Δραπέτης στον χρόνο με ένα ουράνιο τόξo

1 year ago 66
Δραπέτης στον χρόνο με ένα ουράνιο τόξo

Το άλμπουμ «Dark side of the moon» παρουσιάστηκε το 1973. Οπως φάνηκε στα χρόνια που ακολούθησαν, στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού ήταν κρυμμένος ο σπόρος από τον οποίο ξεπήδησαν αμέτρητοι μουσικοί. Φωτ. SHUTTERSTOCK

Κάθε καλός δίσκος δραπετεύει από την εποχή του και εντάσσεται με ευκολία στην εποχή που έρχεται, κάτω από την εξουσία του νέου ακροατή. Βέβαια, οι θεματικές γύρω από τις οποίες περιστρέφεται το «Dark Side of the Moon» δεν έχουν πάψει να επαναλαμβάνονται. Σαν μια αιώνια λούπα. Ή φάρσα: καθημερινότητα, απληστία, τρέλα. Μ’ αυτή τη σειρά. Πώς ν’ ακουγόταν άραγε το όγδοο άλμπουμ των Pink Floyd όταν κυκλοφόρησε το ’73, πριν από ακριβώς πενήντα χρόνια; Σαν γλίστρημα πάνω στη χορδή; Σαν ουράνιο τόξο που περνάει απ’ το πρίσμα και γίνεται νήμα; Φαίνεται πως τίποτα δεν έχει αλλάξει.

Οι Pink Floyd είχαν αρχίσει να χωνεύουν την αναγκαστική αποχώρηση του Σιντ Μπάρετ, του πιο ιδιοφυούς τρελού στην ιστορία του ροκ εν ρολ, που έκανε μια κρίσιμη μερίδα μουσικόφιλων να αναρωτιέται, έως τις μέρες μας, με ποιον τρόπο η μπάντα θα είχε εξελιχθεί αν ο αρχηγός της είχε παραμείνει στη θέση του και δεν είχε κάψει πρόωρα τις αποθήκες του. Σίγουρα, θα ήταν μια πορεία λιγότερο μεγαλομανής.

Στην πραγματικότητα, οι Pink Floyd ήταν δύο συγκροτήματα. Αυτό που προχώρησε και αυτό που έσβησε. Οσο κι αν χαιρόμαστε τη μουσική που έγραψε, κυρίως τη δεκαετία του ’70, άλλο τόσο λυπούμαστε για τα τραγούδια που δεν έγραψε με μέλος τον Μπάρετ: τραγουδιστή, κιθαρίστα, τραγουδοποιό, ένα διαμάντι που προτίμησε να κρυφτεί στο σπίτι της μάνας του, στο Κέμπριτζ. Μακάρι να είχαμε την τύχη να ζήσουμε και τις δύο εκδοχές της μπάντας. Και ας ήταν αντικρουόμενες.

«Τρέξε, κουνέλι, τρέξε»

Να λοιπόν που βρίσκομαι στον Εθνικό Κήπο νωρίς το πρωί, να τρέχω, κουβαλώντας τα χρονάκια μου, λίγο μικρότερος από τον δίσκο, ενώ ακούω το «Dark Side» από το κινητό μου, για πρώτη φορά αληθινά, κι ας το έχω σε βινύλιο από τον Γενάρη του ’90. Είναι μερικές φορές που η μουσική γεννιέται ξανά μπροστά μας, εκεί που δεν το περιμένουμε, σ’ ανύποπτη στιγμή. Φταίει ίσως η ηλικία που αποκαλύπτει άξαφνα το προφανές. Ο χτύπος της καρδιάς στα «Speak to Me» και «Eclipse», το ξυπνητήρι στο «Time» και η ταμειακή μηχανή του «Money» είναι η ίδια συσκευή, ο μετρονόμος της κατάβασης: «Τρέξε, κουνέλι, τρέξε/ Σκάψε την τρύπα, ξέχνα τον ήλιο/ Κι όταν επιτέλους τελειώσει η δουλειά/ Μην κάθεσαι, είναι ώρα να ξεκινήσεις άλλη μια», τραγουδά ο Γκίλμουρ στο «Breathe». Αναπνοή ή το ανάποδο.

Στην πραγματικότητα, οι Pink Floyd ήταν δύο συγκροτήματα. Ενα με και ένα χωρίς τον Σιντ Μπάρετ. Αυτό που έσβησε και αυτό που προχώρησε.

«Κιτς αριστούργημα»

Είχε απόλυτο δίκιο ο μουσικοκριτικός Ρόμπερτ Κρίστγκαου όταν έγραφε πως το άλμπουμ είναι ένα «κιτς αριστούργημα». Επειδή μάλλον ήθελε να τονίσει πως ολόκληρη η ζωή είναι ένα κιτς αριστούργημα. Γιατί είμαστε σαν εκείνες τις στοιχειωμένες φωνές που μπαινοβγαίνουν πίσω από τη διαστημική μουσική υφή του δίσκου και λένε: «Είσαι τρελός ακόμη κι αν δεν είσαι τρελός». Την τελευταία εβδομάδα των ηχογραφήσεων ο Γουότερς τύπωσε σε κάρτες μια σειρά ερωτήσεων που τις μοίρασε σε φίλους και συνεργάτες. Τους έστησε μπροστά στο μικρόφωνο του στούντιο και τους κατέγραψε. Οι ερωτήσεις μοιάζουν με συμπυκνωμένες απαντήσεις που δίνουν –ή δεν δίνουν– τα δέκα κομμάτια του δίσκου. «Ποιο είναι το αγαπημένο σου χρώμα;», «Φοβάσαι να πεθάνεις;», «Τι πιστεύεις για τη σκοτεινή πλευρά της Σελήνης;» Κάποιος απάντησε πως δεν υπάρχει σκοτεινή πλευρά. Ολόκληρη η Σελήνη είναι σκοτεινή. Πάνω απ’ όλα είμαστε καθημερινά φαντάσματα που συλλέγουν ανιαρές μέρες.

Το «Dark Side of the Moon» είναι ένας διπλός δίσκος σε σώμα μονού βινυλίου. Ενας μονός δίσκος με διπλή ψυχή. Οταν τελειώνει η πρώτη πλευρά, δημιουργεί τη ψευδαίσθηση πως θα επακολουθήσουν ακόμη τρεις όψεις. Μα στη δεύτερη πλευρά ο δίσκος μεγαλώνει με τη φυσικότητα ενός ανθρώπου που από μωρό γίνεται παιδί, ενηλικιώνεται και γερνάει μέσα σε σαράντα τρία λεπτά. Η καρδιά του χτυπάει δυνατά στην εισαγωγή και στην έξοδο του άλμπουμ, κι αν το βάλει κανείς στο ριπίτ, φτιάχνει την τέλεια λούπα. Την τέλεια φάκα. Ο δίσκος δεν τελειώνει ποτέ. Στην πραγματικότητα πετυχαίνει ό,τι δεν καταφέρνει μία δεκαετία αργότερα το «Wall», το οποίο έχει τη δυναμική ενός μονού δίσκου που με βία τεντώνεται για να καλύψει τις τέσσερις πλευρές, κι έτσι γίνεται αλαζονικό και πομπώδες. Κι ας έχει έναν από τους πιο συγκλονιστικούς στίχους, γενικά: «Mother do you think they’ll try to break my balls?». Το αφήνω αμετάφραστο.

Καλός σπόρος

Αυτός ο σκοτεινός δίσκος, πάντως, μια κραυγή ενώ γλιστράς στον λεπτό πάγο, κατάφερε πολλά. Ο τεχνολογικός περφεξιονισμός θα πάλιωνε ούτως ή άλλως, μα ο σπόρος που θάφτηκε μέσα του, επηρεάζοντας αμέτρητους μουσικούς –από τους πάνκηδες που ξεπήδησαν ως αντίδραση από τ’ αυλάκια του μέχρι τους Radiohead–, διατηρήθηκε όπως ένα καλό ποίημα του Τ. Σ. Ελιοτ. Βαδίζουμε βυθίζοντας τα βήματά μας στην έρημο των πόλεων.

Καθώς τρέχω, θυμάμαι εκείνη την ασπρόμαυρη φωτογραφία με το γκράφιτι στην οδό Τίτο, την περίοδο της πολιορκίας του Σεράγεβο. Σ’ ένα αυτοσχέδιο οδόφραγμα από μπετόν, κάποιος έχει γράψει με λευκό σπρέι PINK FLOYD. Είναι σαν ένα ορθογώνιο πρίσμα, μόνο που εκεί το λευκό φως δεν αναλύεται στο χρωματικό του φάσμα, αλλά διατηρεί τη μονοδιάστατη υπόστασή του και θυμίζει νήμα. Ενα καρδιογράφημα, έτοιμο να κοπεί: «Ολα όσα αγγίζεις, βλέπεις, μισείς και αγαπάς, χάνονται κάτω από τον ήλιο που κρύβεται στη σκιά της Σελήνης».

Read Original