Η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 0,7% του ΑΕΠ μέσα στο 2023 είναι εφικτός στόχος δηλώνει σε συνέντευξη που παραχώρησε στη «Ν» η Αναστασία Μιαούλη, πρόεδρος του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου. Τάσσεται κατά των οριζόντιων μέτρων στήριξης, που «επιτείνουν τον φαύλο κύκλο της ακρίβειας», ενώ για την επικείμενη αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας επισημαίνει ότι «για την Ελλάδα η σημαντική προσπάθεια μείωσης του υψηλού δημόσιου χρέους θεωρείται δεδομένη, η χρονική διάρθρωσή της, ωστόσο, δηλαδή αν θα είναι περισσότερο εμπροσθοβαρής ή μη, αναμένεται να επηρεαστεί από την εφαρμογή των αναθεωρημένων δημοσιονομικών κανόνων».
Το πλήρες κείμενο της συνέντευξης της κ. Μιαούλη έχει ως εξής:
Εντός του έτους αναμένεται να καθοριστούν οι αλλαγές στους δημοσιονομικούς κανόνες, οι οποίες θα τεθούν σε ισχύ το 2024. Τι ύψους πρωτογενή πλεονάσματα εκτιμάτε ότι θα πρέπει να παρουσιάζει η Ελλάδα από το επόμενο έτος; Να θεωρήσουμε δεδομένο ότι θα πρέπει να επιτύχουμε περαιτέρω δημοσιονομική προσαρμογή από την επόμενη χρονιά;
«Πράγματι, η συζήτηση για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες της Ε.Ε. βρίσκεται σε εξέλιξη και σύντομα αναμένονται οι προτάσεις της Επιτροπής. Στις βασικές αρχές της, ωστόσο, η αναθεώρηση του δημοσιονομικού πλαισίου στην Ε.Ε. θέτει ιδιαίτερο βάρος στην επίτευξη και τη διατήρηση δημοσιονομικής βιωσιμότητας, η οποία μετράται και εποπτεύεται σε πολυετές και όχι ετήσιο πλαίσιο. Επίσης, σύμφωνα με τη μέχρι τώρα συζήτηση, η υποχρέωση μείωσης του δημόσιου χρέους στην Ελλάδα και στα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ε.Ε. με χρέος υψηλότερο του 60% αναμένεται να πραγματοποιείται με ρυθμούς προσαρμογής που θα διαφέρουν από χώρα σε χώρα, λαμβάνοντας υπόψη τόσο το ύψος του δημόσιου χρέους που κάθε χώρα υποχρεούται να εξυπηρετεί όσο και το αναπτυξιακό προφίλ στο οποίο στοχεύει μέσω εφαρμογής αναπτυξιακών πολιτικών και μεταρρυθμίσεων. Για την Ελλάδα, η σημαντική προσπάθεια μείωσης του υψηλού δημόσιου χρέους θεωρείται δεδομένη, η χρονική διάρθρωσή της, ωστόσο, δηλαδή αν θα είναι περισσότερο εμπροσθοβαρής ή μη, αναμένεται να επηρεαστεί από την εφαρμογή των αναθεωρημένων δημοσιονομικών κανόνων, οι οποίοι, με τη σειρά τους, θα βασιστούν στις αναθεωρημένες προβλέψεις για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας από το 2024 και μετά».
Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης έχουν αποφασίσει ότι για το τρέχον έτος τα μέτρα στήριξης θα πρέπει να είναι στοχευμένα, με έμφαση στη στήριξη των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό στην πράξη για την Ελλάδα;
«Στην πράξη σημαίνει ότι οφείλουμε να εκμεταλλευτούμε όποιο δημοσιονομικό περιθώριο διαθέτουμε, με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο, χωρίς να ανατροφοδοτούνται πληθωριστικές πιέσεις και να επιτείνεται ο φαύλος κύκλος της ακρίβειας, όπως γίνεται με οριζόντια μέτρα αυξήσεων μισθών και γενικών τιμαριθμικών αναπροσαρμογών. Αυτό επιτυγχάνεται με τη στόχευση και στήριξη συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, που αντιμετωπίζουν τα μεγαλύτερα προβλήματα, με τρόπο προσωρινό για όσο χρονικό διάστημα διατηρείται ο υψηλός πληθωρισμός. Η σχεδόν δεκαετής περίοδος όπου η χώρα βρέθηκε σε πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής μάς υπενθυμίζει ότι η συνετή δημοσιονομική διαχείριση αποτελεί αναγκαιότητα για την ελληνική οικονομία, αφού έχει άμεσες επιπτώσεις στην ευημερία των πολιτών της, στην κοινωνική της συνοχή και στη βιωσιμότητα των παραγωγικών της δυνάμεων».
Με βάση και τις εκτιμήσεις του προϋπολογισμού, φέτος το χρέος θα συνεχίσει να καταγράφει πτωτική πορεία ως ποσοστό του , ενώ θα «επιστρέψουν» τα πρωτογενή πλεονάσματα. Θεωρείτε εφικτούς τους στόχους; Πολλοί οργανισμοί εμφανίζονται πιο συγκρατημένοι, ενώ υπάρχουν και φωνές που μιλούν για μεγαλύτερη ανάπτυξη…
«Αναφορικά με την πορεία του δημόσιου χρέους, έχουμε ήδη επισημάνει στην τελευταία έκθεση του Συμβουλίου τη σημαντική μείωση άνω των 25 ποσοστιαίων μονάδων στο λόγο χρέους προς ΑΕΠ για το 2022. Σχετικά με την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του προϋπολογισμού και με δεδομένο ότι υπόκεινται σε ιδιαίτερη αβεβαιότητα λόγω των προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε, η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος κατά 0,7% του ΑΕΠ είναι εφικτή. Και αυτό, άλλωστε, το καταγράφουμε και στη φθινοπωρινή έκθεση».
Στο πλαίσιο των νέων δημοσιονομικών κανόνων, ποιος είναι ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Συμβουλίου; Το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο μπορεί να παρέμβει και να προωθήσει τις ελληνικές θέσεις, λαμβάνοντας υπόψη και τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής οικονομίας;
«Το Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και τα εθνικά δημοσιονομικά συμβούλια διατηρούν την ανεξαρτησία τους τόσο από τις εθνικές κυβερνήσεις όσο και από τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που λαμβάνουν πολιτικές αποφάσεις. Το νέο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης στην Ε.Ε. αναμένεται να επιφυλάσσει ενισχυμένο και πιο ουσιαστικό ρόλο στα εθνικά δημοσιονομικά συμβούλια μέσα από ένα πλαίσιο πιο ουσιαστικής διαβούλευσης των κρατών-μελών με τα ευρωπαϊκά όργανα για τη χάραξη των δημοσιονομικών τους προγραμμάτων. Η ενίσχυση του ρόλου των δημοσιονομικών συμβουλίων στην αξιολόγηση των εθνικών δημοσιονομικών προγραμμάτων θα ενισχύσει την εθνική ιδιοκτησία τους, ενώ η συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο θα μπορέσει να διασφαλίσει την ομαλή λειτουργία του κοινού δημοσιονομικού πλαισίου στην Ε.Ε., από τη συμμετοχή στην οποία επωφελούνται όλα τα κράτη-μέλη».