Η Ελλάδα αναμένεται να αποτελέσει και πάλι τη θετική μακροοικονομική έκπληξη στην Ευρωζώνη, εκτιμά η UBS και υπογραμμίζει τέσσερις παράγοντες που την κάνουν πιο αισιόδοξη για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Η ελβετική τράπεζα αναβαθμίζει στο 3% την πρόβλεψη για την ανάπτυξη του ελληνικού ΑΕΠ φέτος, από 2,5% πριν, αν και υποβάθμισε την εκτίμηση του 2022 στο 5% (από 6,4% πριν), λόγω του αδύναμου γ΄ τριμήνου, όπως εξηγεί.
Ο πρώτος λόγος που κάνει την UBS πιο θετική για την Ελλάδα είναι ότι, χάρη στις χαμηλότερες τιμές της ενέργειας το 2023 και τις επιδοτήσεις, αναμένεται αντιστροφή του μεγάλου χάσματος που άνοιξε μεταξύ ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας και ΑΕΠ στο τρίτο τρίμηνο του 2022 και αυτό θα ωφελήσει τις προοπτικές του ΑΕΠ φέτος. Δεύτερον, επίσης λόγω των χαμηλότερων τιμών της ενέργειας, ο πληθωρισμός φέτος θα υποχωρήσει στο 3,3%, από 9,6% το 2022. Αυτό, σε συνδυασμό με τις συζητήσεις για νέα αύξηση στον κατώτατο μισθό από την 1η Απριλίου (έως και 8%-9,5%), αναμένεται να οδηγήσει σε πιο σημαντικά κέρδη από τους πραγματικούς μισθούς.
Εκτιμά ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει στο 3,3%, από 9,6% το 2022.
Ο τρίτος λόγος πίσω από την αισιοδοξία της ελβετικής τράπεζας είναι οι πολύ καλές δημοσιονομικές επιδόσεις, με το πρωτογενές έλλειμμα του 2022, αλλά και το πρωτογενές πλεόνασμα να αναμένονται πολύ καλύτερα σε σχέση με τον στόχο. Ο μεγαλύτερος αυτός δημοσιονομικός χώρος φέτος, όπως σημειώνει, επιτρέπει είτε ταχύτερη μείωση του χρέους είτε πρόσθετη οικονομική στήριξη.
Τέταρτον, η UBS βελτίωσε σημαντικά τις εκτιμήσεις της για την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη το 2023 (κατά 60 μονάδες βάσης και στο 0,8%) και αυτό συνεπάγεται ένα καλύτερο εξωτερικό περιβάλλον για την Ελλάδα. Παράλληλα, η UBS εμφανίζεται ιδιαίτερα αισιόδοξη για τις προοπτικές των ελληνικών ομολόγων και των ελληνικών τραπεζών. Εκτιμά πως η μείωση του ελληνικού spread φέτος, παρά την επιθετική ΕΚΤ, οφείλεται στις πολύ καλές μακροοικονομικές προοπτικές της Ελλάδας. Αν και η αβεβαιότητα λόγω της χρονοβόρου διαδικασίας των εκλογών θα μπορούσε να ασκήσει ανοδική πίεση στα spreads βραχυπρόθεσμα, ωστόσο για το σύνολο του 2023 η τάση παραμένει πτωτική. Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους, καθώς και σε υπεραπόδοση των ελληνικών ομολόγων, όπως εκτιμά.
Τέλος, και σε ό,τι αφορά τις ελληνικές τράπεζες, χάρη στην ισχυρή ανάπτυξη της οικονομίας «βλέπει» σημαντική αύξηση των χορηγήσεων νέων δανείων, καλύτερη από την αναμενόμενη ποιότητα ενεργητικού και υγιή κεφαλαιακή θέση.