Οι πρώτες μετρήσεις που έχουν καταγραφεί μετά το δυστύχημα δείχνουν πως η Ν.Δ. καταγράφει σημαντική πτώση της δύναμής της –γύρω στις 3 μονάδες–, χωρίς όμως διαρροές προς τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, κόμματα τα οποία μένουν αμφότερα στάσιμα. Γιατί συμβαίνει αυτό; Μια απάντηση είναι πως υπάρχει ο φόβος, ακόμη και μεταξύ υψηλόβαθμων κυβερνητικών στελεχών, πως η κρίση με το σιδηροδρομικό δυστύχημα μπορεί να οδηγήσει σε πολιτική κρίση, παρόμοια με εκείνη του 2012, όπου υπήρξε κατακερματισμός του πολιτικού συστήματος. Η ανοδική τάση που καταγράφεται στις πρώτες δημοσκοπήσεις για τα μικρότερα και αντισυστημικά κόμματα, όπως το ΚΚΕ, την Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου και το ΜεΡΑ25 του Γιάνη Βαρουφάκη, εντείνει αυτόν τον φόβο. «Η περίπτωση να έχουμε επανάληψη του 2012 με έκρηξη της αντισυστημικής ψήφου είναι υπαρκτή», λέει στην «Κ» βουλευτής της Βορείου Ελλάδος, που κάνει λόγο για μεγάλη οργή των πολιτών και μετακίνηση των ψηφοφόρων στην αδιευκρίνιστη ψήφο, που αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να ιχνηλατηθεί.
Υπάρχει όμως και η εντελώς αντίθετη άποψη. Κορυφαίος πρώην υπουργός με τον οποίο συνομίλησε η «Κ» αναφέρει πως η κατάσταση «δεν είναι ίδια με του 2012», καθώς η παρούσα κρίση επηρεάζει σε επίπεδο συναισθηματικό όλη τη χώρα –«υπάρχει διάχυτο ένα εθνικό πένθος», ανέφερε–, αλλά δεν είναι ίδιας φύσης με εκείνη του 2012. Τότε η ακραία οικονομική κρίση, όπου η χώρα έχασε το 50% του ΑΕΠ της, επηρέαζε οριζοντίως τους πάντες σε όλη την επικράτεια. «Σήμερα δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο», προσθέτει η ίδια πηγή, που εστιάζει στη συναισθηματική φόρτιση η οποία «αναπόφευκτα θα υποχωρήσει». «Τα δομικά χαρακτηριστικά του πολιτικού συστήματος δεν έχουν αλλάξει» και «το τελικό δίλημμα θα παραμείνει Μητσοτάκης ή Τσίπρας και οι εκλογές θα απαντήσουν αυτό το ερώτημα».
Το δυστύχημα έχει βασικό αντίκτυπο και στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος, στην οποία σήμερα επικρατεί μεγάλος αναβρασμός και το κλίμα είναι βαρύ. Το Μαξίμου έχει συστήσει μια συγκεκριμένη ομάδα βουλευτών και υπουργών που θα δώσουν τη μάχη στα κανάλια. Αλλά η πλειονότητα των στελεχών αδυνατεί αυτή τη στιγμή να βγει μπροστά για να υπερασπιστεί την κυβέρνηση και έχει έντονο προβληματισμό για το πώς θα κινηθεί στις εκλογικές περιφέρειες. «Η Ν.Δ. πάντα στις μεγάλες κρίσεις που έχει περάσει ως κυβέρνηση εμφανίζει γρήγορα σημάδια εσωτερικής αποδιοργάνωσης», εξηγεί παλαιός βουλευτής στην «Κ».
«Δεν γίνεται η σύμβαση 717 να είχε φθάσει έως το 2017 στο 18% κι εμείς να τη φθάσαμε στο 70% και αυτό να μη γίνεται σαφές προς όλες τις πλευρές», λέει υπουργός στην «Κ».
Ενα άλλο μεγάλο θέμα συζήτησης στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος είναι το κατά πόσο η δημοσκοπική πτώση της Νέας Δημοκρατίας μπορεί να έχει εφήμερα χαρακτηριστικά, όπως προηγούμενες κρίσεις –πυρκαγιές του καλοκαιριού 2021 και υποκλοπές– και η Ν.Δ. έπειτα από ένα εύλογο διάστημα, αφού οι εκλογές πάνε και πιο πίσω, να μπορέσει να «επιστρέψει». Η μια άποψη είναι πως η κρίση αυτή είναι τελείως διαφορετική. Είναι άλλης βαρύτητας και ήρθε σε ένα χρονικό σημείο μηδέν, λίγο πριν από τις εκλογές. «Είναι κρίση – τομή», αναφέρει κυβερνητικός βουλευτής, υπογραμμίζοντας πως το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη άνοιξε μια μεγάλη και βαριά ατζέντα: από τις χρόνιες παθογένειες που δεν κατάφεραν να διορθωθούν έως το πελατειακό κράτος. «Η παλιά Ελλάδα που νομίζαμε πως αφήνουμε πίσω είναι εδώ παρούσα και ισχυρή και χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να την ξεπεράσουμε», προσθέτει η ίδια πηγή, τονίζοντας πως η ανοχή έναντι της κυβέρνησης έχει εξαντληθεί.
Κατά πολλούς, το δυστύχημα στα Τέμπη μειώνει τις πιθανότητες αυτοδυναμίας της Νέας Δημοκρατίας, κάτι που προ Τεμπών φαινόταν ως το επικρατέστερο σενάριο. «Και αν δεν επιτευχθεί;», είναι το εύλογο ερώτημα. Αρκετοί βουλευτές και υπουργοί το τελευταίο διάστημα επαναφέρουν το σενάριο της πιθανής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, που σκοντάφτει ωστόσο πάνω στις υποκλοπές, καθώς ο πρόεδρός του Νίκος Ανδρουλάκης έχει αποκλείσει τέτοιο ενδεχόμενο. «Το αίτημα της αυτοδυναμίας αναπόφευκτα θα υποχωρήσει», λέει πρώην υπουργός στην «Κ» και δεν αποκλείει το αίτημα για κυβερνήσεις συνεργασίας να επικρατήσει τελικώς στις προτιμήσεις της κοινής γνώμης.
Μέσα σε αυτό το νέο τοπίο, ποιο μπορεί να είναι το νέο «αφήγημα» της κυβέρνησης; Ο πρωθυπουργός στο τελευταίο υπουργικό συμβούλιο έδωσε το στίγμα, ζητώντας από τους υπουργούς του να είναι παρόντες στον δημόσιο διάλογο, αλλά «με ενσυναίσθηση, χωρίς κανέναν συμψηφισμό ευθυνών». Υπουργός πάντως έλεγε στην «Κ» πως προφανώς η κυβέρνηση πρέπει να κρατήσει χαμηλούς τόνους, αλλά «η περίοδος που ζητάμε διαρκώς συγγνώμη πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσει», καθώς «η προσεκτική ανάγνωση της αλληλουχίας των γεγονότων δείχνει εγκληματικές ευθύνες στον ΣΥΡΙΖΑ». Και προσθέτει πως «δεν γίνεται η σύμβαση 717 να είχε φθάσει έως το 2017 στο 18% και εμείς να τη φθάσαμε στο 70% και αυτό να μη γίνεται σαφές προς όλες τις πλευρές».
Την ίδια ώρα, συζήτηση στο εσωτερικό του κόμματος υπάρχει και για το επιτελικό κράτος και κατά πόσο έχει αποδώσει, συζήτηση που είχε ανοίξει και με τις υποκλοπές. Υπάρχει η άποψη πως εάν το επιτελικό κράτος δεν λειτουργούσε ως πάτρωνας, τότε κάποια πράγματα θα μπορούσαν να είχαν τρέξει πιο γρήγορα. «Η άποψη αυτή δεν είναι σωστή, καθώς το επιτελικό κράτος αφορά την αποκομματικοποίηση της δημόσιας διοίκησης», λέει η αντίθετη πλευρά.
Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr