικαστήριο, ικανοποίηση, μέχρι και αποζημίωση. Ο σκηνοθέτης Νίκος Δαφνής σημειώνει σχετικά με το έργο: "Στο έργο και στην παράστασή μας είναι διάχυτη η ακραία βία. Το ίδιο και η αίσθηση ότι ο φόνος είναι κάθε στιγμή αναμενόμενος. Επιλέξαμε να το παρουσιάσουμε στον λιλιπούτειο και ιδιαίτερα ατμοσφαιρικό "Πίσω Χώρο", όπου η άμεση επαφή των θεατών με τη δράση μεγεθύνει το ρεαλισμό των σκηνών, γεγονός που -χωρίς να είναι αυτοσκοπός μας- διευκολύνει στη βιωματική προσέγγιση του έργου.
Και οι δυο ηθοποιοί έχουν πολύ δυναμική κίνηση, που προκαλεί την οργή του άλλου. Ο Ραούλ προσεύχεται μέσα στο τζάκι δεμένος και ζητά αν είναι δυνατόν επιείκεια από την Παναγιά γιατί δεν έκανε τίποτα αυτή τη φορά. Δεν εξετάζεται το γεγονός, ότι δεν έκανε τίποτα γιατί δεν τον «έπαιρνε» για κακή του τύχη , αλλά αναφέρει ότι δεν έγινε κάτι αυτή τη φορά , άρα υπήρχαν κι άλλες. Ηθικά ζητήματα προκύπτουν. Η Μάρτζορι θέλει να ζήσει ελεύθερη σαν γυναίκα, αλλά βέβαια η Πατρίτσια της υπενθυμίζει ότι υπάρχουν νόμοι και δεν δικαιούται εκείνη να τον δικάσει. « Εδώ μέσα ο νόμος είμαι εγώ, όταν ο νόμος αφήνει αβοήθητο το θύμα!» Η Μάρτζορι βρίσκεται σε τρομερή ένταση. Εξαιρετικές οι ερμηνείες όλων. Η Πατρίτσια δεν θα επιτρέψει να πεθάνει κανείς στο σπίτι της. Αναγνωρίζει τα δικαιώματα του κάθε ανθρώπου, ακόμα και του εγκληματία και απιατεί για εκείνον σεβασμό.
Η Μάρτζορι θέλει ο Ραούλ να ομολογήσει εκεί μπροστά σε όλες τις άρρωστες, εγκληματικές προθέσεις του. Οπλοφορεί και είναι έτοιμος για έγκλημα, οπότε πρέπει να τιμωρηθεί.
Θίγεται δυστυχώς ένα καίριο θέμα της επικαιρότητας. Τόσο σκληρό και απάνθρωπο, που όταν κανείς το βιώνει στη σκηνή έρχεται αντιμέτωπος με τα διλήμματά του, τα αδιέξοδά του και τις αποφάσεις που πρέπει να πάρει.
Τα σκηνικά υπογράφει η Ελένη Σουμή, τα κοστούμια η Ελένη Παπαδοπούλου, η μουσική επιμέλεια είναι της βοηθού σκηνοθέτη Κωνσταντίνας Σαραντοπούλου και οι φωτισμοί του Αλέξανδρου Πολιτάκη.
Ο Θοδωρής Αντωνιάδης παίζει έναν κόντρα ρόλο με την ευγενική του φυσιογνωμία και κατορθώνει για αυτό να πετύχει να αποδώσει ένα διαταραγμένο άτομα, έτοιμο να εγκληματήσει συνειδητά ή και ασυνείδητα. Τρομερά δυναμική και βίαιη η Ελεονώρα Αντωνιάδου με την έκφραση του τρόμου και της οργής, ενδυναμώνει την εγκληματική φύση του ανθρώπου που φτάνει στα άκρα. Πιο εύθραυστη και ευάλωτη η Τέρρυ (Σοφία Αγγελικοπούλου), μια σύγχρονη Ισμήνη , που προτιμά να μην δώσει προέκταση στο συμβάν, όπως έχει εξάλλου ξαναπράξει. Σε αντιδιαστολή η Πατρίτσια (Κωνσταντίνα Σαραντοπούλου) μιλά και παλεύει για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε κάθε περίπτωση. Ένα έργο που διχάζει όπως και η ίδια η ζωή.
Ταυτότητα της παράστασης
Συγγραφέας: Ουίλιαμ Μαστροσιμόνε
Μετάφραση: Μάριος Πλωρίτης
Σκηνοθεσία: Νίκος Δαφνής
Σκηνικά: Ελένη Σουμή
Κοστούμια: Ελένη Παπαδοπούλου
Μουσική επιμέλεια: Κων/να Σαραντοπούλου
Βοηθός σκηνοθέτη: Κων/να Σαραντοπούλου
Φωτισμοί: Αλέξανδρος Πολιτάκης
Παίζουν:
Κωνσταντίνα Σαραντοπούλου
Ελεονώρα Αντωνιάδου
Θοδωρής Αντωνιάδης
Σοφία Αγγελικοπούλου
Εκτέλεση φωτισμών: Νίκος Μαυρόπουλος
Φωτογραφίες: Σπύρος Περδίου
Αφίσα/πρόγραμμα: Μαριέτα Ρούσσου
Trailer: Στέφανος Κοσμίδης ~ ORKI