«Με το νόμο που φέραμε αναβιώσαμε τις εγγυήσεις του ελληνικού δημοσίου σε όλα τα δάνεια που είχαν συνομολογηθεί. Και προβλέφθηκε η επανεξέταση της κατάπτωσής τους», ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Θόδωρος Σκυλακάκης, απαντώντας σε σχετική επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξανδρου Μεϊκόπουλου, για τα στεγαστικά δάνεια των παλιννοστούντων.
Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ ανέφερε ότι οι παλιννοστούντες ομογενείς που έχουν δάνεια βρίσκονται καθημερινά σε μια ασφυκτική πίεση από τράπεζες και funds, που τους ζητούν να εξοφλήσουν εφάπαξ το ποσό των στεγαστικών δανείων που έλαβαν κατά την άφιξή τους στην Ελλάδα. Πρόκειται, είπε, για στεγαστικά δάνεια ύψους 60.000 ευρώ που χορηγήθηκαν από το 1990 έως το 2004 με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Ήταν δάνεια με κοινωνικά και δημογραφικά κριτήρια και όχι τόσο με τραπεζικά κριτήρια. Στην διάρκεια της κρίσης, πολλά από αυτά τα δάνεια σταμάτησαν να εξυπηρετούνται. Η κυβέρνηση, εν μέσω της πανδημίας με απόφαση του υπουργείου Οικονομικών έδωσε το «πράσινο φως» στα πιστωτικά ιδρύματα να αυξήσουν τις πιέσεις τους προς τους δανειολήπτες αυτούς, απειλώντας ότι θα μεταβιβάσουν τις οφειλές τους στις ΔΟΥ ή ότι θα λάβουν μέτρα αναγκαστικής είσπραξης ή κατάσχεσης. Σήμερα, τόνισε « χιλιάδες παλιννοστούντες αγωνιούν ότι θα χάσουν το σπίτι τους».
«Δεν είχε δοθεί νόμιμα»
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών επισήμανε πως «το βασικό πρόβλημα που υπήρχε με αυτά τα δάνεια ήταν ότι απεδείχθη πως για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα η εγγύηση του ελληνικού δημοσίου που θεωρούσαν οι παλιννοστούντες ότι τους είχε δοθεί, δεν είχε δοθεί νόμιμα».
Σύμφωνα με τον κ. Σκυλακάκη, η αναβίωση των εγγυήσεων του ελληνικού δημοσίου, «πρακτικά σημαίνει ότι οι μεν τράπεζες έχουν κάθε συμφέρον και υποχρέωση να αξιοποιήσουν το εργαλείο της εγγύησης και να ζητήσουν την κατάπτωσή του, εφόσον οι δανειολήπτες δεν μπορούν να ρυθμίσουν, με κάποιο τρόπο, με τις τράπεζες την οφειλή». Στη συνέχεια, «μετά την κατάπτωση της εγγύησης, έχουμε ψηφίσει από το 2019, τη δυνατότητα οι δανειολήπτες να ρυθμίζουν το υπόλοιπο της οφειλής με το πλαίσιο των 120 δόσεων, που ισχύει από την ημέρα που θα τους βεβαιωθεί αυτή η υποχρέωση στις ΔΟΥ. Αυτό σημαίνει ότι θα έχουν μια δεκαετία, με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους και επιτόκιο να ρυθμίσουν το υπόλοιπο της οφειλής τους, που κατά κύριο λόγο αφορά στο κεφάλαιο». Τόνισε ότι η διαδικασία αυτή είναι πολύ πιο ευνοϊκή από το να υπαχθούν στον εξωδικαστικό συμβιβασμό.