Το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών αναθεώρησε προς τα πάνω την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη το 2023, στο 2,4%, έναντι 1,4% πριν από 3 μήνες, ακολουθώντας τη γενική τάση που επικράτησε μεταξύ των οργανισμών μετά τα θετικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για ρυθμό ανάπτυξης 5,9% το 2022. Η κυβέρνηση προβλέπει ρυθμό 2,3%, ενώ το ΔΝΤ χθες αναθεώρησε κι αυτό προς τα πάνω την πρόβλεψή του στο 2,6%.
Ωστόσο, ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ καθηγητής Νίκος Βέττας, παρουσιάζοντας χθες την τριμηνιαία έκθεση του ιδρύματος, δεν άφησε περιθώρια εφησυχασμού και προειδοποίησε ότι είναι ψευδαίσθηση να θεωρεί κανείς ότι η ελληνική οικονομία είναι στον αυτόματο πιλότο, ότι είναι δεδομένοι οι υψηλοί ρυθμοί μεγέθυνσης, επενδύσεων και μείωσης της ανεργίας και ότι μπορεί ταυτόχρονα να μοιράζει επιδόματα, όπως τα δύο προηγούμενα χρόνια. «Παρά τα βήματα προόδου που έγιναν από το 2010», είπε, «δομικά και διαρθρωτικά είμαστε από τις πιο φτωχές χώρες και πρέπει τα βήματα να γίνουν άλματα αν θέλουμε σύγκλιση με τους μισθούς της Ευρώπης».
Ενόψει εκλογών, τόνισε ότι προκειμένου να εμπεδωθεί η αναπτυξιακή δυναμική πρέπει να υπάρξει στόχευση σε τρεις κομβικές περιοχές οικονομικής πολιτικής:
1. Επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα, με επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας το συντομότερο δυνατό.
2. Ενίσχυση των υποδομών και των μεταρρυθμίσεων.
3. Χειρισμός του πληθωρισμού, έτσι ώστε να μην πληγεί η ανταγωνιστική θέση της χώρας και να μη συνεχιστεί η έντονη πίεση στα νοικοκυριά.
Είναι ψευδαίσθηση να θεωρεί κανείς ότι οι υψηλοί ρυθμοί μεγέθυνσης, επενδύσεων και μείωσης της ανεργίας είναι δεδομένοι.
Ο κ. Βέττας σημείωσε επίσης ότι η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, που προέρχονται τόσο από το διεθνές περιβάλλον όσο και από τα ίδια τα δομικά χαρακτηριστικά της. Η βασική πρόκληση από το διεθνές περιβάλλον είναι η σφιχτή νομισματική πολιτική, που προσλαμβάνει χαρακτηριστικά διαρκείας, με αποτέλεσμα το χρήμα να καθίσταται ακριβότερο και εκλεκτικό. Προειδοποίησε, στο πλαίσιο αυτό, για τον κίνδυνο «να μπει η χώρα στο κάδρο» των αγορών σε περίπτωση νέας κρίσης, που είναι πιθανή.
Σε ό,τι αφορά, εξάλλου, τις προκλήσεις που σχετίζονται με τα δομικά χαρακτηριστικά της οικονομίας ανέφερε τον δομικό πληθωρισμό, που παραμένει υψηλός και την επιστροφή στα δίδυμα ελλείμματα, δημοσιονομικά και εξωτερικού ισοζυγίου, των οποίων η εξισορρόπηση είναι σημαντικό να γίνει σύντομα.
Στην έκθεση του ΙΟΒΕ προβλέπεται αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,3% το 2023 έναντι 7,9% το 2022 και των ακαθάριστων επενδύσεων παγίων κατά 10% έναντι 11,6% το 2022. Οι εξαγωγές προβλέπεται να αυξηθούν κατά 3,2% έναντι 4,9% το 2022 και οι εισαγωγές κατά 2,6% έναντι 10,9% το 2022. Ο πληθωρισμός προβλέπεται να υποχωρήσει στο 4,3% έναντι 9,6% το 2022 και η ανεργία στο 11% έναντι 12,4% το 2022.
Η έκθεση επισημαίνει ότι το 2022 σημειώθηκε η ισχυρότερη μείωση της ανεργίας από το 2014, κατά 2,3 ποσοστιαίες μονάδες, στο 12,4%. Ωστόσο, ο κ. Βέττας υποστήριξε ότι η ανεργία «δύσκολα θα υποχωρήσει πολύ περισσότερο, για να διαμορφωθεί στην περιοχή του 5%-6%».
Στην έκθεσή του για την παγκόσμια οικονομία (World Economic Outlook), που παρουσιάστηκε χθες στο πλαίσιο της εαρινής του συνόδου, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προέβλεψε ρυθμό ανάπτυξης 2,6% για φέτος, έναντι προηγούμενης πρόβλεψής του για 1,8%, ενώ για την Ευρωζώνη η πρόβλεψή του είναι για ανάπτυξη 0,8%. Για το 2025 προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 1,5%, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης 1,4%.
Επίσης, το Ταμείο βλέπει υποχώρηση του πληθωρισμού στο 4% φέτος (έναντι πρόβλεψης για 3,2% το φθινόπωρο) και στο 2,9% το 2024. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών προβλέπεται να υποχωρήσει στο 8% του ΑΕΠ, από 9,7% του ΑΕΠ το 2022 και στο 6% του ΑΕΠ το 2024. Η ανεργία εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει στο 11,2% φέτος και στο 10,4% το 2024.